Τα τελευταία δύο χρόνια της πανδημίας και των συνεπειών της, έχει αναπτυχθεί μια νέα προπαγανδιστική μέθοδος: Αυτή των συγκρίσεων με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η επιτομή της προπαγάνδας των αριθμών! 

Ο καθένας χρησιμοποιεί ό,τι τον βολεύει – αρκεί τα πυρά να κατευθύνονται κατά της κυβέρνησης και, τελικά, της Ελλάδας.

Με τον ίδιο τρόπο, ο καθένας αποσιωπά ό,τι δεν τον βολεύει…

Η πιο τραγική σύγκριση είναι αυτή των απωλειών λόγω της πανδημίας. Καθημερινά ακούει κανείς την αντιπολίτευση να φωνάζει «είμαστε πρώτοι σε θανάτους στην Ευρώπη ανά εκατομμύριο κατοίκους». Και ακολουθούν οι κατηγορίες και οι ύβρεις – εγκλήματα, οι θάνατοι αποτελούν πολιτική επιλογή και άλλα…

Μια ματιά να ρίξει κανείς στα διαγράμματα, θα διαπιστώσει πως από πλευράς θανάτων η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από την Ιταλία και πάνω από το Ηνωμένο Βασίλειο.

Αλλά ούτε αυτό είναι το ζήτημα – οι διαφορές άλλωστε από την μια (μακάβρια) θέση στην άλλη, είναι μικρή.

Το ζήτημα είναι πως μεγάλες, πλούσιες και ισχυρές χώρες θρηνούν τεράστιο αριθμό νεκρών σε σχέση με τις δυνατότητές τους.

Για παράδειγμα, η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, η χώρα με τις περισσότερες κλίνες ΜΕΘ, έχει ξεπεράσει τους 120.000 νεκρούς. Είναι λίγοι; Είναι λίγοι για μια χώρα με τις δυνατότητες της Γερμανίας; Έχει σημασία η κατάταξη ή το σκληρό νούμερο;

Η Ιταλία πάλι, μεγάλη οικονομία επίσης, στους G7, έφθασε τους 152.000 νεκρούς. Αλλά ουδείς διανοήθηκε να αποκαλέσει εγκληματία τον Ντράγκι ή τον Κόντε.

Η Βρετανία έχει ξεπεράσει τους 160.000 νεκρούς. Η Βρετανία, με το πανίσχυρο σύστημα υγείας, η Βρετανία που κυβερνούσε – και εν πολλοίς κυβερνά – τα κύματα!

Ακόμη και η Πορτογαλία, που εσχάτως παρουσιάζεται ως πρότυπο, έχει φθάσει στους 20.500 νεκρούς. Είναι λίγοι; Σε σχέση με τι είναι λίγοι; Οι 20.000 είναι λίγοι και οι 23.000 είναι πολλοί;

Η διαρκής αναφορά σε ανθρώπους που έχασαν την ζωή τους είναι ιεροσυλία. Και αυτό κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ από το πρωί ως το βράδυ. Κάνει αυτό που δεν κάνει κανένα άλλο σοβαρό κόμμα στην Ευρώπη – είτε κεντροαριστερό, είτε κεντροδεξιό.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ντέιβιντ Κουλινέιν, σκιώδης υπουργός υγείας της Ιρλανδίας, στέλεχος του Σιν Φέιν, του πολιτικού σκέλους του IRA, που ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί αδελφό του κόμμα, δήλωσε πρόσφατα:

«Εδώ δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις. Δεν πρόκειται να πω ότι υπάρχει κάποιος ή κάτι που μπορεί να λύσει το πρόβλημα σε ένα βράδυ. Διαχειριζόμαστε 20.000 περιστατικά την ημέρα, κάθε σύστημα θα υπερφορτωνόταν».

Ανάλογη στάση έχουν κρατήσει και οι Εργατικοί στην Βρετανία, που ψήφισαν τα μέτρα του Τζόνσον όταν συντηρητικοί βουλευτές τα καταψήφισαν.

Στην Αυστρία η αρχηγός των Σοσιαλδημοκρατών Πάμελα Ρέντι Βάγκνερ στηρίζει τα μέτρα δηλώνοντας πως διαφορετικά θα υπερφορτωθούν τα νοσοκομεία. Εύκολα θα μπορούσε να κάθεται απέναντι και να πετροβολά κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι δεν ενίσχυσε το εθνικό σύστημα υγείας.

Με λίγα λόγια, πουθενά στην Ευρώπη δεν κάθονται να μετρούν τους νεκρούς για να κατηγορήσουν ο ένας τον άλλον, είτε ανήκουν στην μια παράταξη, είτε στην άλλη.

Γιατί η πραγματικότητα είναι μία: Μεγάλες οικονομίες έχουν λυγίσει και ισχυρά συστήματα υγείας έχουν κλονιστεί.

Και όλοι έχουν καταλάβει πως η αντιπολίτευση του κορονοϊού δεν οδηγεί πουθενά. Κάθε άλλο παρά τυχαία, στην Ευρώπη οι αντιπολιτεύσεις που έδειξαν υπευθυνότητα και δεν προκάλεσαν πανικό καταφεύγοντας σε γλώσσα του μίσους, έχουν δει τα ποσοστά τους να αυξάνουν θεαματικά.