Συνολικό κόστος 630 δισ. ευρώ έως το 2100 θα μπορούσε να επιφέρει η άνοδος της στάθμης της θάλασσας στην εγχώρια οικονομία σύμφωνα με στοιχεία που εμπεριέχονται σε έκθεση που δημοσίευσε σήμερα η Τράπεζα της Ελλάδος με τίτλο «Ελληνικός τουρισμός και κλιματική αλλαγή: πολιτικές προσαρμογής και νέα στρατηγική ανάπτυξης».

Τα στοιχεία καταδεικνύουν πως η κλιματική αλλαγή δημιουργεί νέες δυναμικές στον ελληνικό τουρισμό και πως είναι επιτακτικά αναγκαία η λήψη μέτρων που θα καταστήσουν τον τουρισμό φιλικότερο προς το φυσικό και το δομημένο περιβάλλον, τόσο από την πλευρά της ζήτησης όσο και από την πλευρά της προσφοράς.

Στην έκθεση προτείνονται οι ειδικές και εναλλακτικές μορφές τουρισμού, ο επαναπροσδιορισμός των μηνών με ιδιαίτερη ζήτηση του ηλιοτροπικού τουρισμού, ο εμπλουτισμός του προϊόντος, η βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών και η έμφαση περισσότερο στην εντατική παρά στην εκτατική ανάπτυξη (π.χ. στην αύξηση της κατά κεφαλήν τουριστικής δαπάνης παρά του συνολικού αριθμού των αφίξεων) μέσα και από την άμβλυνση του φαινομένου της εποχικότητας ώστε να ξεπεραστεί η παθογένεια του ελληνικού τουριστικού προϊόντος.

Παράλληλα, η έκθεση επιχειρεί μια χρηματοοικονομική αποτίμηση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στον τουρισμό, εξετάζοντας εναλλακτικά σενάρια ως προς την άνοδο της στάθμης της θάλασσας. Πιο συγκεκριμένα, οι επιπτώσεις διακρίνονται σε άμεσες (π.χ. αύξηση της θερμοκρασίας) και έμμεσες (π.χ. φθορές παράκτιων τουριστικών υποδομών), ενώ τονίζεται ότι οι αρνητικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής θα οδηγήσουν όχι μόνο σε μείωση του αριθμού των αφίξεων λόγω συνθηκών δυσφορίας τους καλοκαιρινούς μήνες, αλλά και σε αύξηση του λειτουργικού κόστους των τουριστικών επιχειρήσεων λόγω μεγαλύτερων ενεργειακών αναγκών, νέων υποδομών που θα πρέπει να δημιουργηθούν κ.λπ.

Συγκεκριμένα, η έκθεση αναφέρει πως οι οικονομικές επιπτώσεις από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας (ΑΣΘ) θα είναι ιδιαίτερα σημαντικές. Ενδεικτικά υπολογίστηκε ότι οι επιπτώσεις της ΑΣΘ κατά ένα μέτρο θα έχουν συνολικό κόστος, λόγω της απώλειας οικιστικής και τουριστικής γης, που θα ανέλθει στα 630 δισ. ευρώ έως το 2100.

Προτείνεται η λήψη μέτρων προσαρμογής που να κρίνονται αποτελεσματικά βάσει χρηματοοικονομικής ανάλυσης κόστους-οφέλους και εξετάζονται τέσσερα βασικά μέτρα, δηλαδή η σταθεροποίηση παραλιών, η τεχνητή θρέψη παραλιών, η εγκατάσταση προβόλων και θωράκιση με λιθορριπή, φίλτρο και γεωύφασμα και η αποστράγγιση παραλιών, ενώ προκρίνεται ο συνδυασμός των διαφόρων μέτρων ούτως ώστε να μεγιστοποιηθεί ο λόγος οφέλους-κόστους, δεδομένων και των ιδιαιτεροτήτων της ελληνικής ακτογραμμής.

Τέλος, στην έκθεση αναλύονται η στρατηγική και το πλαίσιο δράσης για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, ενώ προκρίνονται οι εξής επιχειρησιακοί άξονες παρέμβασης:

1) H ενίσχυση της επιχειρηματικότητας,

2) H ανάπτυξη και βελτίωση υποδομών,

3) H βελτίωση των γνώσεων και δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού,

4) H άμβλυνση της εποχικότητας

5) H διάχυση των ευκαιριών ανάπτυξης του τουρισμού σε όλες τις περιοχές της χώρας με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις δυνατότητές τους, καθώς και

6) H ανάληψη συγκροτημένων δράσεων σε επίπεδο τουριστικού προορισμού με βάση την εμπειρία του εκάστοτε τόπου.