«Φίλους» του με τους οποίους χαίρεται να κουβεντιάζει και να κάνει παρέα «στα σοκάκια της φυλακής» χαρακτηρίζει τα μέλη των «Πυρήνων της Φωτιάς» ο αποκαλούμενος και «βαρώνος της νύχτας» Βασίλης Στεφανάκος που εκτίει κάθειρξη ως αρχηγικό μέλος του συνδικάτου του εγκλήματος.

«Αυτοί οι νέοι άνθρωποι, οι οποίοι ήταν προφανώς πλήρως άσχετοι με την τραχύτητα και τη χυδαιότητα του περιβάλλοντος της φυλακής, με όπλο το θάρρος του επαναστάτη και τον αυτοσεβασμό, στάθηκαν στα πόδια τους αξιοπρεπώς σε πολύ δύσκολα περιβάλλοντα», λέει σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Έθνος».

«Στον αντίποδα, οι μαϊμούδες της Χρυσής Αυγής ψάχνουν γνωστούς στις φυλακές για να μην τους διακορεύσουν. Διότι είναι άλλο να βαράνε δέκα έναν μετανάστη και άλλο να συναντάει ένας από αυτούς τον μετανάστη στον διάδρομο της φυλακής και να σκύβει το κεφάλι», προσθέτει.

«Φίλο» του αποκαλεί και τον Χριστόδουλο Ξηρό, τον «Μανώλη» της 17 Νοέμβρη. «Εύχομαι να είναι γερός και να ζήσει πολλά χρόνια. Κι επειδή είναι μακρόβιοι αυτοί οι Ικαριώτες, πιστεύω πως θα μας θάψει όλους (μεταφορικά βέβαια). Ο Ξηρός εδικαιούτο άδεια. Η συμπεριφορά του δε ως κρατούμενου ήταν άψογη και τυπική. Ήταν ένας ειδικός κρατούμενος και είχε ειδική μεταχείριση. Αυτό όμως δεν συνιστά προνόμιο, αντιθέτως πολλές φορές προκαλεί αυστηρή μεταχείριση, όπως η τοποθέτησή του στην Ε’ Πτέρυγα, όπου αμφιβάλλω αν μπορεί κάποιος να βρει άνθρωπο να μιλά ελληνικά κι αν βρει είναι πολύ δύσκολο να συναναστραφεί.

Για την παραβίαση της άδειας του Ξηρού ο Στεφανάκος λέει: «Ήταν μια προσωπική επιλογή. Μάλλον βαρέθηκε. Δεν είναι εύκολο να αποδράσεις, ιδιαίτερα αν νοιάζεσαι  να μην κάνεις κακό στους άλλους».

Τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο ο Β. Στεφανάκος τον χαρακτηρίζει έναν «ηλικιωμένο άνθρωπο, βασανισμένο τόσα χρόνια στην απομόνωση, άσχετος όπως δηλώνει, αφού δεν γνώριζε τίποτα για τα οποία δικάστηκε, είναι κατανπητό να του επιτρέπονται στιγμές αδυναμίας».

«Άλλωστε», συνεχίζει, « η πρακτρορολογία ήταν αγαπημένο καταφύγιο κάποιοι κομματιού της Αριστεράς παλαιότερα,όταν αρνείτο να αντιμετωπίσει τα διλήμματα. Ευτυχώς μετά το 1968 βρήκαν κάποιους να τους λένε αναθεωρητές, που είναι ηπιότερο από τους πράκτορες».

«Τον Κουφοντίνα δεν μπορώ να τον καταλάβω», αναφέρει επίσης. «Δεν θα κάνω επιπόλαια ερμηνεία γιατί τον εκτιμώ, δεδομένου ότι δεν έχει τα ‘ελαφρυντικά’ Γιωτόπουλου. Όμως με ξενίζει η άποψή του για τη χρήση ή μη της ονομασίας ’17 Νοέμβρη’ , εν είδει brand name. Αλλά δεν ξέρω πως γίνεται μιας και ποτέ δεν είχα ΙΧ Επαναστατική Οργάνωση και ούτε ποτέ ανήκα».