Με το ενδιαφέρον να κορυφώνεται διεξάγεται, σήμερα, η ακροαματική διαδικασία στη δίκη της Χρυσής Αυγής σε δεύτερο βαθμό, με την Εισαγγελέα της έδρας, Κυριακή Στεφανάτου, να ολοκληρώνει την αγόρευσή της που ξεκίνησε την Παρασκευή.

Η διαδικασία βρίσκεται στην τελική ευθεία για την πολυαναμενόμενη πρόταση επί της ενοχής. Κατά την έναρξη της αγόρευσής της, η κα Στεφανάτου αναφέρθηκε εκτενώς στη δράση της οργάνωσης από τη δεκαετία του ’90.

Η εισαγγελική λειτουργός συνέκρινε τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα με την απόπειρα κατά του Κουσουρή, εξηγώντας ότι και στις δύο περιπτώσεις οι κατηγορούμενοι κατήγγειλαν «πολιτική δίωξη για τις ιδέες τους», ενώ τα εγκλήματα έγιναν μπροστά σε αυτόπτες μάρτυρες και χωρίς προηγούμενη αλληλεπίδραση.

Σε άλλο σημείο της αγόρευσής της η εισαγγελέας υποστήριξε ότι η Χρυσή Αυγή είναι «γνήσιο τέκνο ναζιστικής ιδεολογίας και αυτό είναι το κίνητρο των πράξεών τους. Τα μέλη όφειλαν υποταγή στην ιεραρχία και τα πάντα ήταν οργανωμένα από την κεντρική διοίκηση, η οποία είχε πλήρη γνώση».

«Ανοιχτό το ενδεχόμενο αύξησης ποινών»

Το στίγμα της κρισιμότητας της διαδικασίας έδωσε με δήλωσή του στο Orange Press Agency ο Παναγιώτης Αντωνίου, δικηγόρος και μέλος της Εναλλακτικής Παρέμβασης Δικηγόρων Αθήνας, ο οποίος ανέφερε χαρακτηριστικά:

«Μετά από σχεδόν τρία χρόνια και 180 συνεδριάσεις, βρισκόμαστε στο Εφετείο, στη δευτεροβάθμια δίκη της Χρυσής Αυγής, τη μέρα που η Εισαγγελέας της έδρας προτείνει επί των κατηγοριών. Το διακύβευμα είναι πολύ σημαντικό. Βρισκόμαστε πέντε χρόνια και κάτι μετά την ιστορική απόφαση της 7ης Οκτώβρη του 2020, που πλημμύρισε το Εφετείο και δικαιώθηκαν τα θύματα και καταδικάστηκε η Χρυσή Αυγή. Αναμένουμε μια αντίστοιχη έκβαση και στον δεύτερο βαθμό. Και φυσικά, ειδικά για τα ηγετικά στελέχη και τους διευθυντές της οργάνωσης, είναι ανοιχτό ακόμα και το ενδεχόμενο αύξησης των ποινών μέχρι και τα 15 έτη κάθειρξης».

Αναφερόμενος στην Εισαγγελέα, ο κ. Αντωνίου πρόσθεσε «πως έχει ξεκινήσει μιλώντας για τα κίνητρα των εγκλημάτων της νεοναζιστικής οργάνωσης. Έχει αγορεύσει σε σχέση με το καταστατικό, σε σχέση με τη δομή της οργάνωσης, σε σχέση με τους ρόλους που κατανέμονταν στο εσωτερικό της και έχει τεκμηριώσει ότι η νεοναζιστική ιδεολογία και η έμπνευση της Χρυσής Αυγής και των ηγετών της από το Γ’ Ράιχ, ήταν η βάση για να δημιουργηθεί η δομή που στη συνέχεια διέπραξε τις ανθρωποκτονίες του Σαχζάτ Λουκμάν, του Παύλου Φύσσα και τις επιθέσεις σε βάρος μεταναστών, σε βάρος συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ, σε βάρος οποιουδήποτε δεν κάλυπτε τα χαρακτηριστικά που οραματίζονταν για την Αρία Φυλή».