Αντιμέτωπη με μια σοβαρή κρίση δημόσιας υγείας βρίσκονται πολλές περιοχές του κόσμου. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Guardian, σχεδόν όλοι οι πολίτες στην Ευρώπη (98%) ζουν σε περιοχές στις οποίες η ατμοσφαιρική ρύπανση ξεπερνάει τα επιτρεπτά όρια που έχει επιβάλει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Αντίστοιχο είναι και το ποσοστό των ανθρώπων που αναπνέουν τοξικό αέρα παγκοσμίως, σύμφωνα με τα δεδομένα του ΠΟΥ.

Βάσει των εκτιμήσεων τουλάχιστον 400.000 άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο στη γηραιά ήπειρο από την ατμοσφαιρική ρύπανση, που συμβάλλει σε πνευμονικές και καρδιακές παθήσεις, καρκίνο του πνεύμονα και σοβαρές λοιμώξεις του αναπνευστικού, ενώ τα θύματα του «σιωπηλού δολοφόνου» σε όλο τον κόσμο ανέρχονται σε 7 εκατομμύρια. Η Παγκόσμια Τράπεζα υπολόγισε το υγειονομικό κόστος που συνδέεται με την ατμοσφαιρική ρύπανση σε 8,1 τρισεκατομμύρια δολάρια, περίπου δηλαδή το 6,1% του παγκόσμιου Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος.

Οι μετρήσεις αναφέρονται στα αιωρούμενα σωματίδια PM2,5, που παράγονται κυρίως από την καύση ορυκτών καυσίμων, μερικά από τα οποία μπορούν να περάσουν μέσω των πνευμόνων στο αίμα, επηρεάζοντας σχεδόν κάθε όργανο του σώματος. Τα αυτοκίνητα, η βιομηχανία, η οικιακή θέρμανση και η γεωργία είναι οι κύριες πηγές αυτών των επικίνδυνων σωματιδίων, με τις κατευθυντήριες γραμμές του ΠΟΥ να αναφέρουν πως οι μέσες ετήσιες συγκεντρώσεις PM2,5 δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα 5 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο (μg/m 3 ).

Δεν είναι μόνο τα αναπνευστικά προβλήματα

Συχνά οι ατμοσφαιρικοί ρύποι συνδέονται με αναπνευστικά προβλήματα, όμως τα μικροσωματίδια που προσλαμβάνονται από τους πνεύμονες και μεταφέρονται μέσω του αίματος, προκαλούν διάφορες φλεγμονές που καταπονούν την καρδιά, συμβάλλοντας σε καρδιαγγειακά προβλήματα, όπως καρδιακές προσβολές και εγκεφαλικά.

Τα μικροσωματίδια μπορούν ακόμη και να εισέλθουν στον πλακούντα, και ως εκ τούτου να επηρεάσουν και το έμβρυο αναφέρουν ειδικοί. Αρκετές μελέτες έχουν αναδείξει την υψηλή έκθεση σε αυτά ως σημαντικό παράγοντα κινδύνου ακόμη και για πρόωρο τοκετό. Η μακροχρόνια έκθεση μικροσωματίδια έχει επίσης συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης νευροεκφυλιστικών ασθενειών όπως η άνοια, η νόσος του Πάρκινσον και η νόσος Αλτσχάιμερ.

Επιπλέον, έρευνα που δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο στο περιοδικό The Lancet από μια ομάδα κινέζων επιστημόνων έδειξε πως η ατμοσφαιρική ρύπανση αυξάνει και την αντίσταση στα αντιβιοτικά, ένα φαινόμενο που εκτιμάται πως προκαλεί εκατοντάδες χιλιάδες πρόωρους θανάτους ετησίως.

Η απάντηση λοιπόν στο ερώτημα «πόσο επικίνδυνος είναι ο αέρας που αναπνέουμε;» είναι όχι μόνο απλή, αλλά εξαιρετικά σαφής και αναμφισβήτητη: Πολύ επικίνδυνος! Σύμφωνα με το «Institute for Health Metrics and Evaluation» στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον, η ατμοσφαιρική ρύπανση είναι η τέταρτη κύρια αιτία θνησιμότητας μεταξύ όλων των μεταβολικών και συμπεριφορικών παραγόντων κινδύνου, μετά την υψηλή αρτηριακή πίεση, το κάπνισμα και την κακή διατροφή.

Ο Scott Budinger, επικεφαλής πνευμονικής και εντατικής θεραπείας στην Ιατρική Σχολή Feinberg του Πανεπιστημίου Northwestern, στις ΗΠΑ, μιλώντας στο Al Jazeera, παραθέτει ένα ακόμη συνταρακτικό στοιχείο: Λίγες ημέρες μετά την αύξηση της έκθεσης στα επικίνδυνα σωματίδια, συχνά καταγράφεται και αύξηση των θανάτων από ένα ευρύ φάσμα επιπλοκών στην υγεία.

«Αυτό που παρατήρησαν οι επιδημιολόγοι είναι πως εάν κάποιος παρακολουθεί τα καθημερινά στοιχεία σε οποιαδήποτε μεγάλη πόλη, θα διαπιστώσει πως περίπου δύο ή τρεις ημέρες μετά από μια αύξηση των σωματιδίων, καταγράφεται και μια αύξηση της θνησιμότητας από διάφορες αιτίες», ανέφερε ο Scott Budinger.

Μια σοβαρή κρίση δημόσιας υγείας

Αν και είναι γεγονός πως ακόμη και στην ατμοσφαιρική ρύπανση υπάρχει μια «ταξικότητα», με τον πληθυσμό στις πιο οικονομικά υποβαθμισμένες κοινωνίες να είναι περισσότερο ευάλωτος, από τα στοιχεία γίνεται αντιληπτό πως κανείς και πουθενά δεν είναι απόλυτα ασφαλής.

Για παράδειγμα, όπως προαναφέρθηκε, στην Ευρώπη το 98% του πληθυσμού ζει σε περιοχές με ατμοσφαιρική ρύπανση που ξεπερνάει τα αποδεκτά όρια τα οποία έχουν θεσπιστεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Μάλιστα τα 2/3 του ευρωπαϊκόυ πληθυσμού ζουν εισπνέοντας επικίνδυνα σωματίδια που βρίσκονται σε υπερδιπλάσια επίπεδα από τα φυσιολογικά.

Βάσει των στοιχείων, η χώρα με τον πιο μολυσμένο αέρα στην Ευρώπη είναι η Βόρεια Μακεδονία, ενώ, σε γενικό επίπεδο, η Ανατολική Ευρώπη βρίσκεται σε πολύ χειρότερη κατάσταση από τη Δυτική, εξαιρουμένης της Ιταλίας. Στην Ελλάδα, σύμφωνα πάντα με την έρευνα του Guardian, τα επίπεδα των αιωρούμενα σωματίδια κινούνται από 7,5 έως και 14 μg/m3 ανά περιοχή.

«Πρόκειται για μια σοβαρή κρίση δημόσιας υγείας», δήλωσε ο Roel Vermeulen, καθηγητής περιβαλλοντικής επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης, ο οποίος ηγήθηκε της ομάδας ερευνητών σε όλη την ήπειρο που συγκέντρωσε τα δεδομένα. «Αυτό που βλέπουμε ξεκάθαρα είναι ότι σχεδόν όλοι στην Ευρώπη αναπνέουν ανθυγιεινό αέρα».

Οι περιοχές της Ελλάδας με τον πιο μολυσμένο αέρα

Οι κοινωνικοί, οικονομικοί και γεωγραφικοί παράγοντες

Όπως συμβαίνει συνήθως με τις περισσότερες κρίσεις, η ατμοσφαιρική ρύπανση δεν επηρεάζει όλους εξίσου. Ο τόπος διαβίωσης, ο τρόπος ζωής, η κατάσταση της υγείας και της οικονομίας, είναι παράγοντες που καθορίζουν σε σημαντικό βαθμό τον αντίκτυπο από τον τοξικό αέρα. Διαφορές καταγράφονται ακόμη και εντός των χωρών, με τις φτωχότερες κοινότητες να ζουν συχνότερα σε περιοχές με τη υψηλότερη ατμοσφαιρική ρύπανση.

«Οι χώρες που πλήττονται περισσότερο είναι επίσης οι χώρες με το χαμηλότερο μέσο εισόδημα, με μερικές αξιοσημείωτες εξαιρέσεις. Αυτό δείχνει τον βαθμό μιας περιβαλλοντικής αδικίας», υπογράμμισε στον Guardian η Barbara Hoffmann, καθηγήτρια περιβαλλοντικής επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Ντίσελντορφ.

Οι επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης είναι πιο αισθητές στους περισσότερο ευαίσθητους και ευάλωτους πληθυσμούς. Ως ευαίσθητος πληθυσμός χαρακτηρίζονται τα άτομα με υποκείμενα νοσήματα ή γενετικές προδιαθέσεις σε αναπνευστικά ή καρδιαγγειακά προβλήματα. Αντίθετα ως ευάλωτος πληθυσμός χαρακτηρίζονται τα άτομο που είναι περισσότερο εκτεθειμένα στην ρύπανση.

Στατιστικά, το χειρότερο είναι πως οι άνθρωποι που ζουν σε φτωχότερες περιοχές εντάσσονται συχνά και στις δύο κατηγορίες: Ζουν και εργάζονται σε περιβάλλον που τους εκθέτει περισσότερο, ενώ ταυτόχρονα έχουν μικρότερη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και λόγω συνθηκών η υγεία τους επιβαρύνεται σημαντικά.  

Ακόμη και σε πλουσιότερες χώρες, οι ομάδες χαμηλότερου κοινωνικοοικονομικού επίπεδου τείνουν να επηρεάζονται περισσότερο. Δεν είναι τυχαίο πως σε αυτές τις κοινωνικές ομάδες καταγράφονται και περισσότεροι πρόωροι θάνατοι από μια σειρά παθήσεων.

Πέρα από τα κοινωνικοοικονομικά δεδομένα, και η γεωγραφία σχετίζεται με το μέγεθος που επηρεάζει τον πληθυσμό η ατμοσφαιρική ρύπανση. Σε γενικές γραμμές, οι κοιλάδες, όπου συχνά παγιδεύεται ο αέρας, είναι περιοχές που πλήττονται περισσότερο. Επίσης ο κίνδυνος είναι υψηλότερος σε περιοχές που βρίσκονται κοντά σε δασικές πυρκαγιές, καθώς σε αυτές καταγράφεται σημαντική υποβάθμιση της ποιότητας του αέρα.

«Πρέπει να βεβαιωθούμε ότι όλοι κατανοούν ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση αντιπροσωπεύει πιθανώς μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τη δημόσια υγεία που αντιμετωπίζουμε σήμερα», τόνισε η Μαρία Νέιρα, διευθύντρια του Τμήματος Περιβάλλοντος, Κλιματικής Αλλαγής και Υγείας του ΠΟΥ και πρόσθεσε: «Πρέπει να έχεις το δικαίωμα να αναπνέεις αέρα που δεν σε σκοτώνει σε καθημερινή βάση». «Τώρα χρειαζόμαστε τολμηρές και φιλόδοξες αποφάσεις για τη λήψη επειγόντων και απαραίτητων μέτρων για την αντιμετώπιση αυτής της κρίσης», τονίζει ο Roel Vermeulen.