Η δυσλεξία είναι μία ειδική μαθησιακή δυσκολία νευρολογικής προέλευσης. Τα προβλήματα των παιδιών με δυσλεξία προέρχονται κυρίως από τη δυσχέρεια στην επεξεργασία των ήχων της ομιλίας μέσα στις λέξεις και στη σύνδεση μεταξύ των ήχων αυτών και των γραμμάτων. Υπάρχει δηλαδή ένα έλλειμμα στη φωνολογική επεξεργασία της γλώσσας το οποίο συχνά είναι άσχετο με τις υπόλοιπες γνωστικές ικανότητες καθώς και με την ποιότητα της εκπαίδευσης του παιδιού.

Ο επίσημος ορισμός που δίνεται από το IDA (International Dyslexia Association) είναι ο εξής: «Η δυσλεξία είναι μία διαταραχή με νευροβιολογική βάση, συχνά κληρονομική, η οποία εμποδίζει την κατάκτηση της γλώσσας. Διαφέρει σε σοβαρότητα από άτομο σε άτομο και εκδηλώνεται με δυσκολίες στην αντίληψη και έκφραση της γλώσσας, ιδιαίτερα στη φωνολογική επεξεργασία, στην ανάγνωση και στη γραφή, στην ορθογραφία και μερικές φορές στην αριθμητική.

Η δυσλεξία δεν είναι αποτέλεσμα έλλειψης κινήτρων, αισθητηριακών δυσλειτουργιών και ανεπαρκών εκπαιδευτικών και περιβαλλοντικών ευκαιριών, αλλά μπορεί να συνυπάρχει με τα παραπάνω. Αν και η δυσλεξία διαρκεί καθ’ όλη τη ζωή του ατόμου, τα άτομα με δυσλεξία συχνά ανταποκρίνονται με επιτυχία σε έγκαιρη και κατάλληλη παρέμβαση».

Η δυσλεξία ΔΕΝ προκαλείται από:

  • κακή ανατροφή ή έλλειψη εκπαιδευτικών ευκαιριών
  • φτωχή εκπαίδευση ή λανθασμένη διδασκαλία ανάγνωσης
  • περιβαλλοντικούς παράγοντες
  • οπτικά ή ακουστικά προβλήματα
  • έλλειψη κινήτρων


Στατιστικά δεδομένα

Στην Ελλάδα η δυσλεξία απαντάται περίπου στο 8% του πληθυσμού.

Στις ΗΠΑ το ποσοστό αυτό κυμαίνεται από 5-17%.

Πολλά παιδιά με δυσλεξία δε λαμβάνουν ειδική εκπαίδευση.

Η δυσλεξία επηρεάζει ανθρώπους σε όλον τον κόσμο.

Η δυσλεξία είναι μία μόνιμη κατάσταση. Ωστόσο, η αντιμετώπιση μπορεί να ωφελήσει σε μεγάλο βαθμό την ικανότητα ανάγνωσης και γραφής.

Η δυσλεξία είναι το ίδιο συχνή σε αγόρια και κορίτσια, αν και διαγιγνώσκεται συχνότερα στα αγόρια.

Η δυσλεξία συγκεντρώνει πολλά χαρακτηριστικά. Παρ’ όλα αυτά, κάθε άτομο έχει τις δικές του ικανότητες και αδυναμίες, και οι αδυναμίες αυτές μπορεί να ποικίλλουν σε βαρύτητα.

Η πρώιμη εντόπιση και παρέμβαση (όταν το παιδί φοιτά στην τελευταία τάξη του νηπιαγωγείου) είναι η πιο αποτελεσματική πρόληψη των προβλημάτων ανάγνωσης.

Παρ’ όλο που η πρώιμη διάγνωση και παρέμβαση είναι ο καλύτερος δρόμος για την επιτυχία, τα περισσότερα παιδιά διαγιγνώσκονται στο Δημοτικό, και μάλιστα στις μεσαίες τάξεις.

Πολλά παιδιά, έφηβοι, ενήλικες με μέσης βαρύτητας δυσλεξία δε διαγιγνώσκονται ποτέ.

Πολλοί γίνονται «θύματα» του εκπαιδευτικού συστήματος και δε λαμβάνουν την ειδική θεραπεία που χρειάζονται για να οικοδομήσουν την ικανότητα ανάγνωσης. Η αποκατάσταση είναι πιο δύσκολη όσο το άτομο μεγαλώνει αφού πρέπει να γίνει πιο εντατικά με στόχο να ξεπεραστούν χρόνια δυσκολιών. Ωστόσο ποτέ δεν είναι αργά για κάποιον με δυσλεξία να βελτιώσει τις ικανότητές του.

Η δυσλεξία δεν είναι ένα αναπτυξιακό πρόβλημα που τελικά θα υποχωρήσει. Το να περιμένει κανείς για να παρέμβει, δεν ωφελεί το παιδί. Τα παιδιά 5 ετών με πιθανά μελλοντικά προβλήματα, μπορούν να εντοπιστούν μέσω αξιόπιστων τεστ. Μόλις διαγνωστούν, μπορούν να ενταχθούν σε πρώιμη παρέμβαση.

Η δυσλεξία, καθώς και άλλες μαθησιακές δυσκολίες μπορεί να συνυπάρχουν με καταστάσεις ή διαταραχές όπως προβλήματα λόγου και ομιλίας ή διάσπαση προσοχής/ υπερκινητικότητα (ΔΕΠ-Υ), που απαιτούν επιπλέον θεραπεία.

Πηγή: iator.gr