Έντονη κριτική στον τρόπο χρήσης του επιθετικού προσδιορισμού «επίορκος», αλλά και στις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες τα πρόσφατα νομοθετήματα ορίζουν ότι κάποιος δημόσιος λειτουργός τίθεται σε αργία, άσκησαν κατά τη σημερινή ημερίδα της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας, τόσο ο υπουργός Δικαιοσύνης Α. Ρουπακιώτης, όσο και ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών Χ. Αθανασίου.

Έγκριτος νομικός και πρώην πρόεδρος του ΔΣΑ ο πρώτος, πρόεδρος επί έτη της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων ο δεύτερος, με μακρόχρονη πείρα στα δικαστήρια και οι δύο έκριναν ως λανθασμένους τους τρόπους με τους οποίους ασκούνται τόσο ο ορισμός του επίορκου, όσο και η τοποθέτηση σε αργία χωρίς πρότερη τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή τουλάχιστον δικαστική απόφαση σε α’ βαθμό.

Όπως χαρακτηριστικά σημείωσε ο κ. Ρουπακιώτης, στην ημερίδα που είχε τίτλο «Αποτελεσματικότητα, Διαφάνεια, Δικαιοσύνη στην Τοπική Αυτοδιοίκηση», «μέχρι τώρα ήξερα υπαλλήλους που διαπράττουν πειθαρχικά ή ποινικά αδικήματα. Είναι ασύνηθες να χρησιμοποιείται η λέξη επίορκος, με τον τρόπο που χρησιμοποιείται. Προβάλλεται εμβληματικά με τρόπο που δεν βοηθά τη νομιμότητα, αλλά δημιουργεί κλίμα. Ας απαλλάξουμε λοιπόν την πολιτική μας ζωή από τον τιμωρητικό χαρακτήρα. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα μένουν ατιμώρητοι εκείνοι που έφταιξαν. Αλλά πρέπει να αισθάνονται ασφαλείς οι υπόλοιποι». Και πρόσθεσε: «Οι σοφοί λαοί ποτέ δεν μετατρέπουν τις περιστασιακές ανάγκες σε κανόνες Δικαίου». Σχετικά με το θέμα της αργίας, τόνισε ότι το άρθρο 59 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ορίζει την αναστολή της ποινικής δίωξης, όσο ασκείται έλεγχος.

«Είναι λάθος ο χαρακτηρισμός επίορκοι» σημείωσε ο κ. Αθανασίου. «Θα έπρεπε να αποφευχθεί ως επιθετικός προσδιορισμός, διότι προσιδιάζει μόνο σε όσους έχουν αμετάκλητη δικαστική απόφαση σε βάρος τους. Με τον τρόπο που χρησιμοποιείται παραβιάζεται το τεκμήριο της αθωότητας, το οποίο είναι κατάκτηση του ελληνικού νομικού πολιτισμού, που πήρε όλος ο πολιτισμένος κόσμος από εμάς». Και πρόσθεσε ότι είναι αντίθετος να τίθεται δημόσιος υπάλληλος σε αργία μόνο με δίωξη. «Θα πρέπει να υπάρχει καταδικαστική απόφαση» τόνισε.

Όπως σημειώθηκε από τους δύο υπουργούς, αλλά και από τον υπουργό Εσωτερικών Ε. Στυλιανίδη -που παρουσίασε όλες τις πρωτοβουλίες της ηγεσίας του υπουργείου για την Τοπική Αυτοδιοίκηση- οι έντονα τιμωρητικές ρυθμίσεις των πρόσφατων νομοθετημάτων έχουν ως συνέπεια «οι υπεύθυνοι πλέον να φοβούνται να υπογράψουν στη δημόσια διοίκηση. Επιδιώκουμε να τιμωρηθούν οι επίορκοι. Αλλά πρέπει να προστατευθούν κι αυτοί που κάνουν τη δουλειά τους».

«Ο δικαστής δεν πρέπει να μετρά το κόστος όταν αποφασίζει. Αυτό πρέπει να το υπολογίζει ο νομοθέτης, όταν νομοθετεί. Όμως ο δικαστής οφείλει να μην επηρεάζεται από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και να αποφασίζει με νηφαλιότητα και ψυχραιμία» τόνισε ο κ. Αθανασίου. Και πρόσθεσε: «Γι αυτό όλοι πρέπει να είναι προσεκτικοί στις δημόσιες τοποθετήσεις τους, όταν υποθέσεις με πολιτικό υπόβαθρο και με εμπλεκόμενα πολιτικά ή αυτοδιοικητικά πρόσωπα εκκρεμούν ενώπιον της Δικαιοσύνης. Δεν ανήκω σ’ αυτούς που εκ προοιμίου υποστηρίζουν ότι όλα είναι ρόδινα και αγγελικά στην Τοπική Αυτοδιοίκηση ή σ’ αυτούς που αρνούνται ότι υπήρξαν εστίες διαφθοράς στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Αρνούμαι όμως τη γενίκευση ότι οι εκπρόσωποι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, δήμαρχοι, αντιδήμαρχοι, σύμβουλοι, προσωπικό, είναι διεφθαρμένοι, γιατί κάποιοι συνάδελφοί τους ενήργησαν με ιδιοτέλεια».

Ο κ. Αθανασίου σημείωσε ότι στο γραφείο του ιδίου και του κ. Στυλιανίδη φθάνουν πολλές ανώνυμες επιστολές, αλλά και πρώην δήμαρχοι ή υποψήφιοι που έχασαν στις τελευταίες εκλογές, προκειμένου να καταγγείλουν συναδέλφους τους για οικονομικές ατασθαλίες, χαριστικές παροχές και διάφορες παρεκκλίσεις, κυρίως οικονομικής φύσης. Όταν, όμως, τους λέει ότι θα ερευνηθούν οι καταγγελίες, αρκεί να διατυπωθούν γραπτά, επώνυμα και ενυπόγραφα, δεν το πράττει κανένας.

Ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών παρουσίασε έρευνα του τμήματος Στατιστικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, του Δεκεμβρίου 2010. Τότε, που ήταν σε έξαρση οι υποθέσεις Χρηματιστηρίου, SIEMENS, Βατοπαίδι. Τότε, λοιπόν, το 83,4% απαντούσε ότι δεν πιστεύει καθόλου ή μάλλον δεν πιστεύει ότι θα τιμωρηθούν οι υπαίτιοι. Σήμερα, σημείωσε ο υπουργός, μετά τις εξαγγελίες της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού περί αλλαγής του νόμου περί ευθύνης υπουργών, καταργήσεως της βουλευτικής ασυλίας και μηδενικής ανοχής στη διαφθορά το ποσοστό έχει μειωθεί στο 47%. Το 2010, σημείωσε, το 74,4% δεν πίστευε ότι η κυβέρνηση θα πατάξει τη διαφθορά. Σήμερα δεν το πιστεύει το 50%.

Η ίδια έρευνα δείχνει ότι το 69,4% της κοινής γνώμης πιστεύει ότι η διαφθορά είναι πολύ ή αρκετά διαδεδομένη στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Όμως, το ποσοστό δεν είναι το υψηλότερο συγκριτικά με άλλους οργανισμούς ή φορείς. Συγκεκριμένα, το 78,9% πιστεύει ότι η διαφθορά είναι διαδεδομένη στις Πολεοδομίες, το 78,3% μεταξύ των βουλευτών, το 76,6% πιστεύει ότι η διαφθορά χαρακτηρίζει τα ΜΜΕ, το 75,2% τις εφορίες, το 71,9% το συνδικαλισμό, το 69,4% την Τοπική Αυτοδιοίκηση, το 67,4% τους γιατρούς, το 55,7% τη δικαιοσύνη, το 53,6% την αστυνομία και το 49,5% την εκκλησία. «Βρισκόμαστε σε μια περίοδο που η κοινή γνώμη διαμορφώθηκε έτσι, ώστε να ζητά αίμα» σημείωσε ο κ. Αθανασίου για να προσθέσει ότι «αν δεν κάνουμε πιο ευέλικτο το νομοθετικό πλαίσιο, φοβάμαι ότι πολύ σύντομα υπουργοί, δήμαρχοι, διοικητές οργανισμών, θα φοβούνται να βάλουν την υπογραφή τους μήπως και παραπεμφθούν στη Δικαιοσύνη για παραλείψεις ή παρατυπίες. Και τότε είναι που θα καταρρεύσουν όλα».