Ένα αυτογκόλ στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Αμερικής είχε θανάσιμες συνέπειες για τον αρχηγό της Κολομβίας, ο οποίος πλήρωσε με τη ζωή του την παρακμή μιας κοινωνίας.

«Η ζωή δεν τελειώνει εδώ. Πρέπει να συνεχίσουμε. Η ζωή δεν μπορεί να τελειώνει εδώ. Όσο δύσκολο κι αν είναι, πρέπει να σταθούμε ξανά στα πόδια μας», αυτό ισχυριζόταν ο διεθνής αμυντικός της Κολομβίας, Αντρές Εσκομπάρ, στην εφημερίδα της Μπογκοτά «El Tiempe» στον απόηχο του αποκλεισμού της χώρας του από το Μουντιάλ του 1994.

Η πανίσχυρη Κολομβία είχε πολλές ελπίδες σε εκείνο το Παγκόσμιο Κύπελλο, καθώς μέχρι και ο Πελέ ισχυρίστηκε ότι η ομάδα ήταν ικανή να φτάσει στην ημιτελική φάση, αν και ο επίλογος της πορείας της θα γραφόταν με 6 σφαίρες: ήταν στο πάρκινγκ νυχτερινού κέντρου του Μεντεγίν, τις πρώτες πρωινές ώρες της 2ας Ιουλίου 1994, όταν ο διεθνής Εσκομπάρ έπεφτε νεκρός.

Όσο για τον λόγο του φονικού, θεωρήθηκε αρχικά η εκδίκηση που έψαχνε μερίδα της κοινωνίας για το τέλος του μουντιαλικού ονείρου, με τις σφαίρες να σφραγίζουν το τραγικό λάθος του αυτογκόλ: ο δράστης, ένας από τους μπράβους του club που διασκέδαζε ο μοιραίος παίκτης, ούρλιαζε «γκολ» έπειτα από κάθε σφαίρα που φύτευε στην πλάτη του Εσκομπάρ.

Αμέσως βέβαια κυκλοφόρησαν φήμες για χτύπημα του υποκόσμου της Κολομβίας, και όχι για πράξη αντεκδίκησης σαλεμένου οπαδού, καθώς το λάθος του Εσκομπάρ είχε στοιχίσει μυθικά ποσά στο κύκλωμα του παράνομου στοιχηματισμού της χώρας.

Και βέβαια πρώτο όνομα στη λίστα των «νονών» που θα μπορούσαν να βρίσκονται πίσω από τη δολοφονία του τραγικού ποδοσφαιριστή δεν ήταν άλλο από τους επιγόνους του Πάμπλο Εσκομπάρ! Ο βαρόνος της κοκαΐνης είχε εντάξει στο κοινωνικό του έργο την ανέγερση γηπέδων ποδοσφαίρου σε όλη την κολομβιανή επικράτεια, με πολλούς από τους χρυσούς ποδοσφαιριστές της Κολομβίας του ’94 να έχουν πράγματι μάθει μπάλα στα γήπεδα του Εσκομπάρ! Ο Πάμπλο ήταν εξάλλου ιδιοκτήτης ποδοσφαιρικής ομάδας, της Atletico Nacional του Μεντεγίν, κάτι που του επέτρεπε να ξεπλένει εκατομμύρια δολάρια μέσω των παχυλών μεταγραφών που έκανε, στήνοντας παράλληλα το μεγαλύτερο δίκτυο παράνομου στοιχήματος της Κολομβίας.

Ποιος μπορεί εξάλλου να ξεχάσει τον σάλο που ξέσπασε όταν ο «τρελός» του κολομβιανού ποδοσφαίρου, Ρενέ Χιγκίτα, σταμάτησε να συνομιλήσει με δημοσιογράφους το 1993, καθώς πήγαινε να επισκεφθεί τον Πάμπλο Εσκομπάρ στη φυλακή; Μιλάμε για το στιγμιότυπο της μεσολάβησής του στη διαβόητη υπόθεση απαγωγής, κάτι που θα στερούσε τη συμμετοχή του στα μουντιαλικά γήπεδα της Αμερικής την επόμενη χρονιά!

Όσο για τις ζωές των δύο Εσκομπάρ, έμελλε να διασταυρωθούν σε πολλές κοινωνικές εκδηλώσεις, καθώς ο Πάμπλο ήταν ένας άνθρωπος που δεν ήξερε το «όχι» για απάντηση. Η δολοφονία του δραπέτη Εσκομπάρ μάλιστα στις 2 Δεκεμβρίου 1993 έριξε βαριά τη σκιά της στην κοινωνία και μέσα στο κλίμα αυτό πήγε η Εθνική Κολομβίας στο Μουντιάλ του 1994.

Ο «El Caballero del Futbol», ο τζέντλεμαν του ποδοσφαίρου δηλαδή Αντρές Εσκομπάρ, ήταν ένας ιδιαίτερα αγαπητός και καλοσυνάτος παίκτης, φυσικός αρχηγός της χρυσής γενιάς του κολομβιανού ποδοσφαίρου που ταξίδεψε στα γήπεδα των ΗΠΑ με πολλές προσδοκίες. Μετά την ήττα λοιπόν της Κολομβίας με 3-1 από τη Ρουμανία, άρχισαν να πέφτουν βροχή οι απειλές θανάτου στους διεθνείς της Κολομβίας.

Στον απόηχο του θανάτου του Πάμπλο Έσκομπαρ, ο μικρός γιος του διεθνούς τερματοφύλακα Luis «Chonto» Herrera είχε απαχθεί. Τώρα, μετά την ήττα από τη Ρουμανία, ο Herrera έμαθε τηλεφωνικά τα τραγικά νέα: ο αδελφός του είχε σκοτωθεί σε ύποπτο τροχαίο δυστύχημα. Ο εφιάλτης είχε αρχίσει και η εθνική ομάδα είχε παραλύσει από φόβο.

Και βέβαια θα ήταν στο 22’ του μοιραίου ματς με τις ΗΠΑ όταν ο Εσκομπάρ θα έστελνε την μπάλα σε λάθος δίχτυα, ξεσηκώνοντας τόσο τη μήνη της δοκιμαζόμενης κοινωνίας όσο την οργή φυσικά των παράνομων κυκλωμάτων που είχαν επενδύσει πολλά στην πρόκριση της Κολομβίας.

«Θέλει σκότωμα για ένα τέτοιο λάθος», είπε ασυναίσθητα λίγα δευτερόλεπτα μετά το λάθος του κολομβιανού αμυντικού ο σχολιαστής του BBC, ενώ πίσω στη χώρα του τα πράγματα ήταν σαφώς πιο ξεκάθαρα, ακόμα και στα παιδιά: βλέποντας το ματς από την τηλεόραση, ο 9χρονος ανιψιός του Εσκομπάρ ρωτάει τη μητέρα του: «Μαμά, θα σκοτώσουν τον Αντρές τώρα;».

Κι αν η Κολομβία νίκησε την Ελβετία με 2-0 στον τελευταίο γύρο της φάσης των ομίλων, η νίκη των ΗΠΑ κόντρα στη Ρουμανία σφράγισε τόσο την τύχη της Κολομβίας στο Μουντιάλ όσο και τη μοίρα του τραγικού αμυντικού.

Όσο για τη μοιραία νύχτα, όπου ο νέος και ακμαίος Εσκομπάρ είχε βγει με φίλους να διασκεδάσει, είχε καλέσει και τον τερματοφύλακα «Chonto» Herrera, ο οποίος όμως αρνήθηκε εισακούγοντας τις παρακλήσεις του ομοσπονδιακού προπονητή του: «Τους είπα ότι οι δρόμοι είναι επικίνδυνοι», θυμάται ο Maturana, «εδώ οι αψιμαχίες δεν λύνονται με μπουνιές».

Φτάνοντας λοιπόν στο «El Indio Bar» του Μεντεγίν με την παρέα του έγινε αμέσως στόχος πικρόχολων πειραγμάτων για το τραγικό του αυτογκόλ. Ο ίδιος εγκατέλειψε το μπαρ με τη σύντροφό του, αν και του είχαν στήσει καρτέρι τουλάχιστον 4 άντρες, όταν ένα όπλο εκπυρσοκρότησε 6 φορές και οι σφαίρες τον βρήκαν στην πλάτη. Σε λιγότερο από 30 λεπτά, ο Αντρές Εσκομπάρ ήταν και επισήμως νεκρός.

Από τις πινακίδες των αυτοκινήτων των δραστών έγινε γνωστό ότι τα οχήματα ανήκαν στα αδέλφια Gallon, εμπόρους ναρκωτικών που είχαν πρόσφατα εγκαταλείψει το καρτέλ του άλλου Εσκομπάρ. Μετά τη δολοφονία, που πιθανότατα έγινε εκ μέρους των παράνομων κυκλωμάτων στοιχηματισμού, τα δύο αδέλφια προσέγγισαν τον εισαγγελέα και τον πλήρωσαν χρυσάφι για να στρέψει τις έρευνές του στον μπράβο του μαγαζιού, κάνοντας το φονικό να μοιάζει με απλή εκδίκηση ψυχικά διαταραγμένου οπαδού.

«Η κοινωνία μας πίστεψε ότι το ποδόσφαιρο σκότωσε τον Αντρές», είπε λίγο αργότερα ο Francisco Maturana, για να συνεχίσει με νόημα: «Ο Αντρές ήταν ένας ποδοσφαιριστής που σκοτώθηκε από την κοινωνία»…