Κατά την πρώτη του επίσκεψη στη Βρετανία από την ανάληψη της πρωθυπουργίας, ο Μάριο Μόντι είχε συνομιλίες με τον βρετανό ομόλογό του Ντέιβιντ Κάμερον, ο οποίος βρέθηκε απομονωμένος έπειτα από την άρνησή του να συμφωνήσει σε μία νέα συνθήκη για την αντιμετώπιση της κρίσης του ευρώ.

«Και οι δύο πιστεύουμε -η Βρετανία και η Ιταλία- ότι η προσήλωση στη δημοσιονομική πειθαρχία είναι αναγκαίος όρος για την ανάπτυξη. Όχι όμως και επαρκής…

Καθώς επίσης, και οι δύο πιστεύουμε ότι, όχι μόνον οι χώρες μας, αλλά η Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύνολο έχει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση της οικονομικής ένωσης κατά βιώσιμο τρόπο», είπε ο ιταλός πρωθυπουργός.

Ο Μάριο Μόντι εκφώνησε ομιλία στο London School of Economics έπειτα από συνομιλίες με στελέχη του τραπεζικού τομέα και επενδυτές στη Βρετανία σε μία προσπάθεια προσέλκυσης επενδύσεων στην Ιταλία και εμφανίσθηκε πεπεισμένος ότι τα μέτρα που έχει λάβει η Ιταλία σε συνδυασμό με τα μέτρα της ευρωζώνης θα συμβάλουν στην έξοδο της Ιταλίας από τη δυσχερή οικονομική θέση.

«Είμαι πλέον μάλλον αισιόδοξος. Βλέπω να ενώνονται τα κομμάτια του παζλ… που με κάνουν να πιστεύω… ότι θα μας επιτραπεί να πάρουμε μία ανάσα», δήλωσε απαντώντας σε ερωτήσεις μετά την ομιλία.

Ο ιταλός πρωθυπουργός πρόσθεσε ότι θα είναι πολύ δύσκολο για την Ιταλία να διατηρήσει τις προσπάθειες για την ανάταξη των δημοσιονομικών της χωρίς κάποια απόδοση, χωρίς να διευκρινίσει για ποιου είδους απόδοση κάνει λόγο.
Σε συνέντευξή του στους Financial Times αυτήν την εβδομάδα, ο Μάριο Μόντι ζήτησε από τη Γερμανία και άλλες χώρες πιστωτές να κάνουν περισσότερα για τη μείωση του κόστους δανεισμού της Ιταλίας.

«Δεν έχουμε ποτέ φαντασθεί, ούτε φανταζόμαστε τώρα, ότι η απόδοση πρέπει να είναι χρήματα από οποιοδήποτε κράτος μέλος ή οποιαδήποτε εξαίρεση από το πλαίσιο της δημοσιονομικής πειθαρχίας… Αυτό που χρειαζόμαστε είναι ένα αποτελεσματικό σύστημα διακυβέρνησης στην ευρωζώνη που θα είναι ικανό να απομακρύνει τους ειδικούς κινδύνους που σήμερα οι αγορές συνδέουν με τη ζώνη του ευρώ», είπε.

Ο Μάριο Μόντι δήλωσε ότι τα κοινά ευρωομόλογα θα είχαν πολύ θετική συμβολή στο πλαίσιο μίας ανάκαμψης μέσω επενδύσεων και πρόσθεσε ότι θα υπήρχε χώρος για την έκδοση ευρωομολόγων στο πλαίσιο της ανάληψης δημοσίου χρέους, όμως σχετικά μακροπρόθεσμα.

Αν και δεν είναι θετικό να είναι κανείς στην κατηγορία «B» ο Μόντι δήλωσε ότι «είναι ανακουφισμένος διαπιστώνοντας ότι η υποβάθμιση της Ιταλίας (από τον Standard & Poor’s) οφείλεται κυρίως στην αρνητική αξιολόγηση της διακυβέρνησης της ευρωζώνης και επιπροσθέτως, φυσικά, σε ιταλικούς παράγοντες, οι οποίοι μπορούν να μεταβληθούν μόνο μακροπρόθεσμα».

Ο ιταλός πρωθυπουργός σημείωσε ότι η υποβάθμιση των χωρών της ευρωζώνης κατέστησε ακόμη δυσκολότερη τη διακυβέρνηση της ευρωζώνης.

Μιλώντας μετά τη συνάντησή του με τον Μάριο Μόντι, ο βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον δήλωσε ότι ελπίζει πως η επόμενη ευρωπαϊκή σύνοδος κορυφής στο τέλος του Ιανουαρίου θα συμβάλει περισσότερο στη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της ενιαίας αγοράς.

«Μπορούμε να ξεκινήσουμε στις 30 Ιανουαρίου τεστ οικονομικής ανάπτυξης με έναν πειστικό συνδυασμό κινήσεων προς τις ηλεκτρονικές αγορές, τις αγορές υπηρεσιών, τις αγορές ενέργειας, που θα συμβάλουν στο άνοιγμα όλων των ευρωπαϊκών οικονομιών, θα βοηθήσουν τις ελλειμματικές χώρες να αντιμετωπίσουν τα ελλείμματά τους και θα διασφαλίσουν ότι οι πλεονασματικές χώρες συνεχίζουν να αναπτύσσονται ταυτόχρονα», είπε ο Ντέιβιντ Κάμερον.

Ο ιταλός πρωθυπουργός απάντησε ως εξής σε δημοσιογράφο, ο οποίος ρώτησε για ποιον λόγο οι βρετανοί φορολογούμενοι πρέπει να συνεισφέρουν επιπλέον 15 δισεκατομμύρια λίρες σε συμπληρωματική χρηματοδότηση για να επιτραπεί στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να καθαρίσει το χάλι που άφησε ο Μπερλουσκόνι και να διασώσει άλλες σε δυσχερή θέση οικονομίες.

«Καθόσον γνωρίζω, η χώρα μου δεν έχει κοστίσει ούτε μια πένα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ούτε το αντίστροφο. Τουλάχιστον σε αυτήν την ιστορική φάση».