Το φεγγάρι του Κάστορα (ή Beaver Moon) είναι η ονομασία που δόθηκε στην πανσέληνο του Νοεμβρίου, μια περίοδο που οι μέρες μικραίνουν, το κρύο δυναμώνει και η φύση ετοιμάζεται για τον χειμώνα.
Η ονομασία του έχει τις ρίζες της στους ιθαγενείς της Βόρειας Αμερικής, που συνήθιζαν να δίνουν σε κάθε πανσέληνο ένα ξεχωριστό όνομα, συνδεδεμένο με τις εποχικές τους δραστηριότητες.
Από πού προέρχεται το όνομα
Σύμφωνα με τις παραδόσεις, ο Νοέμβριος ήταν ο μήνας κατά τον οποίο τα κάστορα δραστηριοποιούνταν περισσότερο: έχτιζαν τα φράγματά τους, ενίσχυαν τις φωλιές τους και μάζευαν προμήθειες πριν παγώσουν τα ποτάμια. Για τους ανθρώπους της εποχής, το φεγγάρι αυτό σήμαινε ότι είχε φτάσει η στιγμή να ολοκληρώσουν κι εκείνοι τις δικές τους προετοιμασίες για τον μακρύ χειμώνα.
Οι πρώτοι Ευρωπαίοι άποικοι στη Βόρεια Αμερική υιοθέτησαν αυτές τις ονομασίες, και έτσι το Beaver Moon καθιερώθηκε και στη δυτική παράδοση ως η πανσέληνος του Νοεμβρίου — η τελευταία πριν το φεγγάρι του Ψυχρού Χειμώνα (Cold Moon), που ακολουθεί τον Δεκέμβριο.
Το φεγγάρι του Κάστορα εμφανίζεται κάθε χρόνο τον Νοέμβριο, συνήθως ανάμεσα στις 25 και 30 του μήνα, ανάλογα με το πώς πέφτει η σεληνιακή φάση. Το 2025, η πανσέληνος του Νοεμβρίου αναμένεται θα κορυφωθεί απόψε.
Κατά τη διάρκεια της ανατολής, το φεγγάρι αποκτά συχνά ζεστές αποχρώσεις πορτοκαλί και κεχριμπαριού, λόγω της χαμηλής του θέσης στον ορίζοντα — ένα φαινόμενο που ενισχύει τη χαρακτηριστική του λάμψη. Αν οι καιρικές συνθήκες το επιτρέψουν, θα είναι ορατό για πολλές ώρες, αποτελώντας μια από τις πιο εντυπωσιακές πανσελήνους του φθινοπώρου.
Ο συμβολισμός του
Πέρα από την αστρονομική του αξία, το φεγγάρι του Κάστορα έχει και συμβολική διάσταση. Θεωρείται περίοδος ανασυγκρότησης, σταθερότητας και εσωτερικής προετοιμασίας. Οι αυτόχθονες φυλές το έβλεπαν ως υπενθύμιση ότι όλα στη φύση λειτουργούν με ρυθμό — πως υπάρχει χρόνος για εργασία, αλλά και χρόνος για ανάπαυση.
Σε πνευματικό επίπεδο, αρκετές παραδόσεις το συνδέουν με την ανάγκη να «οχυρωθεί» κανείς συναισθηματικά, να φροντίσει τον εαυτό του και να αφήσει πίσω ό,τι δεν χρειάζεται, πριν από την έναρξη του χειμώνα.