Αντιπαράθεση για το θέμα της απεργίας έχει ξεσπάσει μεταξύ του υπουργείου Εργασίας και της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Συγκεκριμένα, το υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με ανακοίνωση που εξέδωσε, υποστηρίζει ότι οι μάσκες έπεσαν, «η πρόταση της ΝΔ για αλλαγές στον τρόπο κήρυξης της απεργίας είναι αποκαλυπτική για το πολιτικό σχέδιο και τις επιδιώξεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης».

Όπως επισημαίνει το υπουργείο, η ΝΔ προτείνει η απεργία στις πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις να κηρύσσεται με απαραίτητη τη σύμφωνη γνώμη από το 50%+1 των οικονομικά τακτοποιημένων μελών τους, δηλαδή να μην ισχύει η σχετική πλειοψηφία. Παράλληλα, σημειώνει ότι, σε αντίθεση με την πρόταση αυτή, η ρύθμιση που κατέθεσε η κυβέρνηση στο πολυνομοσχέδιο, δεν αλλάζει τον τρόπο λήψης της απόφασης για απεργία, η οποία θα συνεχίσει να λαμβάνεται από τη σχετική πλειοψηφία των παρόντων.

«Η ΝΔ προτείνει, επίσης, οι αλλαγές να αφορούν και συνδικαλιστικές οργανώσεις πανελλαδικής έκτασης και ευρύτερης Περιφέρειας» τονίζει το υπουργείο Εργασίας, υπογραμμίζοντας ότι, σε αντίθεση με την πρόταση αυτή, η ρύθμιση που κατατέθηκε στο πολυνομοσχέδιο, δεν αλλάζει τίποτα στον τρόπο λήψης απόφασης για απεργία σε πρωτοβάθμια σωματεία πανελλαδικής έκτασης ή ευρύτερης Περιφέρειας, όπου η απόφαση θα συνεχίσει να λαμβάνεται από τα διοικητικά συμβούλιά τους.

«Η πρόταση της ΝΔ οδηγεί σε ουσιώδη περιστολή του δικαιώματος της απεργίας. Η ΝΔ δεν μπορεί να κρύψει την ταύτισή της με τις πιο ακραίες θέσεις του ΔΝΤ. Η κυβέρνηση απέκρουσε αυτές και άλλες απαιτήσεις στη διαπραγμάτευση, την οποία η ΝΔ χαρακτήριζε προσχηματική» σχολιάζει το υπουργείο Εργασίας.

Από την άλλη πλευρά, το Γραφείο Τύπου της Νέας Δημοκρατίας εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση σχετικά με τον τρόπο κήρυξης της απεργίας.

Ειδικότερα, αναφέρει τα εξής: «Η Νέα Δημοκρατία υποστηρίζει ότι για την κήρυξη απεργίας είναι απαραίτητη η σύμφωνη γνώμη από το 50%+1 των οικονομικά τακτοποιημένων μελών. Έτσι, εξορθολογίζεται η διαδικασία λήψης της απόφασης και υπηρετούνται οι βασικές αρχές της συμμετοχικής δημοκρατίας από τους ίδιους τους εργαζόμενους.

Ο τρόπος με τον οποίο εισάγεται η ρύθμιση από την κυβέρνηση, μας βρίσκει αντίθετους. Η προτεινόμενη διάταξη είναι κακότεχνη, αόριστη και αντιφατική. Δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη τη διάρθρωση των πρωτοβάθμιων σωματείων πανελλαδικής και περιφερειακής εμβέλειας. Μοιραία, λοιπόν, θα προκαλέσει νέα προβλήματα, που θα οδηγήσουν σε νέες δικαστικές διενέξεις και καταστρατηγήσεις που τελικά θα υπονομεύσουν την απεργία.

Συγκεκριμένα:

Η απαίτηση να προσέλθουν στο ίδιο μέρος το 50%+1 των (εκατοντάδων ή και χιλιάδων) οικονομικώς τακτοποιημένων μελών ενός σωματείου πανελλαδικής εμβέλειας, προκειμένου να συζητήσουν, είναι παράλογη και ισοδυναμεί με κατάργηση του απεργιακού δικαιώματος για τα σωματεία αυτά. Επομένως, η ρύθμιση πρέπει να περιοριστεί στην αναγκαία πλειοψηφία για τη λήψη απόφασης, όχι στη συζήτηση.

Η απαίτηση για αυτοπρόσωπη παρουσία είναι παρωχημένη. Η ψηφοφορία πρέπει να γίνεται με ηλεκτρονικό τρόπο, ώστε να διευκολυνθούν οι εργαζόμενοι. Η χρήση του ΑΜΚΑ μπορεί να διασφαλίσει την ψηφοφορία.

Εκτός, βέβαια, αν ο στόχος της κυβέρνησης είναι να καταργήσει στην πράξη το απεργιακό δικαίωμα στις συνδικαλιστικές οργανώσεις πανελλαδικής εμβέλειας! Η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας είναι ξεκάθαρη. Πιστή στις αρχές και την ιδεολογία της και στοχεύοντας στη διευκόλυνση των εργαζομένων, προτείνει την εξής διάταξη:

«Η απεργία στις πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις κηρύσσεται με απόφαση του μισού (50%) των οικονομικά τακτοποιημένων μελών τους. Αν η συνδικαλιστική οργάνωση είναι πανελλαδικής ή περιφερειακής εμβέλειας, η διεξαγωγή της ψηφοφορίας για τη λήψη της σχετικής απόφασης διεξάγεται και ηλεκτρονικά, προκειμένου οι εργαζόμενοι να διευκολυνθούν στην άσκηση του δικαιώματός τους. Η συμμετοχή των εργαζομένων στις σωματειακές διαδικασίες λήψης απόφασης γίνεται με βάση τον αριθμό μητρώου κοινωνικής ασφάλισης (ΑΜΚΑ) ενός εκάστου από αυτούς, σύμφωνα με τις διατυπώσεις που υπουργική απόφαση του υπουργού Εργασίας θα καθορίσει”».