Στο «The 2Night Show» της Τρίτης (25/4), ο Γρηγόρης Αρναούτογλου καλωσόρισε τον Θάνο Λούδο. Ο επιτυχημένος δημοπράτης, και εκτιμητής πολύτιμων αντικειμένων, – ο νεότερος εκτιμητής στην Ελλάδα και ιδιοκτήτης οίκου δημοπρασιών – μίλησε για την καριέρα του στον χώρο, εξήγησε πώς «γεννήθηκε» η αγάπη του για την αναζήτηση πολύτιμων αντικειμένων και μοιράστηκε την τηλεοπτική του εμπειρία, ως εκτιμητής στο «Cash or Trash».

«Είναι σαν να με επέλεξε αυτή η δουλειά. Ήμουν στο Λονδίνο, είχα επισκεφτεί τον αδελφό μου, ο οποίος τότε σπούδαζε εκεί και δούλευε και περνάμε έξω από την Wall Street, βλέπω τον οίκο Shotheby’s και μπήκα μέσα από περιέργεια αφού πρώτα ρώτησα τον πορτιέρη που υπήρχε εκεί για να λάβω την απάντηση “Οι πόρτες μας όπως και οι δημοπρασίες μας είναι ανοιχτές για όλους”. Βλέπω ένα μεγάλο τραπέζι – μιλάμε για το 2013, τότε δεν υπήρχε το ίντερνετ – με σειρά ανθρώπων στα τηλέφωνα, υπήρχε αδρεναλίνη και ερωτεύτηκα αυτή τη δουλειά. Δημοπρατήθηκε ένα μικρό βαζάκι ασιατικό και ξεκινούσε με 100.000 χιλιάδες λίρες. Το βλέπω και λέω “ποιος θα δώσει ρε παιδιά αυτά τα λεφτά για ένα πορσελάνινο μικρό αντικείμενο;”. Δεν είχα τότε ιδέα από δημοπρασίες και από τιμές. Και έφτασε τα δύο εκατομμύρια λίρες, έπαθα την πλάκα μου, έπαθα σοκ και είπα αυτό θέλω να κάνω», ανέφερε αρχικά.

Πόσο εκτίμησε το πιο ακριβό αντικείμενο στην Ελλάδα;

«Για να μην πέσεις θύμα πλάνης, είναι σημαντικό ποιος είναι ο άνθρωπος που φέρνει το αντικείμενο για δημοπρασία. Εμείς γνωρίζουμε πάνω κάτω τους περισσότερους γιατί η αγορά είναι μικρή στην Ελλάδα, οπότε προσέχουμε το ίδιο το αντικείμενο “τι λέει, αν μας μιλάει”, αλλά ο καθορισμός σε αντικείμενα που είναι πολύ λεπτές οι ισορροπίες είναι δύσκολος. Ξεκίνησα το 2013 με 50 ευρώ, ήμουν δεύτερο έτος στο Πανεπιστήμιο στο Οικονομικό στο Αριστοτέλειο και ήταν μια διαδικασία μάθησης, αγόραζα και πουλούσα. Είχα ένα ρολόι τσέπης που το πήρα 50 λίρες και το πούλησα σε κάποιον γνωστό 150 ευρώ. Είχα πάει σε μια έκθεση τέχνης και ζήτησα να γίνω εθελοντής για να μάθω. Δεν έχω αφήσει δημοπρασία και μάρκετ που δεν έχω πάει στην Αγγλία. Η Αγγλία και η Γαλλία είναι το κέντρο της Ευρώπης των δημοπρασιών. Στην Ελλάδα έχω εκτιμήσει αντικείμενο που η αξία του ήταν επταψήφιος αριθμός. Δηλαδή πηγαίνουμε από ένα εκατομμύριο και πάνω. Ήταν έργο τέχνης ξένου καλλιτέχνη, το οποίο στη συνέχεια έφυγε στο εξωτερικό. Το ήξερε ο άνθρωπος που το είχε, απλά λόγω της εμπιστοσύνης τους στο πρόσωπό μου ανέλαβα εγώ κάποιες επικοινωνίες για να πάει το έργο εκεί που έπρεπε να πάει γιατί στην ελλάδα δεν μπορούσαμε να το διαχειριστούμε εμείς. Υπάρχουν Έλληνες συλλέκτες που μπορούν να αγοράσουν ένα τέτοιο έργο απλά θεωρούσα πως η αγορά εκείνη την περίοδο της Αγγλίας ήταν καλύτερη για τους ανθρώπους που το πουλούσαν» επισήμανε και διευκρίνισε ότι ο ίδιος ως δημοπράτης παίρνει δύο προμήθειες, μία από τον πωλητή και μία από τον αγοραστή, οι οποίες είναι fix, προκαθορισμένες ανεξάρτητα από την τιμή που θα πιάσει τελικά το αντικείμενο.

Μεταξύ άλλων, εξήγησε τους κανόνες που τηρούνται στο επάγγελμά του – Έχει «εξαπατηθεί» ποτέ και με ποιο τρόπο πιστοποιείται η γνησιότητα ενός έργου τέχνης;

«Η βασική αρχή στις δημοπρασίες είναι η εχεμύθεια. Δεν θα μάθει ποτέ ο αγοραστής τον πωλητή ή το αντίθετο. Αυτό που μου κάνουν πολύ συχνά είναι να μου φέρνουν έργα τέχνης (πίνακες) που δεν ήταν σωστά. Να έχουν πιστοποιητικά από ιστορικούς τέχνης ότι είναι γνήσιο, να το βλέπω το έργο, να το δείχνω στους κληρονόμους, στα ιδρύματα, τους ειδικούς – γιατί για κάθε καλλιτέχνη υπάρχει κι ένας ειδικός, ένα ίδρυμα με το οποίο επικοινωνούμε για να μάθουμε αν το έργο είναι σωστό, για να βγάλουμε ένα σωστό πιστοποιητικό για να καταχωρηθεί το έργο αν δεν είναι καταχωρημένο –και εκεί να αποδεικνύεται ότι είναι πλαστά. Τώρα τελευταία επειδή είμαι ο πρώτος που δημοπράτησα ρολόγια και να μου λένε ότι είναι Rolex και δεν είναι. Έχουμε ομάδα που ψάχνουμε και ελέγχουμε τα πάντα. Για να δημοπρατήσω 200 αντικείμενα σημαίνει ότι έχω απορρίψει 2.000 αντικείμενα. Δεν είναι όλα πλαστά, αλλά δεν κάνουν για τους πελάτες μας. Μόνο άνθρωποι και όχι υπολογιστές κάνουν τις εκτιμήσεις. Χρησιμοποιούμε διάφορα προγράμματα, στα οποία βλέπουμε στατιστικά προηγούμενων πωλήσεων, αλλά παίζουν και πολλά ρόλο στον υπολογισμό μιας τιμής. Η τοποθεσία που γίνει η δημοπρασία και φυσικά το ίδιο το αντικείμενο» υπογράμμισε.