Δεν υπάρχει καλοκαίρι στην Αθήνα χωρίς ταινία κάτω από τον έναστρο ουρανό και τη μυρωδιά από το φρεσκοψημένο ποπ κορν να μπλέκεται με αυτή του γιασεμιού.

«Αν δεν πας θερινό σινεμά, είναι σαν να μην έχεις φάει παγωτό ένα ολόκληρο καλοκαίρι», λένε οι λάτρεις του είδους, νοσταλγώντας τις νύκτες των εποχών εκείνων που έδειχναν ότι ο θεσμός αυτός δεν θα κινδυνεύσει.

Οι εν λόγω «οάσεις δροσιάς» στις υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού, κινδυνεύουν πλέον να γίνουν μουσειακό είδος αριθμώντας πλέον μόλις 172 πανελλαδικά έναντι των 598 της δεκαετίας του 1990. «Συρρικνώνονται εξαιτίας της αλλαγής του κοινωνικού τοπίου. Το 1990 στην Αττική υπήρχαν 274 θερινοί κινηματογράφοι, ενώ σήμερα αγγίζουν μόλις τους 98» αναφέρει στον Ελεύθερο Τύπο ο κινηματογραφιστής και γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αιθουσαρχών, Κ.Γούναρης.

Όσον αφορά στην επαρχία, τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα αφού από 284 πανελλαδικά, έχουμε πλέον 65.
Ωστόσο οι εναπομείναντες θερινοί κινηματογράφοι της πόλης διαθέτουν προσωπικότητα, στιλ και φανατικό κοινό.

Η βόλτα μας ξεκινά από μια διαχρονική επιλογή, το «Σινέ Παρί» για να χαζέψουμε περισσότερο τη φωτισμένη Ακρόπολη και λιγότερο την οθόνη. Το «Σινέ Ψυρρή» ή αλλιώς all time classic θερινός, αποτελεί σταθερή αξία στις επιλογές μας.
Η «Ριβιέρα» στη Βαλτετσίου με τα γιασεμιά γύρω από την οθόνη να απειλούν το οπτικό μας πεδίο και λίγο πιο κάτω στη συνοικία των Εξαρχείων η θρυλική ταράτσα του «Βοξ» δεν απουσιάζει από τις σινεφίλ μας περιπλανήσεις.
Ο ιστορικός κινηματογράφος «Θησείον» με τα αξέχαστα σπιτικά γλυκά του κουταλιού να αναμιγνύονται με τη μυρωδιά του ποπ κορν είναι σταθερή αξία στις θερινές μας προτιμήσεις.