Στην πρωτεύουσα της Λιθουανίας, το Βίλνιους, βρίσκεται ο πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων κ. Ευάγγελος Μεϊμαράκης, προκειμένου να προεδρεύσει στη Διάσκεψη Προέδρων Κοινοβουλίων της Ε.Ε.

Όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, στο πλαίσιο της Διάσκεψης, σε κοινή συνέντευξη τύπου των Προέδρων των Κοινοβουλίων της Ελλάδος, της Λιθουανίας, της Κύπρου και της Ιταλίας – η οποία αναλαμβάνει το επόμενο εξάμηνο την Προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου – ο κ. Μεϊμαράκης δήλωσε τα εξής:

«Η διοργάνωση αυτή λαμβάνει χώρα σε μια περίοδο δύο μηνών πριν τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Σε μια περίοδο που οι πολίτες ζητούν απαντήσεις και ζητούν να τους δώσουμε το κίνητρο να συμμετάσχουν σ’ αυτή την ψηφοφορία και να καταλάβουν πόσο μεγάλο ρόλο έχει στην ποιότητα ζωής τους η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Το αισθάνονται αρκετά απόμακρο, αισθάνονται ότι δεν υπήρξε η αλληλεγγύη η οποία θα μπορούσε να δοθεί με ένα καλύτερο τρόπο, αισθάνονται ότι έχουν ληφθεί αποφάσεις που δεν τους αφορούν ή που αφορούν άλλους πολίτες, άλλων κρατών. Πρέπει να μπορέσουμε εμείς να συνεννοηθούμε και να δώσουμε συνολικά αυτές τις απαντήσεις.

Διότι η κρίση την οποία περάσαμε έδειξε, ότι υπήρχαν θεσμοί, οι οποίοι ήταν θεσμοί διαχείρισης μιας ήρεμης και ήπιας κατάστασης και όχι διαχείρισης κρίσης και ανάγκης άμεσης λήψης αποφάσεων. Με τη νευρικότητα την οποία επιδείξαμε και προσπαθήσαμε να αντιμετωπίσουμε στις αρχές την κρίση και με την ανάγκη να ληφθούν γρήγορες αποφάσεις τα Κοινοβούλια δεν συμμετείχαν όπως και όσο θα έπρεπε στο διάλογο αυτό για την αντιμετώπιση της κρίσης. Με αποτέλεσμα η εκτελεστική εξουσία, οι κυβερνήσεις αλλά και ευρύτερα η γραφειοκρατία να έχει τον κύριο λόγο και τα Κοινοβούλια πολλές φορές να περιοριστούν σε ένα επικυρωτικό ρόλο, αυτό των δύσκολων, αντιδημοφιλών και σε πολλές περιπτώσεις με λάθη αποφάσεων.

Ίσως αν είχαμε το χρόνο, ίσως αν είχαμε προετοιμαστεί, ίσως αν μπορούσαμε να συντονιστούμε καλύτερα, τότε ίσως να μην είχαν γίνει τα λάθη τα οποία σήμερα αναγνωρίζονται ότι έχουν γίνει από την Τρόικα αλλά και από το Συμβούλιο Υπουργών. Λάθη τα οποία είχαν αντανάκλαση όχι στους αριθμούς αλλά στους ανθρώπους, στους αδύναμους πολίτες. Και σε αυτούς όλους πρέπει να απαντήσουμε πειστικά και να τους διαβεβαιώσουμε ότι μπορούμε να τα διορθώσουμε ώστε να απομονώσουμε εκείνες τις ακραίες αντιδημοκρατικές, αντιευρωπαϊκές φωνές που έχουν αναπτυχτεί αυτή την περίοδο επειδή ακριβώς έχει αυξηθεί ο ευρωσκεπτικισμός.

Όταν λέμε ότι έχει αναπτυχθεί ο ευρωσκεπτικισμός, τουλάχιστον στη χώρα μου, εννοούμε ότι όλοι εμείς που πιστεύουμε στην Ευρώπη έχουμε αρχίσει και το σκεφτόμαστε. Ωστόσο, δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε την Ευρώπη ως αναγκαίο κακό αλλά ως ένα χώρο ο οποίος μπορεί να δώσει λύσεις εφόσον συντονιστούμε και συζητήσουμε περισσότερο, εντοπίσουμε τα ζητήματα που μας απασχολούν και απαντήσουμε με τις λύσεις που πρέπει να έχουμε.

Άρα η απάντηση σε αυτά τα ζητήματα είναι περισσότερη Ευρώπη, με μεγαλύτερη συμμετοχή, περισσότερη αλληλεγγύη, πιο κοινωνικό κράτος. Και βεβαίως θα πρέπει και τα Εθνικά Κοινοβούλια να αναλάβουν τις ευθύνες τους για τα Κράτη στα οποία έχουν δημιουργηθεί τα προβλήματα. Γιατί κι εμείς στην Ελλάδα έχουμε τις δικές μας ευθύνες, διότι δε λύσαμε παθογένειες ετών και η κρίση μας βρήκε σε μεγάλη αδυναμία. Ίσως να είχαμε και το χρόνο να λύσουμε αυτές τις παθογένειες αν δε είχε μεσολαβήσει η κρίση. Άρα, τελικά, όπως έχει ήδη επισημανθεί, έχουμε κι εμείς τα Εθνικά Κοινοβούλια και οι κυβερνήσεις τις δικές μας ευθύνες.

Αυτό λοιπόν, θα πρέπει να αναλυθεί στους πολίτες για να μπορέσουμε πράγματι όλοι μαζί να αντιμετωπίσουμε την κρίση με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Εγώ λοιπόν, σε αυτές τις εκλογές τη διαχωριστική γραμμή δε θα την έβαζα μόνο στον ιδεολογικό τομέα μεταξύ σοσιαλισμού, φιλελευθερισμού ή άλλων ιδεολογιών, αλλά θα την έβαζα μεταξύ ευρωπαϊστών και αντιευρωπαϊστών. Ώστε να μπορέσουμε οι ευρωπαϊστές, ανεξάρτητα από τις διαφορές μας, τις ιδεολογικές και πολιτικές προσεγγίσεις που υπάρχουν, να βρούμε τις κοινωνικές λύσεις και απαντήσεις για τους πολίτες μας και εκείνοι με τη σειρά τους να έρθουν να ψηφίσουν για μια καλύτερη Ευρώπη, πιο δυνατή, μια Ευρώπη των πολιτών που θα σέβεται την κοινωνία μας».

Απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου για την κρίση στην Ουκρανία, ο κ. Μεϊμαράκης τόνισε πως «παρακολουθούμε με μεγάλη προσοχή τις εξελίξεις και θα προσπαθήσουμε με όλα τα διπλωματικά μέσα, να επιλύσουμε το ζήτημα. Οι λύσεις, ιδιαίτερα τέτοια περίοδο δεν είναι λύσεις πολεμικές και λύσεις κραυγών, αλλά λύσεις πολιτικές, που απαιτούν ψυχραιμία και διάλογο. Γι’ αυτό ακριβώς η Ευρωπαϊκή Ένωση με την απόφαση που πήρε στο Συμβούλιό της, οδηγείται προς αυτή την κατεύθυνση».