Καθημερινά στις 12 το μεσημέρι το Κέντρο Υποδοχής και Αλληλεγγύης του Δήμου Αθηναίων ανοίγει τις πόρτες του για τους αστέγους. Τους ανθρώπους που δεν έχουν λεφτά για ένα πιάτο φαΐ.

Πολίτες κάθε ηλικίας, χαμηλοσυνταξιούχοι αλλά και νέοι που δεν εργάζονται, έρχονται στο Κέντρο Σίτισης για να φάνε μια μπουκιά ψωμί και λίγο φαγητό ώστε να επιβιώσουν. «Την επομένη έχει ο Θεός» λένε οι περισσότεροι από αυτούς.

Η 62χρονη Βασιλική μένει τους τελευταίους 18 μήνες στον ξενώνα του δήμου και περιγράφει στο newsbeast.gr το δράμα της. «Έμεινα ορφανή στα 16 μου. Έπρεπε να δουλέψω για να φροντίσω τον μικρότερο κατά 9 χρόνια αδερφό μου που έχει ψυχολογικά προβλήματα» αναφέρει.

Και συνεχίζει: «Ο μεγάλος μου αδερφός έκανε οικογένεια. Δεν ήθελα να τον ενοχλήσω. Εγώ έκατσα με τον μικρό μου αδερφό. Έπρεπε να τον προσέχω αλλά κάποια στιγμή τα χέρια μου με εγκατέλειψαν. Δεν μπορούσα να δουλεύω. Έκανα διάφορες δουλειές από καθαρίστρια μέχρι αποκλειστική νοσοκόμα για να επιβιώσω εγώ και ο αδερφός μου, που δεν μπορούσε να δουλέψει».

Κάποια στιγμή όμως, όπως περιγράφει η 62χρονη, χρειάστηκε την ανάγκη του μεγαλύτερου αδερφού της.

«Είχα 25 χρόνια να τον δω μέχρι πριν από τρία χρόνια. Τότε τον πήρα τηλέφωνο και του ζήτησα βοήθεια. Εκείνος με ρώτησε πού βρίσκομαι. Μας έστειλε σε ένα μικρό σπίτι στην Κόρινθο. Δεν είχαμε να φάμε. Όποτε μπορούσε, ερχόταν να μας φέρει ένα πιάτο φαΐ». Για να καταλήξει ότι σήμερα ο αδερφός της βρίσκεται σε ένα ίδρυμα της Εκκλησίας που τον προσέχουν.

«Εγώ ψάχνοντας ψάχνοντας, βρέθηκα στην Αθήνα αλλά δουλειά δεν μπορούσα να βρω και έμενα στο δρόμο. Με βρήκαν άνθρωποι του δήμου έξω από την πόρτα του κέντρου. Ήμουν στα τελευταία μου, άρρωστη και καταπονημένη. Κι αυτή τη στιγμή ζω γιατί βρίσκομαι εδώ. Και γι’ αυτό ευχαριστώ τους πάντες».

Η 71χρονη Αγγελική Γεωργιοπούλου είναι ακόμη μία που μένει μόνιμα σε ξενώνα του δήμου Αθηναίων.

«Έμεινα ορφανή από παιδί και μεγάλωσα σε ορφανοτροφείο. Ο πατέρας μου ήταν θύμα πολέμου και γι’ αυτό παίρνω μία σύνταξη 830 ευρώ. Τύπωνα κασέτες και πουλούσα δίσκους επειδή δούλευα με το θείο μου, μόλις βγήκα από το ορφανοτροφείο. Πριν από λίγα χρόνια όμως ο θείος μου πέθανε κι εγώ έμεινα στο δρόμο. Κοιμόμουν σε πολυκατοικίες, σε παγκάκια και σε πεζοδρόμια. Μέχρι που έφτασα εδώ και πλέον έχω ένα κρεβάτι και ένα πιάτο φαΐ».

«Οι ανάγκες μας αυξάνονται»

Μιλώντας στο newsbeast.gr ο πρόεδρος του Κέντρου Υποδοχής και Αλληλεγγύης του Δήμου Αθηναίων (ΚΥΑΔΑ), Γιάννης Σφακιανάκης, αναφέρει: «Τρεις φορές την ημέρα και για 365 μέρες το χρόνο, δίνουμε 3.500 συσσίτια, δύο μεσημεριανά και ένα βραδινό και το ένα μεσημεριανό είναι της Αρχιεπισκοπής αφού έχουμε μία μόνιμη συνεργασία».

Και συνεχίζει: «Στους δύο ξενώνες φιλοξενούνται αυτή τη στιγμή 180 άτομα. Σύντομα θα ανοίξει και ο τρίτος ξενώνας, στον οποίο θα μένουν ακόμη 55 άτομα».

Ο κ. Σφακιανάκης επισημαίνει ότι καθημερινά οι ανάγκες του ΚΥΑΔΑ αυξάνονται αφού παρουσιάζεται μία αύξηση της τάξεως του 21% για τη στέγη και μια αύξηση περίπου 30% για το κοινωνικό παντοπωλείο.

«Φανταστείτε ότι ο μέσος όρος ηλικίας των φιλοξενούμενων μέχρι πριν από 2 χρόνια ήταν από 65 ετών και πάνω και τώρα ο μέσος όρος είναι 49 ετών. Αυτό πλέον τα λέει όλα» καταλήγει ο πρόεδρος του ΚΥΑΔΑ.