«Αναλαμβάνω όλες τις ευθύνες στο βαθμό που μου αναλογούν», ανέφερε στην απολογία του ο ιδρυτής της Folli Follie, Δημήτρης Κουτσολιούτσος, ο οποίος, ωστόσο, ισχυρίζεται πως «ανέχθηκε» την πρόταση να παραποιηθούν τα οικονομικά στοιχεία της για «να διασωθεί το δημιούργημα της ζωής του».

Ο κατηγορούμενος για σωρεία κακουργηματικών πράξεων, που ήδη βρίσκεται προσωρινά κρατούμενος στις φυλακές Κορυδαλλού, ισχυρίστηκε πως δεν γνώριζε το μέγεθος των πλαστογραφιών και έβαλε στο «κάδρο» των ευθυνών δυο στενούς του συνεργάτες. Παράλληλα, υπογράμμισε πως δεν έχουν καμία σχέση με τις αξιόποινες πράξεις που τους αποδίδονται ο γιος του, ο οποίος επίσης έχει προφυλακιστεί, αλλά και η σύζυγος του η οποία έχει αφεθεί ελεύθερη με περιοριστικούς όρους.

Ο 79χρονος ήταν κατηγορηματικός ότι «καθ’ όλο το επίδικο χρονικό διάστημα ουδόλως αυξήθηκε η προσωπική μου περιουσία». Στο υπόμνημα που κατέθεσε στην ανακρίτρια ο κατηγορούμενος, σύμφωνα με πληροφορίες, αναφέρει:

«Αναλαμβάνω όλες τις ευθύνες»

«Ευθύς εξαρχής θέλω να δηλώσω ότι αναλαμβάνω όλες τις ευθύνες στο βαθμό που μου αναλογούν. Πράγματι, όπως κατωτέρω θα αναλύσω, διάφορες οικονομικές συγκυρίες με ανάγκασαν να αποδεχθώ την παρέμβαση στα οικονομικά στοιχεία του υπο-ομίλου της FF στην Ασία. Η εξαρχής πρόθεσή μου για την παρέμβαση αυτή, για μικρό χρονικό διάστημα, ήταν μόνο καλόπιστη, προκειμένου να διασώσω το δημιούργημα της ζωής μου και να κατορθώσω να συνεχίσω νομίμως τη λειτουργία της εταιρείας. Ουδέποτε επεδίωξα ούτε αποκόμισα το οποιοδήποτε παράνομο περιουσιακό όφελος από τις πράξεις που μου αποδίδονται στο εις βάρος μου κατηγορητήριο και εν γένει από την επιχειρηματική μου αυτή δραστηριότητα».

«Θλίβομαι που δημιούργησα τεράστια προβλήματα στους ανθρώπους που αγαπάω»

«Θλίβομαι, επίσης, διότι από την εσφαλμένη αυτή επιλογή μου δημιούργησα τεράστια προβλήματα τόσο στους ανθρώπους που αγαπάω, όσο και στους επί σειρά ετών συνεργάτες μου, οι οποίοι αδίκως φέρονται ως διαπράξαντες σοβαρές κακουργηματικές πράξεις. Τόσο η οικογένειά μου όσο και όλοι οι υπάλληλοι και συνεργάτες μου στην εταιρεία στην Ελλάδα δεν είχαν καμία γνώση και καμία ανάμειξη στα όσα μου καταλογίζονται και στα όσα ο ίδιος ανέχθηκα στον υπο-όμιλο της FF στην Ασία. Τούτο νομίζω, άλλωστε, είναι σαφές και από το σύνολο της δικογραφίας, καθώς φαίνεται και αποδεικνύεται ότι όσα ο ίδιος δέχθηκα να γίνουν με τον Ιωάννη Μπεγιέτη και τον LAW Chiu Chuen (Tonio) δεν τελούσαν ούτε καν σε γνώση των εν Ελλάδι εργαζομένων».

«Δεν επέλεξα αυτή την εσφαλμένη πρακτική, προκειμένου να πλουτίσω παρανόμως»

«επαναλαμβάνω, ότι η παρέμβαση αυτή στα οικονομικά στοιχεία της εταιρείας προκλήθηκε από διάφορες αρνητικές οικονομικές συγκυρίες και σε καμία περίπτωση δεν επέλεξα αυτή την εσφαλμένη πρακτική, προκειμένου να πλουτίσω παρανόμως. Από μικρό παιδί εργαζόμουν όλη μέρα για να επιτύχω το στόχο μου να δημιουργήσω μια διεθνούς φήμης ελληνική εταιρεία, η οποία θα προέβαλε την ελληνική επιχειρηματικότητα.

Ευχερώς καθίσταται κατανοητό, ότι δεν αποκόμισα κανένα παράνομο περιουσιακό όφελος από το 2007 και εντεύθεν που φέρομαι ότι ενήργησα παρανόμως, καθώς καθ’ όλο το επίδικο χρονικό διάστημα ουδόλως αυξήθηκε η προσωπική μου περιουσία. Η ακίνητη περιουσία μου, η οποία είναι ήδη γνωστή στις Αρχές, αποκτήθηκε στο σύνολό της πριν το επίδικο χρονικό διάστημα.

Επιπλέον, έχω ερευνηθεί από τις αρμόδιες Αρχές για όλες τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών μου και ουδέν παράνομο έσοδο έχει ανευρεθεί σε αυτούς. Το κατάλοιπο του συνόλου των τραπεζικών μου λογαριασμών κατά το έτος 2018 είναι είτε μηδενικό είτε ελάχιστο».

«Χρηματοδοτούσα την εταιρεία μου και δεν αποκόμιζα παράνομα οφέλη»

«Δεν είναι δυνατό, λοιπόν, να θεωρηθεί ότι προέβην στις κατά το κατηγορητήριο αξιόποινες πράξεις με σκοπό τον προσωπικό μου πλουτισμό, όταν από όλες τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών μου προκύπτει και αποδεικνύεται ότι ο ίδιος χρηματοδοτούσα την εταιρεία μου και δεν αποκόμιζα παράνομα οφέλη από αυτήν. Εάν είχα πράγματι αποκομίσει τα παράνομα οφέλη που μου καταλογίζονται ότι τάχα εισέπραξα δια της καταθέσεως στους προσωπικούς μου λογαριασμούς, τα οφέλη αυτά θα ευρίσκοντο ακόμα σε τραπεζικές καταθέσεις.

Ουδέν ποσό, όμως, έχει ανευρεθεί σε αυτές. Και τούτο, διότι ο ίδιος ενεργούσα μόνο προς όφελος της εταιρείας και διαρκώς χρηματοδοτούσα-δάνειζα αυτή για την εξασφάλιση της ρευστότητάς της, όποτε τούτο ήταν αναγκαίο. Συνεπώς, όπως κατωτέρω θα αναπτύξω, τα ποσά που μου καταλογίζονται ως παράνομο περιουσιακό όφελος έχουν είτε δοθεί στην εταιρεία είτε έχουν καταβληθεί για την κάλυψη τόκων και λοιπών τραπεζικών εξόδων».

«Η εταιρεία εξακολουθεί να λειτουργεί»

«Το επίδικο χρονικό διάστημα που φέρομαι ότι τέλεσα τις αποδιδόμενες σε βάρος μου αξιόποινες πράξεις αποτέλεσε ένα διάστημα, κατά το οποίο αναλώθηκα στην ανεύρεση λύσης για τη διάσωση της εταιρείας. Δεν αποτελούσε για εμένα μέλημα η οκνηρή πολυτελής διαβίωση, αλλά η πολύωρη καθημερινή εργασία μου για την επίτευξη των επιχειρηματικών πλάνων και για την ανάπτυξη της εμπορικής δραστηριότητας της εταιρείας.

Αισθάνομαι ότι εν μέρει τα κατάφερα, διότι παρά τον σφοδρό κλυδωνισμό που υπέστη η εταιρεία μετά τις ανακοινώσεις του αμερικανικού επενδυτικού σχήματος QCM και την ποινική εμπλοκή εμού, της οικογένειας και των συνεργατών μου, η εταιρεία εξακολουθεί να λειτουργεί και μάλιστα να διατηρεί αξιοζήλευτα περιουσιακά στοιχεία. Ουδείς, λοιπόν, μπορεί να ισχυριστεί ότι επεδίωξα να δημιουργήσω μια εικονική εταιρεία για να πλουτίσω τόσο ο ίδιος όσο και η οικογένειά μου και, όταν κατορθώσω τούτο, να εξαφανιστώ από την αγορά.

Άλλωστε, όπως προκύπτει από την έκθεση της εταιρείας PWC για τη χρήση του έτους 2017, η οποία αποτελεί μέρος της δικογραφίας, η εταιρεία ακόμα και σήμερα διατηρεί περιουσιακά στοιχεία συνολικής αξίας 794.600.809,99 ευρώ. Μάλιστα, η καθαρή θέση της εταιρείας, αν αφαιρεθεί το σύνολο των υποχρεώσεων από το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων ανέρχεται περίπου στο ποσό των 70 εκατ. ευρώ».

«Με ανάγκασαν να ανεχθώ παρεμβάσεις στα λογιστικά στοιχεία του υπο-ομίλου της Ασίας»

«Ουδέν παράνομο περιουσιακό όφελος απέκτησα, διότι κατέβαλα τουλάχιστον ισότιμο ποσό ως δάνεια στην εταιρεία για τις άμεσες ανάγκες ρευστότητας αυτής, καθώς και για την πληρωμή τόκων και λοιπών τραπεζικών εξόδων.

Όπως θα καταδείξω στο παρόν κεφάλαιο, κατά την ιστορική πορεία της εμπορικής δραστηριότητας της εταιρείας, προέκυψαν οικονομικές συγκυρίες που με ανάγκασαν να ανεχθώ παρεμβάσεις στα λογιστικά στοιχεία του υπο-ομίλου της Ασίας, προκειμένου να μην δημιουργηθεί πρόβλημα στη λειτουργία της εταιρείας.

Ωστόσο, μοναδικός μου σκοπός ήταν η παρέμβαση αυτή να μη διαρκέσει επί μακρόν, αλλά για σύντομο χρονικό διάστημα, προκειμένου να συνεχιστεί η απολύτως νόμιμη λειτουργία του ομίλου. Πρόκειται, άλλωστε, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, για μία εταιρεία που κατάφερε να επεκταθεί εκτός των ελληνικών συνόρων και να δημιουργηθεί ένας παγκοσμίως γνωστός όμιλος επιχειρήσεων. Ορισμένες αρνητικές συγκυρίες, όμως, με οδήγησαν στην εσφαλμένη σκέψη να ανεχθώ την τροποποίηση τα λογιστικά στοιχεία του υπο-ομίλου στην Ασία.

Τούτη η εσφαλμένη επιλογή μου, για την οποία έχω ειλικρινά μετανιώσει, οδήγησε στην κατακρήμνιση του ομίλου, για τον οποίο σκληρά εργάστηκα τόσο να δημιουργήσω όσο και να αναπτύξω. Κατωτέρω, λοιπόν, θα προβώ σε αναφορά των γεγονότων, τα οποία ιστορικά με οδήγησαν στη μη ορθή επιλογή να αποδεχθώ ως λύση στα οικονομικά προβλήματα της Εταιρείας τις επίδικες παρεμβάσεις στα οικονομικά στοιχεία του υπο-ομίλου».

«Οι κλυδωνισμοί αυτοί πολλαπλασιάστηκαν με την απρόβλεπτη επιδείνωση της παγκόσμιας οικονομίας»

Κατά τα έτη 2006 και 2007, ο Όμιλος αύξησε το ποσοστό συμμετοχής του στα ΚΑΕ από 24,61% σε 52,28%. Επίσης, προέβη στην αγορά των εταιρειών LINKS OF LONDON και ELMEC SPORT. Για την πραγματοποίηση αυτού του επενδυτικού πλάνου επί σκοπώ ανάπτυξης της εταιρείας, ήταν αναγκαία η αύξηση του τραπεζικού δανεισμού του ομίλου.

Άλλωστε, το οικονομικό κλίμα της εποχής ήταν πρόσφορο για την πραγματοποίηση αναπτυξιακών επενδυτικών πλάνων, καθώς η παγκόσμια οικονομία βρισκόταν σε πορεία ανόδου. Όπως προκύπτει από τους προσκομιζόμενους ισολογισμούς του ομίλου, το ύψος των συνολικών δανειακών τραπεζικών υποχρεώσεων της εταιρείας, το οποίο αποτελεί το άθροισμα των μακροπρόθεσμων και των βραχυπρόθεσμων τραπεζικών υποχρεώσεών της, κυμάνθηκε ως εξής:

Επομένως, από τα ανωτέρω στοιχεία προκύπτει ότι η εταιρεία, κατά τα έτη 2006, 2007 και 2008 αύξησε τον τραπεζικό δανεισμό της για να πραγματοποιήσει τα επενδυτικά της πλάνα σε μια κατ’ αρχήν διαφαινόμενη θετική παγκόσμια οικονομική συγκυρία. Εν τέλει, όμως, η απόφαση για την αύξηση του τραπεζικού δανεισμού προκάλεσε κλυδωνισμούς στα οικονομικά μεγέθη της εταιρείας.

Οι κλυδωνισμοί αυτοί πολλαπλασιάστηκαν με την απρόβλεπτη επιδείνωση της παγκόσμιας οικονομίας, εξαιτίας της κατάρρευσης του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος Lehman Brothers, η οποία οδήγησε στη γνωστή σε όλους παγκόσμια οικονομική ύφεση. Όπως είναι φυσικό, τα προβλήματα που άρχισε να αντιμετωπίζει η εταιρεία ήδη από το έτος 2007 διογκώθηκαν λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 2008. Τούτο, διότι η εμπορική δραστηριότητα της εταιρείας, η οποία βασιζόταν τόσο στην ελληνική αγορά όσο και σε διεθνείς αγορές, παρουσίασε έντονα σημάδια κάμψης, αφού μειώθηκε η κατανάλωση από το αγοραστικό κοινό και αντιστοίχως η ζήτηση των προϊόντων της.

Επισημαίνεται δε, ότι το σύνολο των δανείων της εταιρείας κατά την επίδικη περίοδο εντοπιζόταν αποκλειστικά στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, το οποίο επλήγη σφοδρότατα από την οικονομική κρίση. Ενώ, λοιπόν, αποφάσισα την ανάπτυξη της εταιρείας σε ένα ευοίωνο οικονομικό περιβάλλον, η επιλογή τελικά να αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό ο τραπεζικός δανεισμός οδήγησε σε επιδείνωση των χρηματοοικονομικών δεικτών της εταιρείας. Η προσδοκώμενη ανάπτυξη της εταιρείας όχι μόνο δεν πραγματοποιήθηκε, αλλά η επελθούσα παγκόσμια οικονομική κρίση αποτέλεσε την οριστική επισφράγιση της ματαίωσης των επιχειρηματικών μου στόχων».

«Αναζητώντας μια λύση…»

«Η μη εκπλήρωση των επιχειρηματικών προσδοκιών για ανάπτυξη, σε συνδυασμό με την παγκόσμια κατάρρευση των αγορών, έθεσε τα οικονομικά μεγέθη της εταιρείας εν αμφιβόλω και ιδίως έναντι των υποχρεώσεών της προς τις τράπεζες. Επισημαίνεται δε, ότι ήδη πριν ξεκινήσει η οικονομική κρίση, ο τζίρος του ελληνικού ομίλου ευρισκόταν οριακά πάνω από το ύψος του δανεισμού από τις τράπεζες.

Ενόψει αυτών, καθώς και εξαιτίας της έλλειψης ρευστότητας, ήταν έντονος και υπαρκτός ο κίνδυνος να μην τηρηθούν οι όροι των δανειακών μας συμβάσεων, με συνέπεια να καταστούν τα δάνεια ληξιπρόθεσμα και απαιτητά. Μάλιστα, ήδη οι τράπεζες, έχοντας αντιληφθεί την κρισιμότητα των οικονομικών μεγεθών της εταιρείας, ξεκίνησαν να ασκούν πιέσεις για να βρεθεί λύση προς εξασφάλιση της αποπληρωμής των δανείων, άλλως οι τράπεζες θα προέβαιναν σε καταγγελία των δανειακών συμβάσεων.

Υπό το βάρος των ανωτέρω αντίξοων οικονομικών συνθηκών, απευθύνθηκα στον LAW Chiu Chuen (Tonio) και του ανέπτυξα τους προβληματισμούς μου σε σχέση με τα οικονομικά δεδομένα της εταιρείας, αναζητώντας μια λύση, προκειμένου ο ασιατικός υπο-όμιλος να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της διόγκωσης του τραπεζικού δανεισμού της μητρικής εταιρείας.

Αρχικώς, θεωρούσα ότι θα μπορούσε να ανευρεθεί λύση δια της αναπτύξεως στην ασιατική αγορά. Δεδομένου, όμως, ότι αυτό δεν αποτελούσε μια άμεση και πρόσφορη λύση, τότε εκείνος μου πρότεινε την παρέμβαση στα λογιστικά στοιχεία του υπο-ομίλου της Ασίας, δια της δημιουργίας κάποιων εικονικών εταιρειών, προκειμένου να καταστεί εφικτή η αύξηση τόσο του τζίρου όσο και της κερδοφορίας αυτού.

Με τον τρόπο αυτό θα κερδίζαμε λίγο χρόνο, προκειμένου να μην είναι φορτική η πίεση των τραπεζών για την αποπληρωμή των δανείων, η οποία θα προκαλούσε ασφυξία στη λειτουργία της εταιρείας. Υπό την πίεση, λοιπόν, των οικονομικών υποχρεώσεων της εταιρείας, αποδέχτηκα αυτό που μου πρότεινε ο LAW Chiu Chuen (Tonio) ως προσωρινή λύση, προκειμένου να κρατήσω την εταιρεία ζωντανή και να διασφαλίσω τα συμφέροντα των μετόχων και των επενδυτών, αλλά κυρίως των εργαζομένων στην εταιρεία».

«Χωρίς να έχουν τη δική μου γνώση ή συναίνεση σε όλες τις πράξεις τους…»

«Από όλα τα ανωτέρω αποδεικνύεται, χωρίς φυσικά, να αποποιούμαι των δικών μου ευθυνών ότι οι κ.κ. Μπεγιέτης Ιωάννης και Law Chiu Chuen (Tonio) αυτενεργούσαν, χωρίς να έχουν τη δική μου γνώση ή συναίνεση σε όλες τις πράξεις τους. Μπορεί ο ίδιος να είχα συμφωνήσει στην εφαρμογή μίας πρακτικής για παρέμβαση στα λογιστικά στοιχεία του υπο-ομίλου της Ασίας, αλλά δεν θεωρούσα ότι η πρακτική αυτή θα έφθανε στο σημείο να πραγματοποιείται μία τέτοια ευρείας κλίμακας πλαστογραφία.

Μπορεί ο ίδιος ως επικεφαλής του ομίλου να θεωρείται ότι γνώριζα όλες τις ενέργειες των υπαλλήλων και συνεργατών μου, αλλά η μοναδική αλήθεια είναι ότι οι ανωτέρω προέβαιναν αυτοτελώς και χωρίς καμία δική μου γνώση σχετικά με επιμέρους πράξεις. Ο ίδιος, γνώριζα μόνο το τελικό αποτέλεσμα και δεν ησχολούμην με τις λοιπές λεπτομέρειες. Για αυτό, άλλωστε, δεν γνώριζα ούτε το σύνολο των εταιρειών που είχαν συσταθεί για τις εικονικές συναλλαγές, ούτε το γεγονός ότι απαιτούντο οι κατά το κατηγορητήριο πράξεις τις πλαστογραφίας.

Η απολογία της Καίτης Κουτσολιούτσου

«Ευθύς εξαρχής δηλώνω ότι ουδέποτε τέλεσα οποιαδήποτε αξιόποινη πράξη ούτε έχω οποιαδήποτε γνώση σχετικά με αξιόποινες συμπεριφορές και συγκεκριμένα με εκείνες που περιλαμβάνονται στο σε βάρος μου κατηγορητήριο και σχετίζονται με τη δραστηριότητα του υπο-ομίλου της εταιρείας στην Ασία» ανέφερε, σύμφωνα με πληροφορίες, στην απολογία της η Καίτη Κουτσολιούτσου. Όπως επεσήμανε στο υπόμνημα της:

«Όσον αφορά στην ενασχόλησή μου με την εν γένει δραστηριότητα των εταιρειών του ομίλου, τούτη εξαντλείτο αποκλειστικά στο δημιουργικό – καλλιτεχνικό κομμάτι της εταιρείας. Ουδέποτε ασχολήθηκα με τα θέματα διοίκησης της εταιρείας ή με τις οικονομικές της καταστάσεις. Η εργασία μου είχε κυρίως να κάνει με θέματα σχεδιασμού κοσμημάτων, marketing, δημοσίων σχέσεων, διαφήμισης προϊόντων, διοργάνωση εκθέσεων, εκδηλώσεων γενικώς με ό,τι αφορούσε το καλλιτεχνικό-δημιουργικό και προωθητικό  τμήμα των εταιρειών»

«Δεν εργαζόμουν στο οικονομικό τμήμα της εταιρείας»

Συγκεκριμένα, η ίδια δεν είχα ποτέ επαφή ή σχέση με το οικονομικό τμήμα της εταιρείας και δεν συνεργαζόμουν ποτέ με αυτό. Ουδέποτε περιέρχονταν σε ουσιαστική γνώση μου τα οικονομικά στοιχεία της εταιρείας και θεωρούσα ότι, ανεξαρτήτως των όποιων προβλημάτων αντιμετώπιζε η εταιρεία, όλα όσα γράφονταν στους ισολογισμούς αυτής ήταν αληθή και ακριβή.

Η παρουσία μου στις συνεδριάσεις του ΔΣ, όπου εγκρίνονταν οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του ομίλου ήταν καθαρά τυπική, ενώ ουδέποτε ασχολήθηκα ουσιαστικά με την οικονομική διοίκηση του ομίλου. Αντιθέτως, ο σύζυγός μου ήταν εκείνος που είχε αναλάβει το ρόλο της οικονομικής διαχείρισης του ομίλου. Πάντοτε θεωρούσα ότι, επειδή η ίδια ουδεμία γνώση ή σχέση έχω με τα οικονομικά, δεν χρειαζόταν να ενημερώνομαι για τα οικονομικά ζητήματα της εταιρείας.

Η ίδια, μάλιστα, είχα επικεντρώσει όλες μου τις δυνάμεις στην εμπορική-καλλιτεχνική ανάπτυξη του ομίλου και στις υπηρεσίες δημοσίων σχέσεων και μάρκετινγκ για την προώθηση των προϊόντων μας. Η θέση μου ως επικεφαλής του καλλιτεχνικού τμήματος (art department) σχετιζόταν με το αισθητικό κομμάτι της εταιρείας, ήτοι κυρίως την ανάπτυξη του κοσμήματος και των λοιπών προϊόντων, τις διαφημιστικές καμπάνιες της εταιρείας, ακόμα και τις καλλιτεχνικές ιδέες για την παρουσίαση των βιτρινών των καταστημάτων. Κύριο μέλημά μου ήταν να παρακολουθώ τις εξελίξεις της αγοράς, καθώς και τις τάσεις της μόδας διεθνώς, προκειμένου να αντιλαμβάνομαι ποιες κολεξιόν θα έχουν απήχηση στο κοινό και ποιες όχι».

«Τυπική η παρουσία μου στο ΔΣ»

«Ουδέν στοιχείο προκύπτει από το σύνολο της δικογραφίας περί δήθεν δικής μου γνώσης όσον αφορά στους κατά το κατηγορητήριο ψευδείς κύκλους εργασιών του ομίλου. Τέτοιο στοιχείο δεν υφίσταται στη δικογραφία, διότι ποτέ δεν είχα την οποιαδήποτε επαφή ή συνεννόηση με τους υπαλλήλους της εταιρείας που εργάζονταν στο οικονομικό τμήμα αυτής.

Για το λόγο αυτό, άλλωστε, δεν ανευρέθη κανένα απολύτως email ή άλλο έγγραφο, από το οποίο να προκύπτει και να αποδεικνύεται ότι είχα έστω και κατ’ ελάχιστον ουσιαστική γνώση των οικονομικών συναλλαγών και οικονομικών μεγεθών της εταιρείας. Η τυπική και μόνο παρουσία μου ως μέλους του ΔΣ της εταιρείας δεν επαρκεί προκειμένου να θεμελιώσει τη δήθεν γνώση μου περί των όποιων τυχόν παρεμβάσεων στα οικονομικά στοιχεία του υπο-ομίλου της Ασίας».