Τίποτα δεν είχε προετοιμάσει το νεαρό άνδρα για το αποτρόπαιο θέαμα που θα αντιμετώπιζε το βράδυ της 20ης Ιουνίου 2012 την ώρα που περνούσε το κατώφλι του σπιτιού της πεθεράς του, σε χωριό της Ρόδου. Η 61χρονη γυναίκα είχε δολοφονηθεί άγρια καθώς έφερε πολλαπλές μαχαιριές στο σώμα της. Το σπίτι ήταν αναστατωμένο ενώ σε ένα από τα δωμάτια κοιμόταν η 83χρονη γυναίκα που φρόντιζε το θύμα η οποία, ωστόσο, δεν ήταν σε θέση να βοηθήσει τις αρχές καθώς έπασχε από αλτσχάιμερ.

Γράφει η Μαρία Ζαχαροπούλου

Οι αστυνομικοί αρχικά εξέτασαν το σενάριο της ληστείας καθώς η γυναίκα ήταν ευκατάστατη αλλά σύντομα υποχρεώθηκαν να αναθεωρήσουν αφού διαπίστωσαν πως όλα τα κοσμήματα του θύματος ήταν στη θέση τους, όπως και το κλειδί  θυρίδας που είχε στην κατοχή της.

Στο σπίτι εκτός από το κινητό τηλέφωνο της άτυχης γυναίκας βρέθηκαν 10 μαχαίρια τα οποία κατασχέθηκαν σε μία προσπάθεια να βρουν το όπλο του εγκλήματος. Οι έρευνες δεν απέδωσαν καρπούς αφού οι αρχές δεν κατάφεραν να εντοπίσουν δακτυλικά αποτυπώματα ή άλλο γενετικό υλικό που να παραπέμπει σε συγκεκριμένα πρόσωπα.

Ακόμη και η άρση του τηλεφωνικού απορρήτου της 61χρονης δεν εισέφερε κανένα στοιχείο που να οδηγήσει στην εξιχνίαση της υπόθεσης. Στο επίκεντρο των ερευνών βρέθηκαν τα πρόσωπα του στενού περιβάλλοντος της 61χρονης. Εξετάστηκαν τα παιδιά της, οι συγγενείς και οι φίλοι της ενώ ερευνήθηκε, ακόμη, και το ενδεχόμενο η γυναίκα να διατηρούσε κρυφή ερωτική σχέση.

Και πάλι οι αρχές έφτασαν σε αδιέξοδο ενώ η κόρη κι ο ένας από τους δύο γιους  της, ο οποίος έμενε στην Αυστραλία, διαμαρτύρονταν για καθυστέρηση της έρευνας και έβαλαν στο κάδρο της υπόθεσης τον αδελφό τους, χρήστη ναρκωτικών ουσιών.

Ένα απρόβλεπτο γεγονός άλλαξε τα δεδομένα

Το έγκλημα παρέμενε άλυτο όταν, περίπου δυο χρόνια αργότερα, ένα απρόβλεπτο γεγονός άλλαξε τα δεδομένα. Ο πρώην σύζυγος του θύματος και η νέα σύζυγός του πήγαν στο γραφείο της ανακρίτριας και κατέθεσαν πως δράστης της στυγερής δολοφονίας ήταν ο 26χρονος γιος της γυναίκας και η Ρωσίδα σύντροφός του.

Ο νεαρός άνδρας, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, εξομολογήθηκε στη σύζυγο του πατέρα του το έγκλημα, ενώ βρισκόταν στο νοσοκομείο σοβαρά άρρωστος. Μάλιστα, φέρονται να είπαν πως η δολοφονία ήταν προσχεδιασμένη και οι δράστες είχαν φροντίσει να πάρουν μαζί τους ακόμη και μία δεύτερη αλλαξιά ρούχα.

Ο φάκελος άνοιξε και πάλι με την ανακρίτρια να διαπιστώνει πως γειτόνισσα της 61χρονης είχε καταθέσει ότι είχε δει τον 26χρονο μαζί με τη σύντροφο του να επισκέπτονται τη μητέρα του το μοιραίο εικοσιτετράωρο, γεγονός που ο ίδιος δεν το είχε αναφέρει. Το Σεπτέμβριο του 2014 συνελήφθη ο νεαρός και η άλλοτε σύντροφός του.

Θόλωσε και της κατάφερε δύο μαχαιριές

Ο 26χρονος ομολόγησε το έγκλημα και ισχυρίστηκε πως δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει τη μητέρα του αλλά έχασε τον έλεγχο όταν εκείνη διαφώνησε με την απόφασή του να παντρευτεί την κατά 10 χρόνια μεγαλύτερη σύντροφό του και μητέρα δύο παιδιών. Όπως είπε ενώπιον της ανακρίτριας, θόλωσε και κατάφερε δύο μαχαιριές στην μητέρα του ενώ οι υπόλοιπες 12 έγιναν χωρίς να αντιλαμβάνεται τι κάνει.

Αναφερόμενος δε στο ρόλο της φίλης του, ισχυρίστηκε πως ήταν εκείνη που του πρότεινε να αναστατώσουν το σπίτι και εξαφάνισε τα ίχνη τους. Αντίθετα, η 36χρονη, αν και αποδέχτηκε ότι ήταν παρούσα στο έγκλημα, ισχυρίστηκε ότι σε καμία περίπτωση δεν τον βοήθησε.

Ο νεαρός και η πρώην σύντροφός του, λίγους μήνες αργότερα, κάθισαν στο εδώλιο κατηγορούμενοι για το έγκλημα. Σύμφωνα με την κατηγορία, ο 26χρονος επισκέφθηκε τη μητέρα του με σκοπό να τη δολοφονήσει και να καρπωθεί μέρος της μεγάλης περιουσίας της. Τη χτύπησε πισώπλατα την ώρα που εκείνη τους έφτιαχνε καφέ.

Δεν πτοήθηκε ούτε όταν εκείνη σφάδαζε από τους πόνους και του ζητούσε να σταματήσει. Την ίδια ώρα η συγκατηγορούμενη φέρεται, σύμφωνα με την κατηγορία, να τον παρότρυνε να αποτελειώσει τη μητέρα του και στη συνέχεια τον βοήθησε να καθαρίσουν το χώρο.

Ενώπιον του δικαστηρίου ο νεαρός κατηγορούμενος επιχείρησε να αναιρέσει τους αρχικούς του ισχυρισμούς λέγοντας, μάλιστα, πως υπέγραψε την απολογία του στην ανακρίτρια χωρίς να συμφωνεί με το περιεχόμενό της.

Αν και ομολόγησε το έγκλημα ισχυρίστηκε πως ήταν υπό την επήρεια ναρκωτικών, προσθέτοντας πως δεν είχε κίνητρο αλλά εξοργίστηκε από τη συμπεριφορά της μητέρας του.

Η 36χρονη συγκατηγορούμενή του επέμεινε πως δεν είχε καμία συμμετοχή στη δολοφονία και ισχυρίστηκε πως φοβήθηκε να παρέμβει αλλά και να τον καταδώσει στις αρχές επιλέγοντας να διακόψει τη σχέση τους.

Πρωτόδικα, το δικαστήριο επέβαλε στον νεαρό κατηγορούμενο ισόβια κάθειρξη και 18 μήνες ενώ η 36χρονη καταδικάστηκε σε 17 χρόνια για απλή συνέργεια στη δολοφονία. Η υπόθεση θα αναβιώσει στην αίθουσα του Εφετείου τον ερχόμενο Μάιο.