Το κλειδί της αποτυχίας της χώρας τα τελευταία χρόνια είναι το τεράστιο επενδυτικό κενό, βασική αιτία του οποίου είναι η υπερφορολόγηση των επενδύσεων, τόνισε στην ομιλία του κατά την επεξεργασία του Προϋπολογισμού έτους 2020, από την αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, ο υφυπουργός Οικονομικών, Θεόδωρος Σκυλακάκης.

Επί των τελευταίων ετών υπήρχε τρομακτική φορολογία στις επιχειρήσεις, αδιαφορία για την γραφειοκρατία και τεράστια ιδεοληψία-αντιπάθεια προς την επιχειρηματικότητα, είπε ο κ. Σκυλακάκης.

Για τα υπερπλεονάσματα, είπε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ τα έβαζε συνειδητά, ενώ η κυβέρνηση της ΝΔ απέδειξε ότι μπορούσε να γίνει κάτι διαφορετικό: «Εμείς πήγαμε στο 3,58% και συμφώνησαν οι θεσμοί και συμφώνησαν νωρίτερα από κάθε άλλη χρονιά και με θετική εισήγηση του Euro Working Group για τα ANFAs, όπως αποδείχθηκε χθες το βράδυ και χωρίς να έχουμε ούτε δράματα, ούτε κλάματα, ούτε τίποτα. Ήσυχα, ωραία, με αρμονία προχωρά η οικονομική πολιτική» είπε ο κ. Σκυλακάκης.

Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, αναφερόμενος στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους κατέθεσε στοιχεία από τις εκθέσεις ενισχυμένης εποπτείας: «Τι άλλαξε μεταξύ του Ιουνίου και του Νοεμβρίου; Κυβέρνηση άλλαξε, δεν άλλαξε κάτι άλλο. Κυβέρνηση και πολιτική. Τι λέει εδώ; Λέει ότι θα πάμε πέντε με έξι χρόνια νωρίτερα στο 100% του ΑΕΠ, σε αυτούς τους λιγότερο από πέντε μήνες και ότι στο τέλος του event horizon, δηλαδή των χρόνων που καταγράφει αυτή η ανάλυση, αντί για 17% του ΑΕΠ ποσοστό εξυπηρέτησης, θα πάμε στο 14%. Το 3% του ΑΕΠ σημαίνει σε σημερινές τιμές 6 με 7 δισ. ευρώ λιγότερα για την εξυπηρέτηση του χρέους. Έτσι κτίζεται η αξιοπιστία» είπε ο κ. Σκυλακάκης.

Νωρίτερα, ο ειδικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Αθανάσιος Μωραΐτης, είχε υπογραμμίσει ότι η κυβέρνηση της ΝΔ προχωρά σε σημαντικές φορολογικές μειώσεις στις μεγάλες και πολύ μεγάλες επιχειρήσεις εις βάρος των υπολοίπων φορολογικών κατηγοριών και της συνολικής οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. «Αποφασίσατε να διαθέσετε 700 εκατ. για να μειώσετε τους φόρους κατά προτεραιότητα στις επιχειρήσεις και τα μερίσματα που αυτές διανέμουν. Η αγορά όμως έχει ανάγκη από κίνητρα για επενδύσεις όχι από κίνητρα διανομής χρημάτων ως δώρο στους μεγαλοκεφαλαιούχους. Ήθελε τη μείωση προκαταβολής φόρου κατά 50% που είχε ανακοινώσει και είχε δεσμευτεί ο ΣΥΡΙΖΑ, ήθελε τη μείωση εισφοράς αλληλεγγύης για εισοδήματα έως 20.000 και τη δραστική μείωση της για μεγαλύτερα εισοδήματα» είπε ο κ. Μωραΐτης.

Στην τοποθέτησή του, ο υφυπουργός Οικονομικών Απόστολος Βεσυρόπουλος, είπε ότι στόχος της κυβέρνησης της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη, είναι να δοθεί τέλος στον παραλογισμό της υπερφορολόγησης. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στερούσε πολύτιμους πόρους από την οικονομία, λόγω της κατά πολύ υπέρβασης των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα, γιατί αυτές οι μεγάλες υπερβάσεις των πλεονασμάτων στηρίζονται στην υπερφορολόγηση και μόνο σ’ αυτήν. Είναι χαρακτηριστικό, ότι το 2017 ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος ήταν 1,75% και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δημιούργησε πλεόνασμα 4,2%. Το 2018 ο στόχος ήταν 3,5%, με τη συμφωνία που η ίδια η κυβέρνηση Τσίπρα έκανε, δεσμεύοντας τη χώρα και είχαμε πάλι υπέρβαση του στόχου στο 4,3%. Με αυτό τον τρόπο, αφαιρέθηκαν από την οικονομία 11,4 δισ. ευρώ, ενώ την ίδια στιγμή η υπερφορολόγηση οδήγησε στην αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών των φορολογουμένων κατά 18,1 δισ. ευρώ. Η μεγάλη υπέρβαση του ορίου των πρωτογενών πλεονασμάτων είχε σαν αποτέλεσμα την καθήλωση της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, σημείωσε ο υφυπουργός Οικονομικών.

Ο κ. Βεσυρόπουλος πρόσθεσε ότι το 2017 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προέβλεπε ανάπτυξη 1,5% και τελικά, υπήρξε οριακά θετικός δείκτης ανάπτυξης της τάξης του 0,3%. Το 2018 προέβλεπε 2% και τελικά, υπήρξε ανάπτυξη 1,9%. Εμείς, συνέχισε, «αποδεικνύουμε, ότι μπορούμε να επιτυγχάνουμε τους δημοσιονομικούς στόχους χωρίς να ακολουθούμε τον δρόμο της κατά πολύ υπέρβασης των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα, γιατί ο δικός μας στόχος είναι να δημιουργήσουμε δημοσιονομικό χώρο προκειμένου να μειωθούν ακόμη περισσότερο οι φόροι, αλλά και να ενισχυθούν στοχευμένα οι κοινωνικές δαπάνες».

Για το πρωτογενές πλεόνασμα είπε ότι το 2019 θα διαμορφωθεί στο 3,7% και το 2020 στο 3,6%. «Αυτό επιβεβαιώνει την πρόβλεψη στον προϋπολογισμό για αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι η ιδιωτική κατανάλωση θα αυξηθεί κατά 1,8% σε σχέση με το 2019. Προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 2,8% και μείωση της ανεργίας στο 14%. Αυτή η κυβέρνηση πιστεύει, ότι η φορολογική πολιτική μπορεί και πρέπει να έχει αναπτυξιακό χαρακτήρα και διάσταση» είπε ο κ. Βεσυρόπουλος.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, κατέληξε ο υφυπουργός, γνώριζε μόνο έναν δρόμο. Αυτόν της επιβολής δυσβάστακτων φόρων. Φόρων δίχως τέλος και χωρίς λογική, που φτωχοποίησαν την ελληνική κοινωνία. Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, αποδεικνύει ότι υπάρχει και άλλος δρόμος, ο δρόμος της μείωσης των φόρων και της παράλληλης διαμόρφωσης των προϋποθέσεων για να ενισχυθεί το οικονομικό και επενδυτικό κλίμα.