Πτωτικά κινούνταν σήμερα οι τιμές του πετρελαίου καθώς η συνάντηση των μεγάλων πετρελαιοεξαγωγικών κρατών στο Κατάρ κατέληξε χωρίς συμφωνία για πάγωμα της παραγωγής, θέτοντας εν αμφιβόλω την αξιοπιστία του ΟΠΕΚ.
Η ένταση μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν θεωρήθηκε ο βασικός λόγος για την αποτυχία, η οποία αναβίωσε τις ανησυχίες ότι οι μεγάλοι παραγωγοί θα κλιμακώσουν την μάχη για μερίδιο στην αγορά προσφέροντας ακόμα μεγαλύτερες εκπτώσεις.
«Η αξιοπιστία του ΟΠΕΚ να συντονίσει την παραγωγή είναι πολύ χαμηλή τώρα», δήλωσε ο Πέτερ Λι από την BMI Research, μονάδα του οίκου Fitch. «Το θέμα για τους Σαουδάραβες δεν είναι μόνο το πετρέλαιο, είναι εξίσου και η πολιτική στην περιοχή».
Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης για το πετρέλαιο μπρεντ υποχώρησαν σχεδόν 7% σήμερα το πρωί πριν ανακάμψουν στα 40,97 δολάρια το βαρέλι στις 09:47 ώρα Ελλάδας, καταγράφοντας πτώση 2,15% σε σχέση με την τελευταία τιμή κλεισίματος.
Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης για το αμερικανικό αργό κατέγραφαν νωρίτερα πτώση άνω του 5% στα 38,81 δολάρια το βαρέλι.
Κλίμα απαισιοδοξίας στις διεθνείς αγορές
Οι διεθνείς προσπάθειες για την επίτευξη παγκόσμιας συμφωνίας σταθεροποίησης της παραγωγής πετρελαίου χθες στη Ντόχα του Κατάρ έπεσαν στο κενό μετά την επιμονή της Σαουδικής Αραβίας για τη συμμετοχή του Ιράν στη συμφωνία μέσω μείωσης της παραγωγής του. Η αρνητική αυτή εξέλιξη για τις προσπάθειες αύξησης των τιμών πετρελαίου, ενισχύει τους φόβους για την επικράτηση ισχυρού ανταγωνισμού μεταξύ των χωρών που έχουν ηγετική θέση στην παραγωγή πετρελαίου και στόχο την κατάκτηση νέων αγορών. Προς την κατεύθυνση αυτή, το Ριάντ απείλησε για την περαιτέρω αύξηση της παραγωγής του, στην περίπτωση που στη χθεσινή συμφωνία δεν υπήρχε σύγκλιση απόψεων για τη σταθεροποίηση της παραγωγής, όπως και τελικά έγινε.
Το Ιράν επίσης απειλεί με περαιτέρω αύξηση της παραγωγής του, μετά την άρση του διεθνούς εμπάργκο τον Ιανουάριο, ελαχιστοποιώντας τις πιθανότητες μιας συμφωνίας με τη Σαουδική Αραβία, καθώς οι δύο χώρες αντιμάχονται στρατιωτικά, αλλά εμμέσως, στα πολεμικά μέτωπα της Συρίας και της Υεμένης.
Στη χθεσινή διάσκεψη συμμετείχαν 18 χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσίας, η οποία δεν είναι μέλος του ΟΠΕΚ, με βασικό στόχο την επίτευξη συμφωνίας για τη σταθεροποίηση της παραγωγής στα επίπεδα του Ιανουαρίου, μέχρι τον Οκτώβριο του 2016. Ωστόσο, η Σαουδική Αραβία, η οποία εκ των πραγμάτων ασκεί ηγετική επιρροή εντός του ΟΠΕΚ απαίτησε ότι σε ενδεχόμενη συμφωνία θα έπρεπε να συμμετέχουν όλες οι χώρες-μέλη του διεθνούς οργανισμού, συμπεριλαμβανομένου και του Ιράν. Το Ιράν από την πλευρά του, δε συμμετείχε στις συνομιλίες.
Η Τεχεράνη τήρησε σταθερά αρνητική στάση στις προτάσεις για σταθεροποίηση της πετρελαϊκής παραγωγής της, καθώς επιδιώκει τόσο την αύξηση της παραγωγής πετρελαίου στα επίπεδα πριν από την κρίση, όσο και τη δυναμική επιστροφή της, στη διεθνή πετρελαϊκή αγορά για την ανάκτηση του παλιού μεριδίου πελατών που είχε, αλλά και για την προσέλκυση νέων.
Μετά τη συμπλήρωση πέντε ωρών ταραχώδους συζητήσεων για τη φρασεολογία και το περιεχόμενο κοινού ανακοινωθέντος χθες στη Ντόχα, με τη συμμετοχή τόσο της Σαουδικής Αραβίας, όσο και της Ρωσίας, οι απεσταλμένοι των πετρελαιοπαραγωγικών χωρών, αλλά και οι υπουργοί ανακοίνωσαν τη μη επίτευξη συμφωνίας. «Καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι όλοι χρειαζόμαστε περισσότερο χρόνο, προκειμένου να διαβουλευτούμε λεπτομερώς», δήλωσε στους δημοσιογράφους ο υπουργός Ενέργειας του Κατάρ Μοχάμεντ αλ-Σάντα.
Αρκετές χώρες-μέλη του ΟΠΕΚ υποστηρίζουν ότι, αν το Ιράν συμφωνούσε να «παγώσει» την παραγωγή του στην επόμενη συνάντηση του ΟΠΕΚ (2 Ιουνίου), οι συνομιλίες με τις χώρες-μη μέλη του οργανισμού θα είχαν ολοκληρωθεί. Ο Ρώσος υπουργός Ενέργειας Αλεξάντερ Νόβακ χαρακτήρισε ως «μη λογικές» τις απαιτήσεις της Σαουδικής Αραβίας εκδηλώνοντας την απογοήτευσή του για τις εξελίξεις. Σύμφωνα με τις δηλώσεις του, πήγε στη Ντόχα, έχοντας την πεποίθηση ότι όλες οι πλευρές θα υπογράψουν τη συμφωνία και όχι ότι θα περιοριστούν στη συζήτηση των όρων της. Ο Νόβακ τόνισε ότι η Ρωσία δεν κλείνει την πόρτα στο ενδεχόμενο μιας συμφωνίας. Ωστόσο εξήγησε ότι η ρωσική κυβέρνηση δε θα μειώσει σήμερα την παραγωγή του ρωσικού πετρελαίου.
Η Ρωσία εξελίσσεται σε στρατηγικό συνεργάτη του Ιράν, ενώ υπερασπίστηκε το δικαίωμα της Τεχεράνης ν’ αυξήσει την παραγωγή της στα επίπεδα πριν από την επιβολή των διεθνών κυρώσεων. Παράλληλα, η Μόσχα υποστηρίζει την Τεχεράνη σε πολλά από τα μέτωπα των αντεγκλήσεων και διαφωνιών μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας.
Γίνεται φανερό ότι η αποτυχία επίτευξης παγκόσμιας συμφωνίας στη Ντόχα για τη σταθεροποίηση της παραγωγής πετρελαίου προσθέτει δυναμική στην τάση περαιτέρω μείωσης των διεθνών τιμών. «Με τη μη επίτευξη συμφωνίας, η εμπιστοσύνη των αγορών στην ικανότητα του ΟΠΕΚ να σταθεροποιήσει την προσφορά πετρελαίου, πέφτει στο κενό. Η αρνητική αυτή εξέλιξη είναι δεδομένο ότι θα προκαλέσει πτώση των τιμών στις διεθνείς αγορές πετρελαίου, καθώς οι τιμές “έκαναν ράλι” το τελευταίο χρονικό διάστημα εξαιτίας των προσδοκιών επίτευξης συμφωνίας», σημειώνει ο Αμπισέκ Ντεμπαντέ, αναλυτής της Natixis oil.
Τον περασμένο Δεκέμβριο, τα κράτη-μέλη του ΟΠΕΚ απέτυχαν να συμφωνήσουν σε μια καθορισμένη πολιτική παραγωγής πετρελαίου, για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια, καθώς το Ιράν διαφώνησε αναφορικά με την οροφή παραγωγής που είχε προταθεί από τη Σαουδική Αραβία, υποστηρίζοντας ότι επιδιώκει την αύξηση της παραγωγής του, στα επίπεδα πριν από την επιβολή των κυρώσεων.
«Χωρίς τη συμφωνία, η πιθανότητα σταθεροποίησης των τιμών στις αγορές πετρελαίου, μετατοπίζεται σήμερα για τα μέσα του 2017, ενώ θα δούμε πολλά σενάρια να βγαίνουν στο αέρα, μέσα στην εβδομάδα», τονίζει ο Ντεμπαντέ, επισημαίνοντας ότι οι τιμές μπορεί να μειωθούν κοντά στα 30 δολάρια το βαρέλι.
Οι τιμές του πετρελαίου τύπου Brent, διεθνούς προέλευσης, μετά τα χαμηλά επίπεδα ρεκόρ του Ιανουαρίου, αυξήθηκαν στα 45 δολάρια το βαρέλι την προηγούμενη εβδομάδα, καταγράφοντας αύξηση 60% εντός του κλίματος αισιοδοξίας που καλλιεργούσε το ενδεχόμενο επίτευξης συμφωνίας, προκειμένου οι τιμές ν’ αυξηθούν στα 115 δολάρια το βαρέλι, επίπεδο στο οποίο βρίσκονταν στα μέσα του 2014. Το αρνητικό κλίμα της μη επίτευξης συμφωνίας στη Ντόχα, αποτυπώθηκε στη σημερινή συνεδρίαση των ασιατικών αγορών με τις τιμές του αργού να καταγράφουν πτώση.
Στη χθεσινή διάσκεψη δε συμμετείχαν οι ΗΠΑ κυρίως εξαιτίας της συνεχιζόμενης τάσης μείωσης της αμερικανικής παραγωγής, με τον αριθμό των λειτουργικών πετρελαϊκών γεωτρήσεων στο αμερικανικό έδαφος να έχει μειωθεί σε ποσοστό μεγαλύτερο από 50%, σε σύγκριση με τον αριθμό των γεωτρήσεων την προηγούμενη χρονιά. Σήμερα είναι λειτουργικά ενεργές 351 πετρελαϊκές γεωτρήσεις στο αμερικανικό έδαφος, έναντι 734 πετρελαϊκών γεωτρήσεων τον Απρίλιο του 2015 (http://www.wtrg.com/)
Η σημαντική αυτή μείωση του αριθμού των αμερικανικών πετρελαϊκών γεωτρήσεων είναι συνάρτηση της ζήτησης πετρελαίου στην αμερικανική αγορά (πάρα το γεγονός ότι οι εισαγωγές πετρελαίου προς διύλιση στις ΗΠΑ συνεχίζονται με δεδομένες τις ανταγωνιστικές τιμές που προσφέρονται διεθνώς) αλλά και της αδυναμίας όλο και μεγαλύτερου αριθμού αμερικανικών πετρελαϊκών εταιριών ν’ αντεπεξέλθουν στα λειτουργικά τους έξοδα. Η παραγωγή πετρελαίου στις ΗΠΑ γίνεται από σχιστόλιθους μέσω αξιοποίησης της χημικής μεθόδου «fracking». Ωστόσο, οι αμερικανικές εταιρίες προκειμένου ν’ αναπτύξουν τη μέθοδο αυτή και πριν από τη μείωση των τιμών πετρελαίου κατέφυγαν σε δανειοδοτήσεις, με συνέπεια σήμερα ν’ αδυνατούν ν’ ανταπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις, εξαιτίας της μείωσης των διεθνών τιμών.
Σε γενικότερο επίπεδο, είχε διαμορφωθεί επίσης η αντίληψη στη διεθνή πετρελαϊκή αγορά ότι ακόμη και με την επίτευξη συμφωνίας σταθεροποίησης της παραγωγής πετρελαίου στη Ντόχα και στα επίπεδα του Ιανουαρίου, η τάση μείωσης των τιμών του πετρελαίου θα συνεχίζονταν. Η αιτία για τη συνέχιση μείωσης των τιμών στην περίπτωση αυτή προσδιορίζεται στα επίπεδα πετρελαϊκής παραγωγής ρεκόρ που σημείωσαν τον Ιανουάριο, η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία, αλλά και άλλες χώρες όπως (π.χ. το Ιράκ). Το ουσιαστικό πρόβλημα παραμένει στη διάθεση των πετρελαϊκών ποσοτήτων ενός ή δύο εκατ. βαρελιών ημερησίως που μπαίνουν σε καθεστώς αποθήκευσης, ενισχύοντας την υπερπροσφορά έναντι της χαμηλής ζήτησης.
Σε γεωπολιτικό επίπεδο, η διαμόρφωση των τιμών του πετρελαίου, πέρα από το βασικό οικονομικό νόμο της προσφοράς και της ζήτησης, επηρεάζεται και από τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, όπως η πορεία των πολεμικών συγκρούσεων στη Συρία, στο Ιράκ, στη Λιβύη, αλλά και την Υεμένη.