Μετά το στρατιωτικό αδιέξοδο στον πόλεμο της Ουκρανίας, ο Βλαντιμίρ Πούτιν αποφάσισε μια κρίσιμη αλλαγή στρατηγικής. Οι ρωσικές δυνάμεις οχυρώθηκαν, αναπτύσσοντας ισχυρές γραμμές άμυνας στα ανατολικά εδάφη της χώρας που είχαν καταλάβει, περιμένοντας την ουκρανική αντεπίθεση και κυρίως το χρόνο να κυλίσει.

Η εκτίμηση του Ρώσου Προέδρου είναι πως εάν η αντεπίθεση δεν αποφέρει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, θα έχει επιφέρει ένα σημαντικό πλήγμα στην αποφασιστικότητα της Δύσης να συνεχίσει την υποστήριξη στην Ουκρανία. Μέχρι τώρα η ουκρανική αντεπίθεση απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί επιτυχημένη και το σημαντικό για τον Βλαντιμίρ Πούτιν είναι πως καταγράφονται τα πρώτα ρήγματα στη Δυτική συμμαχία εξαιτίας των πιέσεων στις κυβερνήσεις για το οικονομικό και στρατιωτικό κεφάλαιο που δαπανάται.

Από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία χώρες της ανατολικής Ευρώπης, όπως η Πολωνία, η Εσθονία και η Σλοβακία, υπήρξαν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του Κιέβου με αποστολή πολλών όπλων και προμηθειών και την υποδοχή εκατομμυρίων προσφύγων.

Πρωτοστάτησαν επίσης στις πιέσεις προς τους υπόλοιπους δυτικούς συμμάχους για αποστολή βαρύτερων και πιο σύγχρονων όπλων στην Ουκρανία, λαμβάνοντας πρωτοβουλίες ακόμη και για την παροχή μαχητικών αεροσκαφών, την ώρα που μεγάλες δυνάμεις όπως η Γαλλία, η Γερμανία ακόμη και οι ΗΠΑ εμφανίζονταν απρόθυμες για κάτι τέτοιο.

Ωστόσο το συμμαχικό μέτωπο άρχισε να παρουσιάζει κάποιες επικίνδυνες για τους Ουκρανούς ρωγμές. Οι κυβερνήσεις ευρωπαϊκών χωρών, αλλά και των ΗΠΑ, αντιμετωπίζουν σοβαρές προκλήσεις – ενόψει και εκλογικών μαχών – και σταδιακά εκφράζονται όλο και μεγαλύτερες ανησυχίες για τον αντίκτυπο της μακροχρόνιας στήριξης της Ουκρανίας ή της ένταξής στην ΕΕ.

Το τελευταίο και πιο ηχηρό παράδειγμα είναι η αλλαγή της στάσης της κυβέρνησης της Πολωνίας, εκ των στενότερων συμμάχων της Ουκρανίας. Ο πρωθυπουργός Ματέους Μοραβιέτσκι, παίζοντας ένα πολιτικό «στοίχημα» υψηλού ρίσκου, ήρθε αρχικά σε ρήξη με το Κίεβο μπλοκάροντας την εισαγωγή ουκρανικών σιτηρών στη χώρα για την προστασία των πολωνών αγροτών.

Εν συνεχεία – κλιμακώνοντας την αντιπαράθεση που ξέσπασε – ανακοίνωσε επιδεικτικά τον τερματισμό της παροχής όπλων, θέλοντας να προσελκύσει ακροδεξιούς ψηφοφόρους που έχουν εκφράσει σοβαρές επιφυλάξεις στην υποστήριξη της Ουκρανίας. «Δεν μεταφέρουμε πλέον όπλα στην Ουκρανία, γιατί τώρα εξοπλίζουμε την Πολωνία με πιο σύγχρονα όπλα», είπε, στέλνοντας μήνυμα στο συγκεκριμένο ακροατήριο.

Η στάση του έχει τις ρίζες της στις εσωτερικές πολιτικές επιδιώξεις ενόψει των κοινοβουλευτικών εκλογών της 15ης Οκτωβρίου, ωστόσο αντανακλά ένα κλίμα που διαμορφώνεται – και ενισχύεται – σταδιακά στο δυτικό συμμαχικό μπλοκ. Αναλυτές υπογραμμίζουν πως σε κάποιες περιπτώσεις οι ψήφοι αποδεικνύονται πιο σημαντικοί από την Ουκρανία. Εκτιμάται δε πως ενδεχομένως να μην πρόκειται για «εκλογικά πυροτεχνήματα».

Δυτικός διπλωμάτης που μίλησε στο Politico ανέφερε πως υπάρχουν λόγοι να πιστεύουμε ότι η Πολωνία θα επιμείνει σε αυτή τη στάση και μετά τις εκλογές. Η διαμάχη για τα σιτηρά μεταξύ Βαρσοβίας και Κιέβου, σημείωσε, αποκαλύπτει βαθύτερους ενδοιασμούς για την ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ.

Το πρόβλημα για τους Ουκρανούς είναι πως η Πολωνία δεν είναι η μοναδική χώρα που φαίνεται η υποστήριξη να διολισθαίνει. Η ηγεσία της Εσθονίας έχει αρχίσει να χάνει τη δυναμική της ύστερα από εσωτερικά σκάνδαλα, ενώ στη Σλοβακία οι εκλογές της 30ης Σεπτεμβρίου θα μπορούσαν εν μια νυκτί να την μετατρέψουν από τον πιο ένθερμο υποστηρικτή σε σκεπτικιστή, αν κερδίσει ο Ρόμπερτ Φίκο, ο οποίος έχει στηρίξει την προεκλογική του εκστρατεία σε ένα φιλορωσικό και αντιαμερικανικό αφήγημα.

Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις ο Φίκο βρίσκεται σε τροχιά νίκης και έχει δηλώσει πως εάν εκλεγεί «δεν πρόκειται να στείλουμε άλλα όπλα ή πυρομαχικά στην Ουκρανία». «Αν έχεις μια κοινωνία όπου μόνο το 40 τοις εκατό υποστηρίζει την παράδοση όπλων στην Ουκρανία και η κυβέρνησή σας προσφέρει υποστήριξη σχεδόν στο επίπεδο της Βαλτικής, αυτό προκαλεί αντιδράσεις», δήλωσε ο Μίλαν Νιτς, μέλος του Γερμανικού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων. Η νίκη του Φίκο θα προσέφερε έναν ισχυρό σύμμαχο και στον Ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Όρμπαν, έναν από τους μεγαλύτερους σκεπτικιστές στην ΕΕ για την υποστήριξη στο Κίεβο.

Αναμφίβολα οι υποστηρικτές της Ουκρανίας στην ΕΕ αλλά και στις ΗΠΑ παραμένουν ακόμη πολλοί. Όμως καταγράφεται όλο και περισσότερο μια τάση – τουλάχιστον – προβληματισμού για τις εξελίξεις και τη συνέχιση του πολέμου. Ενόψει των αμερικανικών προεδρικών εκλογών του 2024, το ζήτημα της Ουκρανίας έχει βρεθεί αρκετές φορές στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης με ρεπουμπλικανικά στελέχη να εκφράζουν επιφυλάξεις και κριτική για το οικονομικό και διπλωματικό κεφάλαιο που δαπανάται για την στήριξη του Κίεβου.

Είναι χαρακτηριστικό πως ο ουκρανός πρόεδρος, κατά τη νέα επίσκεψή τους στις ΗΠΑ, συναντήθηκε με μέλη του Κογκρέσου, χωρίς όμως να προχωρήσει σε κάποια ομιλία. Όπως είπε, είχε έναν «υπέροχο διάλογο» με μέλη της Γερουσίας, που ελέγχεται από τους Δημοκρατικούς. Στην ελεγχόμενη όμως από τους Ρεπουμπλικάνους Βουλή των Αντιπροσώπων διατυπώνονται ενστάσεις σχετικά με το κόστος της στρατιωτικής βοήθειας.

Από την έναρξη της ρωσικής εισβολής, τον Φεβρουάριο του 2022, οι ΗΠΑ έχουν προσφέρει στην Ουκρανία στρατιωτική βοήθεια που ανέρχεται σε 43,9 δισεκατομμύρια δολάρια. «Ο Ζελένσκι εξελέγη στο Κογκρέσο; Είναι ο πρόεδρός μας; Δεν νομίζω. Έχω ερωτήσεις για το πού είναι η λογοδοσία για τα χρήματα που έχουμε ήδη δαπανήσει. Ποιο είναι αυτό το σχέδιο για τη νίκη;», δήλωσε πριν λίγες μέρες ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Κέβιν Μακάρθι, ο οποίος σύμφωνα με πληροφορίες, μπλόκαρε ομιλία του Ζελένσκι σε κοινή συνεδρίαση της Βουλής και της Γερουσίας των ΗΠΑ.

Ανάλογες ανησυχίες εκφράζονται παρασκηνιακά και στην Ευρώπη. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει ποντάρει στην κόπωση των δυτικών κοινωνιών και αυτή έχει αρχίσει να κάνει την εμφάνισή της. Ο εκπρόσωπος της ρωσικής προεδρίας να αποκαλύπτει έμμεσα την στρατηγική και τις προσδοκίες της Μόσχας. «Προβλέπουμε ότι αυτές οι προστριβές ανάμεσα στη Βαρσοβία και το Κίεβο θα αυξηθούν», δήλωσε ο Ντμίτρι Πεσκόφ. «Αντιλαμβανόμαστε ότι ανάμεσα στο Κίεβο και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες επίσης θα αυξηθούν οι εντάσεις με την πάροδο του χρόνου, αυτό είναι αναπόφευκτο. Και κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου συνεχίζουμε την ‘ειδική στρατιωτική επιχείρησή’ μας (στην Ουκρανία) για να εκπληρώσουμε τους στόχους που έχουμε ορίσει», πρόσθεσε.

Παρασκηνιακά στο δυτικό μπλοκ πληθαίνουν οι συζητήσεις για το κόστος μιας αέναης υποστήριξης του πολέμου στην Ουκρανία. Σε καμία περίπτωση η Δύση δεν επιθυμεί μια ήττα της Ουκρανίας, αλλά ούτε και να φανεί – τουλάχιστον σε αυτή τη φάση – πως «πατρονάρει» την ουκρανική ηγεσία και την οδηγεί σε μια συμφωνία που δεν επιθυμεί. Αυτό που επιδιώκει η δυτική διπλωματία είναι να έχει έτοιμο «στρωμένο» το «τραπέζι» των διαπραγματεύσεων για την στιγμή που οι δύο πλευρές θα αποφασίσουν να κάτσουν σε αυτό.

Το τελευταίο διάστημα διέρρευσε στη δημόσια συζήτηση το μοντέλο της Κορέας, δηλαδή μια μακροχρόνια ανακωχή, ένα «πάγωμα» της σύγκρουσης στις θέσεις των δύο στρατών, που θα διαμορφώσει ατύπως μια συνοριακή γραμμή μεταξύ των δύο χωρών. Όσο περνάει ο καιρός, οι υπέρμαχοι αυτής της θέσης αυξάνονται και οι πιέσεις προς το Κίεβο για να αποδεχτεί ένα τέτοιο σενάριο αναμένεται να ενταθούν, ιδιαίτερα όσο η αντεπίθεση δεν φέρνει τα προσδοκόμενα αποτελέσματα.

Προς το παρόν το Κίεβο εμφανίζεται αποφασισμένο να συνεχίσει μέχρι την τελική νίκη και το ίδιο δηλώνουν επίσημα οι σύμμαχοι του. Όπως εύστοχα σχολιάζει το Politico «είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι ο Πούτιν δεν παρακολουθεί τα όσα συμβαίνουν τρίβοντας τα χέρια του».