Οι συντάξεις χηρείας εξελίσσονται σε μία από τις πιο «καυτές πατάτες» στα χέρια της κυβέρνησης, καθώς κάθε απόπειρα επίλυσης του ζητήματος μετατίθεται, αναβάλλεται ή αναπροσαρμόζεται, σε μία προσπάθεια του υπουργείου Εργασίας να κερδίσει πολιτικό χρόνο και να αποτρέψει κοινωνικές αναταράξεις. Το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, που φιλοδοξεί να ρυθμίσει σημαντικές εκκρεμότητες και να διαμορφώσει έναν πιο σύγχρονο και ενιαίο κανόνα για τους ασφαλισμένους, φαίνεται να οδηγείται σε νέα αναβολή, παρά τις αρχικές δεσμεύσεις για κατάθεσή του εντός του Μαΐου.
Οι πληροφορίες συγκλίνουν στο ότι η συζήτηση και ψήφιση του σχεδίου νόμου ενδέχεται να μετατεθούν για το φθινόπωρο, αφήνοντας μετέωρα σημαντικά ασφαλιστικά θέματα που επηρεάζουν άμεσα δεκάδες χιλιάδες δικαιούχους. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν οι αλλαγές στις συντάξεις χηρείας, η επέκταση της δυνατότητας εξαγοράς πλασματικών ετών για επικουρική σύνταξη, οι ενιαίες παροχές σε χρήμα από τον ΕΦΚΑ, το εργόσημο, αλλά και ο τρόπος υπολογισμού των νέων συντάξεων.
Ρύθμιση-«κλειδί» για χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες
Κεντρική διάταξη του νομοσχεδίου θεωρείται η πρόβλεψη που θα επιτρέπει την εξαγορά πλασματικών ετών ασφάλισης και για την επικουρική σύνταξη, κάτι που μέχρι σήμερα δεν ήταν εφικτό. Σύμφωνα με τον νόμο 5078/2023, η θεμελίωση δικαιώματος στην επικουρική προϋποθέτει 15 έτη ασφάλισης, και πλέον θα δίνεται η δυνατότητα σε περίπου 25.000 αυτοαπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες να συμπληρώσουν τα απαραίτητα έτη μέσω αναγνώρισης πλασματικού χρόνου.
Η αλλαγή αυτή χαρακτηρίζεται κρίσιμη, καθώς καλύπτει χιλιάδες ασφαλισμένους που βρέθηκαν «στο κενό», χωρίς το απαραίτητο ασφαλιστικό ιστορικό για να διεκδικήσουν επικουρική παροχή, παρά το γεγονός ότι πληρούσαν προϋποθέσεις για κύρια σύνταξη.
Περικοπές στις συντάξεις χηρείας
Ακόμη πιο βαρύνουσα σημασία, όμως, έχει το θέμα των συντάξεων χηρείας, οι οποίες έχουν μετατραπεί σε σημείο αιχμής για το ασφαλιστικό σύστημα. Παρότι η σχετική διάταξη που προβλέπει περικοπή της σύνταξης από το 70% στο 35% μετά την πρώτη τριετία εφαρμόζεται ήδη από το 2020 στον δημόσιο τομέα και τον ΟΓΑ, στον ιδιωτικό τομέα παραμένει μέχρι σήμερα ανεφάρμοστη.
Περισσότεροι από 60.000 χήρες και χήροι που λαμβάνουν σύνταξη χηρείας από τον ΕΦΚΑ (πρώην ΙΚΑ, ΤΕΒΕ κ.ά.), μετά τον Μάιο του 2016, δεν έχουν δει να εφαρμόζεται η επίμαχη ρύθμιση, η οποία ενεργοποιείται όταν ο δικαιούχος εργάζεται ή έχει δική του σύνταξη. Η κυβέρνηση, αντιλαμβανόμενη το κοινωνικό κόστος μιας τέτοιας απόφασης, προτιμά τη διατήρηση της εκκρεμότητας, με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται μια κατάσταση άνισης μεταχείρισης μεταξύ συνταξιούχων δύο «ταχυτήτων».
Ποιες άλλες αλλαγές φέρνει το νομοσχέδιο
Πέρα από το φλέγον ζήτημα των χηρείας, το νομοσχέδιο περιλαμβάνει και άλλα σημαντικά σημεία:
- Αναμόρφωση του εργοσήμου: Θα θεσπιστεί ανώτατο πλαφόν και θα καθιερωθούν ηλεκτρονικές πληρωμές μέσω τραπεζών, ώστε να περιοριστούν η εισφοροδιαφυγή και το «μαύρο» χρήμα.
- Νέος μηχανισμός υπολογισμού των συντάξεων: Οι συντάξιμες αποδοχές δεν θα αυξάνονται πλέον με βάση τον πληθωρισμό αλλά με τον δείκτη μισθών, συνδέοντας έτσι το ασφαλιστικό σύστημα με τις πραγματικές αποδοχές των εργαζομένων.
- Ενιαίος κανονισμός παροχών σε χρήμα: Ο ΕΦΚΑ, ως ενιαίος φορέας, θα εφαρμόσει κοινούς κανόνες για παροχές όπως ασθένεια, μητρότητα, εργατικό ατύχημα, αναπηρία και έξοδα κηδείας, εξαλείφοντας τις ανισότητες που κληρονομήθηκαν από τα παλαιά επιμέρους ταμεία.
Η καθυστέρηση στην προώθηση του ασφαλιστικού νομοσχεδίου αναδεικνύει το εύρος των πολιτικών και κοινωνικών διλημμάτων που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση. Από τη μία, επιδιώκει να προωθήσει αλλαγές που θα εκσυγχρονίσουν και θα εξορθολογήσουν το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Από την άλλη, προσπαθεί να αποφύγει το πολιτικό κόστος σκληρών ρυθμίσεων, όπως η εφαρμογή της περικοπής στις συντάξεις χηρείας.
Η επόμενη περίοδος θα δείξει αν το νομοσχέδιο θα προχωρήσει ως έχει ή αν θα υποστεί αλλαγές προκειμένου να είναι πολιτικά πιο «εύπεπτο». Προς το παρόν, όμως, οι ασφαλισμένοι παραμένουν αντιμέτωποι με την αβεβαιότητα και την αναμονή.