Το «Εγώ, Καπετάνιος» είναι ένα επικό ταξίδι ζωής και θανάτου, μια σύγχρονη οδύσσεια με πρωταγωνιστές δύο ανήλικους που περνούν τα πάνδεινα για να φτάσουν στην Ευρώπη.

Η ταινία είναι υποψήφια για Όσκαρ «Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας», ενώ έφυγε από το επετειακό 80ο Φεστιβάλ Βενετίας με δύο βραβεία: τον Αργυρό Λέοντα σκηνοθεσίας και το βραβείο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι καλύτερου ανερχόμενου ηθοποιού για το νεαρό Σεϊντού Σαρ.

Ο πολυσυζητημένος ιταλός σκηνοθέτης Ματέο Γκαρόνε (Γόμορρα), επιστρέφει με μια ταινία εμπνευσμένη από αληθινές ιστορίες, και παρακολουθεί την σύγχρονη οδύσσεια δύο εφήβων από τη Σενεγάλη, που εγκαταλείπουν τους δικούς τους, αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο στην Ευρώπη. Ο δρόμος θα είναι δύσκολος…

Το συγκλονιστικό αυτό έργο για το προσφυγικό, αποτελεί μία αξέχαστη και εξαιρετικά επίκαιρη απεικόνιση των σύγχρονων δεινών που αντιμετωπίζουν χιλιάδες ανήλικοι στις μέρες μας, συγκέντρωσε εγκωμιαστικές κριτικές.

Η υπόθεση της ταινίας

Ο 16χρονος Σεϊντού και ο ξάδερφος του, ο Μούσα, ζουν φτωχικά σε ένα χωριό στη Σενεγάλη. Ονειρεύονται να ζήσουν στην Ευρώπη, εκεί που, όπως νομίζουν, όλα είναι δυνατά: ακόμα και μια μουσική καριέρα για το Σεϊντού.

Η ζωή τους δεν βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο, και την φτώχεια τους αντισταθμίζει μια ενωμένη οικογένεια. Όμως η άγνοια κινδύνου και το εφηβικό τους όνειρο για μια λαμπερή ζωή σε μια εξιδανικευμένη Ευρώπη, είναι πιο δυνατά. Το ταξίδι τους αρχίζει με ελπίδα αλλά συνεχίζεται ως μια αδιανόητη οδύσσεια γεμάτη Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες, κατά την οποία χάνουν την ανθρώπινή υπόστασή τους. Στην πορεία θα την κερδίσουν και πάλι… Θα φτάσουν στον προορισμό τους;

Η καλύτερη στιγμή του Ματέο Γκαρόνε

Πολλοί κριτικοί στο εξωτερικό συμφωνούν πως αυτή είναι η καλύτερη σκηνοθετικά στιγμή του Ματέο Γκαρόνε. Στο «Εγώ, Καπετάνιος» δίνει μια διαφορετική οπτική του προσφυγικού και μεταναστευτικού. Ο Γκαρόνε διαφοροποιείται σε σχέση με τους περισσότερους σκηνοθέτες που παρακολουθούν τις περιπέτειες των μεταναστών ηρώων τους είτε στα σύνορα, είτε στη χώρα υποδοχής, που συνήθως μόνο ως «Γη της επαγγελίας» δεν τους υποδέχεται.

Εκείνος, επιλέγει να τους ακολουθήσει από την αρχή σ’ αυτό το ταξίδι τους στην Αφρική, καθώς διασχίζουν ερήμους και θάλασσες. Σε ένα ταξίδι που από όνειρο εξελίσσεται σε εφιάλτη: αισχροκερδείς διακινητές, σύγχρονοι δουλέμποροι, διεφθαρμένοι αστυνομικοί, μαφιόζοι που κλέβουν, εκβιάζουν και βασανίζουν απεγνωσμένους μετανάστες στη Λιβύη. Μία αλυσίδα αδιανόητης εκμετάλλευσης που ο θεατής παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα.

Με μαεστρία αλλά και μεγάλη ευαισθησία, ο δημιουργός παντρεύει το σκληρό νατουραλισμό με ονειρικές σκηνές και ατόφιο λυρικό συναίσθημα που εντυπώνονται στο νου, παραδίδοντάς μας μια επική ταινία για τα δεινά των καιρών μας, τη μάχη για την επιβίωση και την αντιφατικότητα της ανθρώπινης φύσης.

Όπως εξηγεί ο σκηνοθέτης: «Η ταινία βασίστηκε σε πολλές ιστορίες νέων παιδιών που διέσχισαν την Αφρική με προορισμό την Ευρώπη. Καθώς άκουγα τις μαρτυρίες τους, έγινε ξεκάθαρο μέσα μου πως οι ιστορίες αυτές αποτελούν πιθανότατα την μόνη πραγματικά επική αφήγηση των καιρών μας».

«Πριν κάνω την ταινία, γνώριζα από τα ΜΜΕ για τις ακρότητες που υφίστανται οι μετανάστες στα ταξίδια αυτά, αλλά μέσα από εικόνες πτωμάτων που επιπλέουν, βυθισμένων πλοίων και ανθρώπων που κραυγάζουν για βοήθεια, και μέσα από τους τραγικούς απολογισμούς θυμάτων και επιζώντων. Είχα συνηθίσει να βλέπω νούμερα και όχι ανθρώπους. Όταν όμως επισκέφθηκα ένα κέντρο υποδοχής ανηλίκων στην Κατάνια, και άκουσα την ιστορία ενός νεαρού 15χρονου Αφρικανού, κατάλαβα πως ήθελα η κάμερά μου να εστιάσει σε όλα αυτά μέσα από μια οπτική που θα είναι ακριβώς αντίθετη από αυτήν των μίντια, την οπτική δηλαδή αυτών των ανθρώπων«, προθέτει ο Γκαρόνε.

«Για να το καταφέρω αυτό έχτισα μια σχέση συνεργασίας και εμπιστοσύνης με παιδιά που έζησαν αυτήν την φρικιαστική εμπειρία και τα οποία με καθοδήγησαν στη σύλληψη αυτής της ταινίας. Για μεγάλο διάστημα είχα αμφιβολίες αν είχα το δικαίωμα να πω αυτήν την ιστορία, όμως αφηγούμαι ατόφια την δική τους ιστορία. Το κλειδί ήταν να είμαι όσο πιο αυθεντικός γίνεται, αποφεύγοντας κάθε διδακτισμό, αφήνοντας μόνο ένα διακριτικό μήνυμα. Η πρόκληση για όλους μας ήταν να παραμείνουμε αόρατοι, ώστε η ιστορία να ξετυλίγεται από μόνη της, σαν να μην έχει αφηγητή», καταλήγει.

Σκηνοθεσία: Ματέο Γκαρόνε
Σενάριο: Ματέο Γκαρόνε, Μάσιμο Γκαουντιόζο, Μάσιμο Τσεκερίνι, Αντρέα Ταλιαφέρι
Ηθοποιοί: Σεϊντού Σαρ, Μουσταφά Φαλ, Ισάκα Σαουαντόγκο