«Έχει μεγάλη σημασία σε τέτοιες εποχές να προσπαθούμε να ανακαλύψουμε αυτά που μας ενώνουν. Ο κίνδυνος της ξενοφοβίας και του ρατσισμού και ο εκφασισμός της κοινωνίας είναι από αυτά που μπορούν να μας ενώσουν».

Αυτό τόνισε ο γραμματέας της ΚΟ του ΠΑΣΟΚ, Γιάννης Μανιάτης, σε χαιρετισμό που απηύθυνε σε ημερίδα που διοργανώνει το ΙΣΤΑΜΕ Ανδρέας Παπανδρέου, σε συνεργασία με τη νεολαία ΠΑΣΟΚ, με θέμα «Η Ελλάδα απέναντι στο νεοναζισμό και τη ρατσιστική, κοινωνική και πολιτική βία». Η ημερίδα ολοκληρώνεται το βράδυ με ομιλία του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελου Βενιζέλου και πραγματοποιείται στο αμφιθέατρο «Γιάννης Κρανιδιώτης».

Ο κ. Μανιάτης επεσήμανε ότι στις εκλογές του Μαΐου το ΠΑΣΟΚ έθεσε το ζήτημα της ανόδου του νεοναζισμού φωνάζοντας «όχι στην είσοδο στη Βουλή των οπαδών του νεοναζισμού». Προσέθεσε δε ότι «δεν υπάρχει καλή και κακή βία» ότι δεν είναι λίγοι αυτοί που βιάστηκαν να απαξιώσουν τη μεταπολίτευση, ότι «μέρος της κοινωνίας, κάποιες συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις και πρόσωπα οδήγησαν τους πολίτες στην περιφρόνηση του κοινοβουλευτισμού» και ότι αυτή η απαξίωση «άνοιξε την πόρτα του σκότους».

Υπογράμμισε δε ότι το ΠΑΣΟΚ στις 3 Δεκέμβρη έθεσε «επιθετικά» το θέμα της ανόδου της Χρυσής Αυγής, ζητώντας τη συμμετοχή όλων των κομμάτων του «δημοκρατικού τόξου».

Ακόμη υποστήριξε ότι ο νεοναζισμός και ο νεοφασισμός λειτουργούν ως «τράπεζες οργής» στις οποίες καλούν τους πολίτες «να καταθέσουν την οργή τους» και ότι «η σωστή απάντηση δεν είναι η βία και η οργή αλλά το επίπονο χτίσιμο της ελπίδας».

«Δεν έχουμε το δικαίωμα στην άγνοια, η ιστορία ουρλιάζει στα αυτιά μας και παριστάνουμε τους μη έχοντες ακοή», σημείωσε ο αντιπρόεδρος του ΔΣ του ΙΣΤΑΜΕ, Χρήστος Δερβένης, ο οποίος υποστήριξε ότι «το σχήμα ότι η κρίση έφερε τον φασισμό και ότι, αν ξεπεραστεί, θα φύγει και ο φασισμός, δεν αντέχει σε καμιά κριτική». Ως προς αυτό παρέπεμψε στο γεγονός ότι στην Πορτογαλία, η οποία όπως είπε αντιμετωπίζει μεγαλύτερο οικονομικό πρόβλημα από τη χώρα μας, δεν υπάρχει άνοδος φασιστικών σχηματισμών.

Ο κ. Δερβένης άσκησε κριτική στο «λαϊκιστικό» πολιτικό λόγο, υποστηρίζοντας ότι «μπορεί το κίνημα των αγανακτισμένων να κόπασε αλλά καθημερινά ακούμε “κορώνες” που καλούν τους πολίτες να ενωθούν με συγκολλητική ουσία το μίσος».

Μεταξύ άλλων, υπογράμμισε ότι για να ενωθούν οι πολιτικές δυνάμεις υπό το «συνταγματικό δημοκρατικό τόξο», όπως έχει προτείνει το ΠΑΣΟΚ, «πρέπει πρώτα τα κόμματα να κοιτάξουν τα του οίκου τους».

Στην ημερίδα συμμετείχε ο γραμματέας της νεολαίας του Νορβηγικού Εργατικού Κόμματος, Έσκιλ Πέντερσεν, ο οποίος ήταν παρών στο μακελειό των 70 ανθρώπων, με δράστη τον Ά. Μπρέιβικ, στην Ουτόγια στις 22/7/2011. Ο κ. Πέντερσεν, ο οποίος ανέφερε ότι νωρίτερα είχε συνάντηση με τον κ. Βενιζέλο, σημείωσε ότι δεν υπάρχει κανένα δίχτυ που προστατεύει απόλυτα από την απειλή του εξτρεμισμού. Ειδικότερα, ανέφερε ότι η λύση βρίσκεται στις σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές, επισημαίνοντας ότι όταν οι πολίτες έχουν, μεταξύ άλλων, εργασία και διαφανείς θεσμούς, υπάρχει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη μεταξύ τους.

Ο ίδιος ανέφερε ότι ο εξτρεμισμός μπορεί να υπάρξει ανεξαρτήτως των προβλημάτων που έχει ή δεν έχει μια χώρα και πως, ωστόσο, ιστορικά υπάρχουν δύο στοιχεία για την άνοδο της ακροδεξιάς: Η οικονομική ανέχεια και η έλλειψη εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα και το πολιτικό προσωπικό. «Ο καλύτερος τρόπος να παλέψεις τον εξτρεμισμό είναι τα εργαλεία στα οποία επιτίθενται οι εξτρεμιστές, η δημοκρατία και η ελευθερία του λόγου», τόνισε και έφερε ως παράδειγμα τη δολοφονική επίθεση του Μπρέιβικ. «Μπορούσαμε να πέσουμε στα “χέρια της εκδίκησης”, αλλά αυτό ευτυχώς δεν έγινε», είπε ο κ. Πέντερσεν, για να υπογραμμίσει ότι ο Μπρέιβικ δεν κατάφερε να καταστρέψει το εργατικό κόμμα, αλλά ότι αντίθετα το κόμμα είναι «πιο δυνατό από ποτέ».