Η παντελής έλλειψη σοβαρών αντιπλημμυρικών μέτρων στη Θεσσαλία ακόμα και μετά τον Ιανό όπως διαπιστώνεται μετά τις κατακλυσμικές καταστροφές στη Θεσσαλία από την κακοκαιρία Daniel αλλά και η μηδενική υλοποίηση του επενδυτικού προγράμματος Αιγίς για την πολιτική προστασία δεν πρέπει να εκπλήσσουν τουλάχιστον τους «παροικούντες την Ιερουσαλήμ».

Η επίδοση της Κυβέρνησης Μητσοτάκη την προηγούμενη τετραετία, στο ευρύτερο πεδίο των έργων υποδομής και αστικής ανάπλασης, ήταν πολύ χαμηλές σε σχέση με τις προεκλογικές προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν το 2019, του διαθέσιμου χρόνου που είχε η Κυβέρνηση αλλά κυρίως του ύψους των πόρων, από το ΕΣΠΑ αλλά μετά το 2020 και από το Ταμείο Ανάκαμψης, που είχε η Κυβέρνηση στη διάθεση της καθώς και της δημοσιονομικής ευελιξίας που απόλαυσε για να τους διαχειριστεί.

Οι εκσκαφείς έκαναν 4 χρόνια να μπουν στο Ελληνικό από το 2019 που η Νέα Δημοκρατία ως αντιπολίτευση αλλά ακόμα και ως νέα Κυβέρνηση υποσχόταν ότι θα μπουν σε μια εβδομάδα. Το σύστημα τηλεδιοίκησης του ΟΣΕ μετά την τραγωδία των Τεμπών κατέστη μια οδυνηρή υπενθύμιση της κυβερνητικής ανεπάρκειας ενώ ο μεγάλος, μόνο σε κόστος, περίπατος της Αθήνας κατέστη πλέον ένα ανέκδοτο ακόμα και για τους διαπρύσιους υποστηριχτές της Νέας Δημοκρατίας.

Η Κυβέρνηση αλλά και οι ελεγχόμενες από στελέχη της Περιφέρειες, με αφορμή την πανδημία, απογείωσαν τον αριθμό και τον προϋπολογισμό των απευθείας αναθέσεων και τις υπόλοιπες διαδικασίες ανάθεσης έργων χωρίς προηγούμενη δημοσίευση, σύμφωνα με τα στοιχεία του Κεντρικού Ηλεκτρονικού Μητρώου Δημοσίων Συμβάσεων. Μάλιστα με επίσημες ανακοινώσεις τους φορείς εκπροσώπησης των κατασκευαστικών εταιρειών καταγγέλλουν τους ειδικούς και εντελώς φωτογραφικούς όρους που εμφανίζονται πολύ συχνά στις διακηρύξεις έργων αλλά και το γεγονός ότι υπό τον μανδύα του κατεπείγοντος ανατίθενται έργα με «απευθείας διαπραγμάτευση» με πρόσκληση περιορισμένου αριθμού εργοληπτών «που συνήθως είναι οι ίδιοι και οι ίδιοι»!

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι η προστιθέμενη αξία των όποιων έργων της Κυβέρνησης Μητσοτάκη στη συνολική δημόσια υποδομή αποδεικνύεται εξαιρετικά χαμηλή δεδομένου του ύψους των δημόσιων δαπανών για επενδύσεις.

Το Φαληρικό Μέτωπο είναι μια ακόμη περιοχή της Αττικής που έχει υποστεί πολλά από την αβελτηρία και την ασυνεννοησία της Κυβέρνησης Μητσοτάκη και της Περιφερειακής Αρχής Πατούλη. Και αυτό ενώ η πολιτική και τεχνική ωριμότητα του έργου ανάπλασης του είχε προχωρήσει αρκετά τα προηγούμενα έτη.

Ήδη από το 1985 με το ρυθμιστικό σχέδιο της Αττικής, έχει προσδιορισθεί ότι στην περιοχή του φαληρικού παραλιακού μετώπου, πρέπει να γίνει ένα υπερ-τοπικό έργο για την αναβάθμιση και ανάπτυξη της περιοχής.

Παρά τις μειωμένες αρμοδιότητες και πόρους που είχε η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ως δευτεροβάθμιος βαθμός αυτοδιοίκησης, το 2005 η Φώφη Γεννηματά ως Υπερνομάρχης Αθηνών – Πειραιώς, σε συνεργασία με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και τους Δήμους της περιοχής, ανέλαβε πρωτοβουλίες για την σύνταξη σχετικής μελέτης που όμως τελικά καταχονιάστηκε στα ράφια της Κυβέρνησης Καραμανλή.

Σε συνεργασία με τον τότε Νομάρχη Γιάννη Σγουρό, με τον ν.3843/2010, καθορίστηκαν οι όροι δόμησης και οι επιτρεπόμενες χρήσεις στην περιοχή. Το 2011 μετά την απόφαση κατασκευής του Κέντρου Πολιτισμού στην Καλλιθέα, το Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος» ανταποκρινόμενο σε σχετική αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου, χρηματοδότησε την εκπόνηση ενός Master Plan, με σκοπό τη διακριτή ανάπλαση και της παραλιακής ζώνης του Φαληρικού Όρμου (παραλία Καλλιθέας – Μοσχάτου – Παλαιού Φαλήρου).

Το προτεινόμενο σύνολο έργων τελικά έσπασε σε δύο φάσεις με στόχο την ευκολότερη χρηματοδότηση τους από το ΕΣΠΑ. Η α’φάση των έργων ανάπλασης, που αφορούσε στις αναγκαίες υποδομές σε οδικό δίκτυο και αντιπλημμυρικά, προκυρήχθηκε, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, το 2016 από την Περιφέρεια Αττικής ενώ παρατάθηκε επανειλημμένως αφήνοντας ένα βουνό από μπάζα στο παραλιακό μέτωπο Μοσχάτου Ταύρου που ακόμα υποβαθμίζουν το περιβάλλον και την ποιότητα της ζωής των περίοικων.

Παρά την καθυστέρηση της α’ φάσης, η Κυβέρνηση Μητσοτάκη και η Περιφερειακή Αρχή Πατούλη από την ημέρα που ανέλαβαν έκαστη τα καθήκοντα τους καθυστέρησαν αδικαιολόγητα την προκήρυξη του β΄ μέρους του έργου ώστε η έναρξη του να ακολουθήσει την ολοκλήρωση του α΄ μέρους.

Σήμερα αφού διαψεύστηκε ακόμη μια πρόβλεψη της Περιφερειακής Αρχής για δημοπράτηση της Β’ Φάσης μέσα στο καλοκαίρι του 2023 φαίνεται τελικά ότι η δημοπράτηση της β΄ φάσης του έργου παραπέμπεται το 2024 χωρίς ακόμα να είναι σαφές και το πότε θα απομακρυνθεί το βουνό με τα μπάζα.

Είναι προφανές ότι η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και της Περιφέρειας Αττικής ενώ έχουν έφεση στις απευθείας αναθέσεις δυσκολεύονται ιδιαίτερα στο να καταρτίσουν προκηρύξεις και να εκτελέσουν συμβάσεις μεγάλων δημόσιων έργων που οφείλουν να ακολουθήσουν διαδικασίες βάσει του σχετικού ευρωπαϊκού πλαισίου αναθέσεων.

Αλλά η βασική αδυναμία τους είναι η έλλειψη οράματος και σοβαρού σχεδίου για την ανάπτυξη της Αττικής όπως και των υπολοίπων περιφερειών της χώρας. Αντιθέτως το Πρόγραμμα του Γιάννη Σγουρού, του πρώτου αιρετού Περιφερειάρχη της Αττικής που έχει διαμορφωθεί από έμπειρα αυτοδιοικητικά στελέχη αποτελεί την εγγύηση για μια σειρά από κρίσιμα έργα υποδομών και ανάπλασης για την Αττική. Μάλιστα το πρόγραμμα αυτό υπερτερεί και στο ότι επιδιώκει τη μέγιστη δυνατή δημοκρατική συμμετοχή των παραθαλάσσιων δήμων για τη συνολική ανάπλαση του παραλιακού μετώπου, ώστε να εξυπηρετούνται τόσο οι ανάγκες των δημοτών, όσο και των επισκεπτών του.

Ο συνδυασμός «Γιάννης Σγουρός ΑΤΤΙΚΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ» είναι ο μόνος που έχει την αυτοδιοικητική κουλτούρα, τη διοικητική πείρα και ένα σοβαρό δημοκρατικό σχέδιο ευρείας συμμετοχής των τοπικών κοινωνιών στην ανάπτυξη του τόπου τους. Και είναι ο μόνος που μπορεί να εγγυηθεί ότι η ανάπλαση του Φαληρικού Όρμου από «γιοφύρι της Άρτας» θα γίνει απτή πραγματικότητα για την Αττική.

  • Ειρήνη Μουστάκη, Πολιτικός Επιστήμονας, Υποψήφια Περιφερειακή Σύμβουλος Νότιου Τομέα Αττικής με το συνδυασμό «Γιάννης Σγουρός, Αττική Ανεξάρτητη Αυτοδιοίκηση»