Εάν ακούσει κάποιος τις εκτιμήσεις των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ για την επόμενη μέρα της πανδημίας στην ελληνική οικονομία, θα νομίσει ότι έρχεται τσουνάμι με χιλιάδες λουκέτα, εκτόξευση ανεργίας και βαθιά ύφεση.

Γράφει η Ελίζα Βόζεμπεργκ

Όμως εάν ταυτόχρονα ελέγξει την αξιοπιστία και την ευστοχία προηγούμενων προβλέψεων των ίδιων στελεχών, είναι βέβαιο ότι θα αισθανθεί μεγάλη ανακούφιση.

Γιατί είναι οι ίδιοι που πέρυσι με κάθε ευκαιρία διακήρυσσαν ότι η Ελλάδα το 2020 θα εμφανίσει έκρηξη ανεργίας και θα είναι “ο πρωταθλητής της ύφεσης” σε όλη την Ευρώπη. Μάλιστα ο ίδιος ο κ. Τσίπρας από το βήμα της Βουλής στις 29 Ιουλίου 2020, είχε προβλέψει ότι η ύφεση στην Ελλάδα θα ανέλθει στο 12%.

Αντί αυτού, η Ελλάδα ήταν από τα ελάχιστα κράτη μέλη που διέσωσαν τις θέσεις εργασίας κατά το περασμένο έτος, ενώ η ύφεση της ελληνικής οικονομίας ανήλθε στο 8,2%, δηλαδή πολύ κοντά στο μέσο όρο 6,8% της Ευρωζώνης και σε πολύ καλύτερα επίπεδα από μεγαλύτερες και ισχυρότερες οικονομίες, όπως η Ισπανία με 11% και η Ιταλία με 9%.  

Μάλιστα σε πλήρη αντίθεση με τις δυσοίωνες προβλέψεις του ΣΥΡΙΖΑ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην εαρινή της έκθεση αναθεώρησε επί τα βελτίω τις εκτιμήσεις της για την ελληνική οικονομία αναμένοντας ανάπτυξη 4% για φέτος και 6% για το 2022, από 3,5% και 5% αντίστοιχα, που ήταν η προηγούμενή της πρόβλεψη.

Ευχάριστη έκπληξη μας επιφύλασσε και η Standard and Poor’s αναβαθμίζοντας το αξιόχρεο της Ελλάδας κατά μία βαθμίδα και μάλιστα με θετικές προοπτικές, γεγονός που υποδηλώνει ότι προσεχώς αναμένεται νέα αναβάθμιση. 

Επίσης η ING στην τελευταία της έκθεση χαρακτηρίζει την Ελλάδα ως νικήτρια του πακέτου ανάκαμψης και υπογραμμίζει ότι η δημοσιονομική απάντηση της χώρας μας στην πανδημία ξεπέρασε κατ’ αναλογία ΑΕΠ ακόμη και αυτή των ΗΠΑ.

Τον ίδιο ακριβώς χαρακτηρισμό της “νικήτριας και μάλιστα με διαφορά” από το Ταμείο Ανάκαμψης, χρησιμοποιεί για την πατρίδα μας στη δική της έκθεση και η Societe Generale.

Αυτή η σωρεία ευνοϊκών εκθέσεων, που είδε το φως της δημοσιότητας δίνει ξεχωριστή έμφαση στο σχέδιο της ελληνικής κυβέρνησης για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο έγινε δεκτό με ιδιαίτερα θετική διάθεση τόσο από την ΕΕ όσο και από την επενδυτική κοινότητα.

Το μεγάλο στοίχημα αναμφίβολα είναι η ταχεία και επιτυχής απορρόφηση των τεράστιων ευρωπαϊκών κονδυλίων, αλλά η αισιοδοξία είναι διάχυτη και δικαιολογημένη, δοθέντος ότι η Ελλάδα αυτή τη στιγμή βρίσκεται στην 1η θέση στην απορρόφηση των πόρων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης και του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου και στην 3η θέση, ως προς το ποσοστό απορρόφησης της συνολικής Ενωσιακής Στήριξης για το σύνολο των Ταμείων, όταν μόλις πριν δύο χρόνια το 2019 βρισκόταν στη 12η θέση.  

Βέβαια η πιο χειροπιαστή απόδειξη ότι στην Ελλάδα έχουν αλλάξει πολλά, είναι το επιτόκιο 0,28% που πετύχαμε πριν λίγες εβδομάδες στο πενταετές ομόλογο, όταν κατά την αμέσως προηγούμενη αντίστοιχη έκδοση πενταετούς ομολόγου στις αρχές του 2019 επί ΣΥΡΙΖΑ, το επιτόκιο ήταν 3,6%, δηλαδή υπερδεκαπλάσιο!

Ακόμη μία έμπρακτη απόδειξη εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία είναι ότι εταιρείες – κολοσσοί όπως η Pfizer, η Volkswagen, η Microsoft και η Cisco, εμπιστεύθηκαν την Ελλάδα ακόμη και εν μέσω πανδημίας, όταν στα 4,5 χρόνια κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ δεν ήρθε στη χώρα μας ούτε μία νέα σοβαρή επένδυση.  

Αυτό που εκτιμούν αγορές και διεθνείς επενδυτές είναι ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη ακόμη και εν μέσω της πιο δύσκολης συγκυρίας για την παγκόσμια οικονομία έχει να επιδείξει σοβαρές μεταρρυθμίσεις, μείωση φορολογίας, αξιοποίηση κονδυλίων, ιστορικά χαμηλά επιτόκια, άλματα στην ψηφιοποίηση, μείωση κόκκινων δανείων και εξυγίανση τραπεζικού συστήματος. Αντίθετα αυτό που αποστρέφονται είναι η εφιαλτική δυστοπία που υπηρετεί η Αξιωματική Αντιπολίτευση, όπως μαρτυρά η κυνική ομολογία της αρμόδιας τομεάρχου οικονομίας κας Αχτσιόγλου ότι «η πανδημία είναι μεγάλη ευκαιρία για τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ η κανονικότητα ποτέ δεν είναι ευκαιρία για την Αριστερά», θυμίζοντας την παλαιότερη αντίστοιχη ρήση του Αλέξη Τσίπρα «μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση».