Μια σκοτεινή και άκρως επικίνδυνη πλευρά των βιοκαυσίμων αναδεικνύει νέα βρετανική έρευνα. Σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύεται στο Nature Climate Change, τα δέντρα και τα φυτά που καλλιεργούνται ειδικά για να μετατραπούν σε βιοκαύσιμα απελευθερώνουν στον αέρα μια ρυπογόνο χημική ουσία.

Μάλιστα, αναμεμειγμένη με άλλες ρυπογόνες ουσίες, μπορεί επιπλέον να προκαλέσει μείωση στις αποδόσεις των γεωργικών καλλιεργειών.

Σύμφωνα με τη μελέτη τυχόν μαζική παραγωγή βιοκαυσίμων στο μέλλον, στο πλαίσιο αντιμετώπισης της ανόδου της θερμοκρασίας από την καύση των ορυκτών καυσίμων που αυξάνουν το διοξείδιο του άνθρακα, στην πραγματικότητα θα μπορούσε να επιβαρύνει κι άλλο την ατμόσφαιρα και την υγεία των ανθρώπων.

Η μελέτη εκτιμά ότι τα βιοκαύσιμα θα μπορούσαν να προκαλέσουν περίπου 1.400 πρόωρους θανάτους ετησίως στην Ευρώπη έως το 2020, με κόστος 7,1 δισ. δολαρίων για την κοινωνία.

Οι λεύκες, οι ιτιές και οι ευκάλυπτοι είναι ανάμεσα στα δέντρα που χρησιμοποιούνται ως πηγή ξύλων για βιοκαύσιμα.

Όμως, σύμφωνα με τη μελέτη, όλα αυτά τα είδη δέντρων εκλύουν μεγάλες ποσότητες ισοπρένιου καθώς μεγαλώνουν.

Το ισοπρένιο σχηματίζει τοξικό όζον, όταν αναμιγνύεται με άλλες ρυπογόνες ουσίες, παρουσία του ηλιακού φωτός. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι, εξαιτίας του τοξικού όζοντος, η ετήσια αξία των ευρωπαϊκών καλλιεργειών σιταριού και καλαμποκιού θα μπορούσε να μειωθεί κατά 1,5 δισ. δολ. λόγω της μείωσης των γεωργικών αποδόσεων.

Το τοξικό όζον προκαλεί αναπνευστικά προβλήματα και θεωρείται υπεύθυνο για τον θάνατο περίπου 22.000 ανθρώπων τον χρόνο στην Ευρώπη. Μια λύση, κατά τους ερευνητές, θα ήταν η χωροθέτηση των καλλιεργειών βιοκαυσίμων μακριά από τα πληθυσμιακά κέντρα όπου ήδη υπάρχει μεγάλη ρύπανση της ατμόσφαιρας. Μια άλλη θα ήταν η γενετική τροποποίηση των δέντρων, ώστε να μειωθεί η έκλυση ισοπρένιου από αυτά.

Συνολικά, η ρύπανση της ατμόσφαιρας, ιδίως από τα ορυκτά καύσιμα, εκτιμάται ότι προκαλεί περίπου 500.000 πρόωρους θανάτους στην Ευρώπη ετησίως, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Περιβάλλοντος.

Από την άλλη, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας υπολογίζει ότι η παγκόσμια υπερθέρμανση έχει προκαλέσει πάνω από 140.000 πρόωρους θανάτους κάθε χρόνο μετά τη δεκαετία του ’70, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες, λόγω πρόκλησης ακραίων καιρικών φαινομένων, ξηρασίας και διαφόρων ασθενειών που ευνοούνται από την άνοδο της θερμοκρασίας.