Ο δήμος Σίφνου, έγινε το πρώτο νησί στις Κυκλάδες που ζήτησε από το ελληνικό κράτος να πράξει τα δέοντα ώστε να σταματήσει την ανέγερση υπόσκαφων σπιτιών και να απαγορευτούν οι ιδιωτικές πισίνες. Όπως αποκάλυψε η «Καθημερινή» σε ρεπορτάζ του Γιώργου Λιάλιου, ο δήμος Σίφνου εξέφρασε σε επιστολή του προς τρία υπουργεία αλλά και προς τις αρμόδιες πολεοδομικές αρχές, την έντονη ανησυχία του «για την καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς του νησιού» και ζήτησε αυστηρότερα μέτρα προστασίας από την ιλιγγιώδη τουριστική ανάπτυξη.

Ο δήμος Σίφνου απέστειλε προ ημερών την έκκλησή του σε τρία υπουργεία (Περιβάλλοντος, Πολιτισμού και Ναυτιλίας), στην πολεοδομία της Μήλου (στην οποία υπάγεται) και στους φορείς που γνωμοδοτούν για τις οικοδομικές άδειες (Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής Σύρου, Αρχιτεκτονική Επιτροπή Δήμου Σίφνου). Σε αυτή την επιστολή, ο δήμος Σίφνου επεσήμανε τέσσερις πρακτικές, τις οποίες χαρακτήρισε καταστροφικές – και μιλάμε για ένα νησί που έχει χαρακτηριστεί από το 1976 ως «τόπος ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους»:

  • Την αδειοδότηση υπόσκαφων σπιτιών και την κατασκευή κτισμάτων με ανεπίχριστη πέτρα. «Πόσες οικοδομές έχουν γίνει, αλλοιώνοντας τη μορφολογία του νησιού μας και την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική φυσιογνωμία του, η οποία αποτελεί στοιχείο με ιδιαίτερη πολιτιστική, περιβαλλοντική και οικονομική αξία, αφού συνιστά σημείο αναφοράς για την τουριστική προβολή του νησιού μας. Η αδειοδότηση για τα πέτρινα κτίσματα που προσπαθεί να μιμηθεί τα παλιά αγροτόσπιτα, το μόνο που καταφέρνει είναι να “γεννά” βίλες που αλλοιώνουν την εικόνα της Σίφνου», αναφέρεται στην επιστολή.
  • Την αδειοδότηση για πισίνες σε κατοικίες «που μεγεθύνουν το πρόβλημα της λειψυδρίας».
  • Την έγκριση αδειών κοντά σε μνημεία. «Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περιοχή της Πουλάτης, όπου η ομώνυμη εκκλησία αποτελεί κηρυγμένο μνημείο (ΦΕΚ 209/Β/19.04.1991) με ακτίνα προστασίας 200 μέτρων. Στο συγκεκριμένο σημείο η καταστροφή που γίνεται είναι οριστική και ανεπανόρθωτη, με άδειες υβριστικές για το περιβάλλον και για το μνημείο της Πουλάτης».
  • Τέλος, την αλλοίωση των μονοπατιών, «που αποτελεί αλλοίωση της μορφολογίας του νησιού».

«Σε ένα τοπίο συνεχώς μεταβαλλόμενο από την ξέφρενη “ανάπτυξη”, αποτέλεσμα του έντονου τουριστικού κύματος των τελευταίων ετών, η μόνη σωτηρία που θα μπορούσε να υπάρξει θα ήταν τα μέτρα προστασίας και η περιφρούρησή τους από τις αρμόδιες αρχές και υπηρεσίες. Ενα “φρένο” που απαιτείται απεγνωσμένα σε όλες τις επικείμενες καταστροφές και αλλοιώσεις», ανέφερε επίσης στην επιστολή του ο δήμος Σίφνου, ζητώντας να απαγορευθούν τα υπόσκαφα και οι ιδιωτικές πισίνες, να απαγορευθεί η εμφανής λιθοδομή και να μη δίνονται άδειες σε εκτός σχεδίου περιοχές παρά μόνο σε ισόγεια.

Την καταστροφή που συντελείται στις Κυκλάδες εξαιτίας των υπόσκαφων, τα οποία επιτράπησαν εκτός Σαντορίνης με τον οικοδομικό κανονισμό του 2012, έχει επισημάνει και ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων Κυκλάδων. Οπως ανέφεραν, «όταν οι συνάδελφοι του ΥΠΕΝ προχώρησαν στη νομοθετική ρύθμιση περί “δόμησης υπόσκαφων κτιρίων” και προέβλεπαν ότι η καινοτόμος αυτή πρακτική θα ενέτασσε τα κτίσματα στο περιβάλλον και το ανάγλυφο αυτών (δίδοντας παράλληλα ένα σημαντικό μπόνους δόμησης) δεν ήταν δυνατόν να διανοηθούν ότι η ευφάνταστη αυτή πρακτική θα ήταν εκ του αποτελέσματος αντίθετη του ευκτέου. Σήμερα, μετά την πλήρη εφαρμογή της νομοθεσίας, το παραχθέν αποτέλεσμα εμφανίζεται κατά το πλείστον αρνητικό και βλαπτικό για το περιβάλλον, με κύρια χαρακτηριστικά τα υπερμεγέθη κτίσματα σε πλαγιές, που προϋποθέτουν σημαντικές εκσκαφές, δηλαδή μη αναστρέψιμες επεμβάσεις», εκτιμούν