Χρησιμοποιώντας ως «φονικό όπλο» το σώμα του επέφερε τα μοιραία χτυπήματα στη σύντροφο του Φαίη Μπλάχα ο κατηγορούμενος Βαγγέλης Στεφανάκης σύμφωνα με την εισαγγελέα του Μικτού Ορκωτού Εφετείου.

Της Μαρίας Ζαχαροπούλου

«Ναι μεν δεν είχε όπλο ο κατηγορούμενος είχε όμως το σώμα του, ιδιαίτερα γυμνασμένο, που ήταν για τη παθούσα φονικό όπλο» είπε η εισαγγελική λειτουργός στην αγόρευση της ζητώντας από το δικαστήριο την καταδίκη του 29χρονου, όπως και πρωτόδικα, για ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο.

Την ίδια ώρα, η εισαγγελέας ζήτησε να κηρυχθεί ένοχη και η αδελφή της 23χρονης, Μαριαλένα Μπλάχα, για τα αδικήματα της ψευδορκίας και της υπόθαλψης εγκληματία.

Ο 29χρονος, όπως είπε η εισαγγελέας, πριν από περίπου τέσσερα χρόνια, στην Νέα Μάκρη «δεν δίσταζε να κάνει επίδειξη της σωματικής του ρώμης. Λόγω της ενασχόλησης του με τις πολεμικές τέχνες ήξερε τη σημασία και την τεχνική των χτυπημάτων αλλά και τι επιπτώσεις θα είχαν αυτά για το θύμα του. Δεν τον συγκράτησε ούτε το γεγονός ότι επρόκειτο για ένα πρόσωπο με το οποίο συνδεόταν συναισθηματικά. Δεν μπορούσε να κρατήσει τις εκρήξεις βίας ούτε με τους οικείους του. Άλλωστε, είχε χτυπήσει δυο φορές την αδελφή του… Γνωρίζοντας όλα αυτά χτύπησε την παθούσα γιατί τόλμησε να εναντιωθεί και τη χτύπησε μέχρι θανάτου, κόβοντας πολύ νωρίς το νήμα της ζωής μιας κοπέλας που είχε όλη τη ζωή μπροστά της».

Η εισαγγελική λειτουργός, στην αγόρευση της, σκιαγράφησε τις προσωπικότητες των δυο αδελφών. Η 23χρονη Φαίη, είπε, δεν είχε αυτοπεποίθηση ήταν εσωστρεφής, «δοτική στις σχέσεις της, ιδιαίτερα στις προσωπικές σχέσεις, φτάνοντας να είναι υποχωρητική με μόνο σκοπό να μη μείνει ποτέ μόνη της. Για αυτό και στο παρελθόν η παθούσα στο πλαίσιο άλλης σχέσης είχε υπάρξει θύμα βίας». Αναφερόμενη στην 32χρονη αδελφή της Μαριαλένα την περιέγραψε ως μια γυναίκα με έντονη προσωπικότητα.

Μιλώντας για τον Βαγγέλη Στεφανάκη τον περιέγραψε ως ένα νεαρό άνδρα που ζούσε πάνω από τις οικονομικές του δυνατότητες καθώς ήταν άνεργος και φρόντιζε την εξωτερική του εμφάνιση. «Τη ρώμη του αυτή την επιδείκνυε… Ο πρώην σύζυγος της Μαριλένας κατέθεσε στο δικαστήριο, σε πρώτο βαθμό, ότι ο Στεφανάκης γνώριζε πως και που να χτυπήσει» είπε χαρακτηριστικά η εισαγγελέας.

Η εισαγγελέας αναφέρθηκε στο χρονικό της παράλληλης σχέσης του κατηγορούμενου με τις δυο αδελφές αλλά και στην προτίμηση που έδειχνε στη Φαίη την οποία είχε επιλέξει για σύντροφο του.

Η αποκάλυψη της αλήθειας για την σχέση του Στεφανάκη με την Μαριαλένα προκάλεσε την σφοδρή αντίδραση της Φαίης η οποία , όπως περιέγραψε η εισαγγελέας, «δήλωσε σοκαρισμένη στον κατηγορούμενο ότι δεν ήθελε να συνεχιστεί η σχέση τους. Όμως έτρεφε αισθήματα για εκείνον και τον αναζήτησε ζητώντας του να διακόψει τη σχέση με την αδελφή της και να κάνουν μια προσπάθεια ώστε η σχέση τους να έχει μέλλον. Ο κατηγορούμενος επέλεξε να ακολουθήσει την πρόταση της Φαίης, αυτό, όμως, το γεγονός δεν έγινε αποδεκτό εκ μέρους της Μαριαλένας η οποία δεν έπαψε να αναζητά τρόπους να αναθερμάνει τη σχέση της με τον κατηγορούμενο».

Όπως τόνισε η εισαγγελέας στην πρόταση της η Μαριαλένα Μπλάχα σε κάθε ευκαιρία επιχειρούσε να δηλητηριάσει τη σχέση της αδελφής της με τον κατηγορούμενο. «Δεν έπαψε να κακολογεί την αδελφή της, να μιλάει υποτιμητικά για αυτή, λέγοντας του ότι είναι μια εύκολη γυναίκα που συνάπτει εύκολα ερωτικές σχέσεις. Η κατηγορουμένη ήξερε ότι ο Στεφανάκης, ως άτομο κτητικό και εγωπαθές, δεν θα ήθελε να υπάρχουν τέτοιες υπόνοιες για τη σχέση του με τη Φαίη.

Έτσι, Στεφανάκης και Φαίη είχαν καθημερινές προστριβές. Η κατηγορουμένη τροφοδοτούσε τα αισθήματα ζήλιας του κατηγορούμενου, αλλά και η Φαίη δεν μπορούσε να ξεπεράσει το γεγονός της σχέσης του Στεφανάκη με την αδελφή της. Χαρακτηριστικό των προστριβών ήταν ότι ενώ η παθούσα εκδήλωνε την καχυποψία της με φωνές ο κατηγορούμενος παρεκτρέπονταν όχι με πράξεις μόνο λεκτικής βίας αλλά και σωματικής.» Η εισαγγελέας υπογράμμισε πως ο κατηγορούμενος όλο αυτό το διάστημα ανταποκρινόταν στα καλέσματα της Μαριαλένας παρά το γεγονός ότι είχε δεσμευτεί για το αντίθετο στην Φαίη. «Προφανώς κολακευμένος από το γεγονός ότι δυο γυναίκες τον διεκδικούσαν».

Το μοιραίο βράδυ

Η εισαγγελέας δεν πείστηκε από την εκδοχή του κατηγορούμενου για την εξέλιξη των γεγονότων τη μοιραία βραδιά. Όπως είπε είχε προηγηθεί καυγάς, μεταξύ του ζευγαριού σε τηλεφωνική τους επικοινωνία και όταν συναντήθηκαν εκείνος την πήγε λίγο πιο πάνω από το σπίτι της.

«Πήγαν πιο πάνω με το αυτοκίνητο και άρχισαν να συζητούν. Ο κατηγορούμενος ζήτησε από την παθούσα να κατέβει εκείνη κατέβηκε και βγαίνοντας άρχισαν να συζητούν σε υψηλούς τόνους. Εκείνος να την κατηγορεί ότι ερωτοτροπεί με φίλους του και ότι ήταν αμφιβόλου ηθικής και εκείνη να του λέει ότι είχε σχέση με την αδελφή της και ότι συνευρέθηκα όχι μια αλλά πολλές φορές .Η κατηγορία σε βάρος της παθούσας ήταν άδικη και έτσι θεωρώντας θιγμένο τον εαυτό της σήκωσε το χέρι της να τον χτυπήσει.

Ο κατηγορούμενος ένιωσε μια πολύ δυσάρεστη έκπληξη τότε. Ο ίδιος είπε πως όταν είδε την παθούσα να του επιτίθεται σκέφτηκε “τι γίνεται εδώ ; Άλλαξε τους όρους;}. Όταν την είδε να κινείται εναντίον του είπε ότι του “έτσουξε” διευκρινίζοντας ότι νευρίασε. Συνηθισμένος ο ίδιος να προκαλεί το φόβο και να έχει το πάνω χέρι στη σχέση του με τη Φαίη κινήθηκε να την συνετίσει που τόλμησε να σηκώσει χέρι πάνω του, γνωρίζοντας και πολεμικές τέχνες. Άρχισε τότε ένας άγριος ξυλοδαρμός. Ως γνώστης του καράτε χτύπησε με χέρια και πόδια τη Φαίη. Απέναντι του είχε μια λεπτοκαμωμένη κοπέλα. Χρησιμοποιώντας τις γροθιές που ήξερε να χρησιμοποιεί καθώς μάθαινε πυγμαχία. Με τις γροθιές ακάλυπτες για αυτό και τα σημάδια στα χέρια του όπως είπαν οι μάρτυρες. Γροθιές και λακτίσματα στο κεφάλι και το πρόσωπο… Ο κατηγορούμενος ορμώντας εναντίον της παθούσας άρχισε να τη χτυπάει με γροθιές στο πρόσωπο πλήττοντας την στο πρόσωπο στο μέτωπο, με συνέπεια να χάσει την ισορροπία της και να πέσει στο έδαφος ακουμπώντας το αριστερό γόνατό της κάτω.

Ενώσω η παθούσα είναι πεσμένη μπροστά στο Στεφανάκη εκείνος ως επαγγελματίας αθλητής χρησιμοποίησε και ένα μέρος του σώματος που οι πολεμικές τέχνες του είχαν διδάξει. Τα πόδια του. Άρχισε να την χτυπά με λακτίσματα και αυτά άφησαν τα αποτυπώματα τους, φαίνονται από τις κακώσεις στο σώμα. Η παθούσα εντελώς ανυπεράσπιστη και στο έλεος του δέχτηκε την κλωτσιά του στο κεφάλι. Με το πέλμα του παπουτσιού τη χτύπησε στην επιφάνεια του προσώπου της και του μετώπου της…

Βγάζοντας μια κραυγή η παθούσα έπεσε κάτω και περιήλθε αμέσως σε κωματώδη κατάσταση.»

«Δεν προσπάθησε να τη σώσει»

Οι κινήσεις του Στεφανάκη αμέσως μετά τα χτυπήματα σύμφωνα με την εισαγγελέα «δεν εντάσσονται στις προσπάθειες που λέει ότι έκανε για να βοηθήσει τη παθούσα». Μάλιστα, αναφερόμενη στην αδελφή του θύματος είπε πως παρά το γεγονός ότι έμαθε για τον άγριο ξυλοδαρμό της Φαίης λειτούργησε με ψυχραιμία και απάθεια φτιάχνοντας μαζί με τον συγκατηγορούμενο της «ένα ψευδές σενάριο» για να καλύψουν την αλήθεια.

«Στην συνέχεια οι δυο κατηγορούμενοι έχοντας την αίσθηση ότι το όλο ζήτημα μπήκε σε ασφαλή βάση συγκάλυψης, στις 7 το πρωί, φεύγουν από το νοσοκομείο και αφήνουν μόνη της την Φαίη σε βαθύ κώμα» τόνισε και συμπλήρωσε πως τις επόμενες ώρες έκαναν ότι μπορούσαν για να θολώσουν τις έρευνες της αστυνομίας και να μην αποκαλυφθεί η αλήθεια.

Η εισαγγελέας στην πρόταση της απέρριψε τις αιτιάσεις της υπεράσπισης ότι ο θάνατος της άτυχης κοπέλας οφείλεται σε αμέλεια των γιατρών κάνοντας λόγο για εγκληματική ενέργεια. «Εφάρμοσαν όλα τα μέσα της επιστήμης για να αντιμετωπισθεί το περιστατικό. Η δε έλλειψη ΜΕΘ από το νοσοκομείο δεν είναι κάτι για το οποίο είναι υπόλογοι οι γιατροί, οι οποίοι έκαναν τις σχετικές ενέργειες» είπε και υπογράμμισε: «Κατά το συμβάν η παθούσα έπεσε σε μη αναστρέψιμο κόμμα αμέσως μετά το χτύπημα από το οποίο δεν επανήλθε… Η παθούσα βυθίστηκε σε κώμα από τη πρώτη στιγμή λόγω των κακώσεων των οποίων ο κατηγορούμενος ήταν δράστης».

Η απόφαση του δικαστηρίου αναμένεται αύριο.