Ενώ η υπόλοιπη Ευρώπη επιβάλλει αυστηρούς περιορισμούς στη δημόσια ζωή κλείνοντας σύνορα και επιχειρήσεις, η Σουηδία υιοθετεί μια πιο χαλαρή προσέγγιση απέναντι στο ξέσπασμα του κορονοϊού.

Για τον υπόλοιπο κόσμο οι σκανδιναβικές χώρες είναι γνωστές πολύ περισσότερο για τις ομοιότητές τους, παρά για τις διαφορές τους. Σε μια περιοχή της Ευρώπης γεμάτη από ευτυχισμένους ανθρώπους που ζουν σε ασφαλή περιβάλλοντα με αξιοζήλευτα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας, οι χώρες της Σκανδιναβίας συχνά αντιμετωπίζουν και κάνουν τα πράγματα ως μία. Ωστόσο, μια εκπληκτική και αναπάντεχη, θα έλεγε κανείς, εξαίρεση αποτελεί η στάση τους απέναντι στην κρίση του κορονοϊού.

Την ώρα που Δανία, Νορβηγία και Φινλανδία έκλεισαν τα σύνορά τους και επέβαλαν αυστηρούς κανονισμούς στους κατοίκους τους, η Σουηδία έκανε σχετικά λίγα, με την αυξανόμενη κριτική μεταξύ των γιατρών και των πανεπιστημιακών για την «χαλαρή» προσέγγιση της κυβέρνησης απέναντι στην πανδημία να γίνεται όλο και εντονότερη.

Και ενώ δημοφιλείς και σημαντικές διοργανώσεις για τη χώρα, όπως η έναρξη της σουηδικής ποδοσφαιρικής περιόδου, αναβάλλονται και τα πανεπιστήμια κλείνουν, η καθημερινότητα των Σουηδών μοιάζει να συνεχίζεται σε κανονικούς ρυθμούς. Παρόλο που τα μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν αγνοούν την κρίση της πανδημίας, μια βόλτα στους δρόμους της χώρας είναι αρκετή για να πειστεί κανείς ότι δεν έχουν αλλάξει και πολλά σε σχέση με την περίοδο πριν την εμφάνιση του ιού. Τα σχολεία για παιδιά ηλικίας έως 16 ετών παραμένουν ακόμη ανοιχτά, ενώ το ίδιο συμβαίνει και με τα σύνορα της χώρας, τις καφετέριες, τα εστιατόρια και τα καταστήματα εμπορικού ενδιαφέροντος.

Ο πρωθυπουργός της χώρας Stefan Lofven ζήτησε από όλους τους πολίτες να αποφεύγουν τα άσκοπα ταξίδια και όσοι αισθάνονται άρρωστοι ή είναι πάνω από 70 χρόνων να μένουν στο σπίτι. Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν εφαρμόζει πολλά από τα αυστηρά μέτρα που έχουν λάβει οι γειτονικές χώρες.

Κατά την διάρκεια τηλεοπτικής του ομιλίας το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Μαρτίου ανέφερε συγκεκριμένα «εμείς οι ενήλικες πρέπει να είμαστε ακριβώς αυτό: ενήλικες. Να μην διασπείρουμε τον πανικό ή φήμες. Κανείς δεν είναι μόνος σε αυτήν την κρίση, ωστόσο κάθε άτομο φέρει μεγάλη προσωπική ευθύνη».

Η φιλοσοφία της «χαλαρής» σουηδικής προσέγγισης

Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι οι Σουηδοί υποβαθμίζουν τον κίνδυνο της νόσου που έχει κατακλύσει όλο τον κόσμο. Η ηγεσία της χώρας και οι ιθύνοντες στον τομέα της υγείας τόνισαν την εξ αποστάσεως εργασία από το σπίτι όπου αυτό είναι δυνατό, φυσικά το καλό πλύσιμο των χεριών, καθώς την κοινωνική απομάκρυνση και την προστασία των ατόμων ηλικίας άνω των 70 ετών, περιορίζοντας όσο το δυνατόν περισσότερο τις επαφές μαζί τους.

Ωστόσο, οι καφετέριες της Στοκχόλμης εξυπηρετούν ακόμη παρέες δύο ή και περισσότερων ατόμων (πλέον επιτρέπεται η εξυπηρέτηση μόνο όσων κάθονται στα τραπέζια της κάθε επιχείρησης και όχι στο μπαρ) και οι παιδικές χαρές είναι γεμάτες από παιδιά που τρέχουν και παίζουν, ενώ μόλις στα τέλη Μαρτίου απαγορεύτηκαν οι συναθροίσεις άνω των 50 ατόμων.

Ο επικεφαλής επιδημιολόγος του Οργανισμού Δημόσιας Υγείας της Σουηδίας και πρόσωπο κλειδί για την στάση της χώρας, Anders Tegnell, δήλωσε στο CNBC ότι «μπορεί η στρατηγική της χώρας για την αντιμετώπιση του ιού να είναι διαφορετική, ωστόσο ο στόχος παραμένει ο ίδιος».

Σκοπός του συγκεκριμένου μοντέλου, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι η επιβράδυνση της διάδοσης του ιού έτσι ώστε το υγειονομικό σύστημα της χώρας να μπορέσει να αντιμετωπίσει καλύτερα τους ασθενείς που θα χρειαστούν βοήθεια.

«Η Σουηδία έλαβε ως επί το πλείστον εθελοντικά μέτρα, γιατί μέχρι σήμερα έτσι έχουμε μάθει να πορευόμαστε. Και έχουμε μια μακρά παράδοση που αποδεικνύει ότι ο συγκεκριμένος τρόπος λειτουργεί πολύ καλά» αιτιολόγησε ο κρατικός επιδημιολόγος.

Μέχρι το πρωί της Δευτέρας (6/04) η Σουηδία μετρά 6.830 επιβεβαιωμένες περιπτώσεις κορονοϊού και έχει καταγράψει 401 θανάτους. «Η κλίση (σε ποσοστά μόλυνσης και θνησιμότητας) στη Σουηδία είναι λιγότερο απότομη από ό,τι σε πολλές χώρες και αυτό ακριβώς προσπαθούμε να επιτύχουμε» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Tegnell, την ώρα που δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το σουηδικό κοινό ήταν γενικά υπέρ της συγκεκριμένης προσέγγισης του οργανισμού.

Ωστόσο, ο ίδιος δεν απέκλεισε την εφαρμογή αυστηρότερων μέτρων στη Σουήδια, λέγοντας στο CNBC ότι αν υπάρξει απότομη αύξηση των περιπτώσεων, η κυβέρνηση και ο Οργανισμός Δημόσιας Υγείας θα έχουν μια μεγάλη συζήτηση για τα επιπλέον μέτρα που μπορούν να ληφθούν μελλοντικά.

Τέλος, το περασμένο Σαββατοκύριακο ο πρωθυπουργός της χώρας δήλωσε ότι «η απομόνωση της Στοκχόλμης θα μπορούσε να συμβεί εάν επιδεινωθεί η επιδημία, ένα μέτρο που επί του παρόντος δεν συζητείται».

Η επιστήμη πίσω από το σουηδικό μοντέλο

Αυτή η φαινομενικά χαλαρή προσέγγιση της χώρας έχει προκαλέσει επικρίσεις τόσο από το εσωτερικό της Σουηδίας από μια ομάδα επιδημιολόγων, όσο και από άλλες χώρες που βάζουν φρένο στη δημόσια ζωή προκειμένου να περιορίσουν το ξέσπασμα.

Σύμφωνα με δημοσίευμα των New York Times, o Tegnell φαίνεται να δηλώνει ότι «αυτός είναι ο τρόπος που κάνουμε τα πράγματα στη Σουηδία. Το όλο σύστημα της χώρας για τον έλεγχο των μεταδοτικών νόσων βασίζεται στην εθελοντική δράση. Το σύστημα ανοσοποίησης είναι εντελώς εθελοντικό και υπάρχει κάλυψη στο 98%».

Στην πραγματικότητα όλη αυτή η στάση της σουηδικής κυβέρνησης βασίζεται σε δεδομένα που παρέχονται από τις υγειονομικές αρχές της χώρας. Σε σχετικό άρθρο στο διαδικτυακό The Conversation δύο καθηγητές του Πανεπιστημίου του Lund εξηγούν ότι για την συγκεκριμένη στρατηγική έχουν χρησιμοποιηθεί τα αποτελέσματα από προσομοιώσεις δεδομένων. Χαρακτηριστικά στο άρθρο αναφέρεται ότι «από τις προσομοιώσεις αυτές είναι σαφές ότι η σουηδική κυβέρνηση προβλέπει πολύ λιγότερες νοσηλείες ανά 100.000 κατοίκους σε σχέση με τις προβλεπόμενες σε άλλες χώρες, συμπεριλαμβάνομένης της Νορβηγίας, της Δανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου».

Ωστόσο, κατά την εκτέλεση των δεδομένων μέσω των βρετανικών μοντέλων, ο αριθμός των θανάτων που προβλέπονται για τη Σουηδία είναι πολύ μεγαλύτερος. «Ο λόγος φαίνεται να είναι ότι οι σουηδικές αρχές πιστεύουν ότι υπάρχουν πολλοί μολυσμένοι αλλά ασυμπτωματικοί άνθρωποι και ότι από εκείνους που θα προσέλθουν στα νοσοκομεία, τελικά μόνο ένας στους πέντε θα χρειαστεί νοσηλεία».

Παρά την συγκεχυμένη αυτή διαφορά στα αποτελέσματα των μοντέλων η Karin Pettersson, δημοσιογράφος της σουηδικής εφημερίδας Aftonbladet, δήδωλε ότι «δεν υπάρχει διάθεση “επανάστασης” στη χώρα. Η στήριξη προς τους σοσιαλδημοκράτες έχει αυξηθεί, ενώ οι Σουηδοί δείχνουν μεγάλη εμπιστοσύνη στον Οργανισμό Δημόσιας Υγείας».

Πόσο αποτελεσματική είναι η συγκεκριμένη στρατηγική τελικά;

Ένα από τα «όπλα» της Σουηδίας απέναντι στην πανδημία είναι η χαμηλή πληθυσμιακή πυκνότητα, η οποία μπορεί να συμβάλει στον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού. Με 25 άτομα ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο, σε σύγκριση με 120 στη Γαλλία ή 206 στην Ιταλία, η Σουηδία είναι μια από τις χώρες με τη χαμηλότερη πληθυσμιακή πυκνότητα στην Ευρώπη. Και η Στοκχόλμη μακράν η πιο αραιοκατοικημένη πόλη της χώρας, καθώς κάθε τετραγωνικό της χιλιόμετρο αντιστοιχεί στο μισό πληθυσμό απ’ ό,τι στη Νέα Υόρκη και σε τέσσερις φορές λιγότερο από το Παρίσι.

Ωστόσο, σύμφωνα με την καθημερινή ενημέρωση του Σουηδικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας, ο αριθμός των θετικών περιπτώσεων του Covid-19 στη χώρα έχει περάσει τις 6.000 (6/04). Ο αριθμός είναι παρόμοιος με το ποσοστό μόλυνσης στη Νορβηγία (5.759), με την μόνη διαφορά ότι η Σουηδία διαθέτει διπλάσιο αριθμό κατοίκων.

Και ενώ οι αριθμοί μόλυνσης είναι δύσκολο να συγκριθούν, η διαφορά στο ποσοστό θνησιμότητας είναι πιο ξεκάθαρη. Μέχρι το πρωί της 6ης Απριλίου 401 άτομα έχασαν την ζωή τους στην Σουηδία από τον Covid-19, την ώρα που στη Νορβηγία ο συγκεκριμένος αριθμός ανέρχεται σε 71.

Το προηγούμενο Σαββατοκύριακο η Karin Tegmark Wisell από τον Οργανισμό Δημόσιας Υγείας της Σουηδίας δήλωσε σε ραδιοφωνική συνέντευξη ότι «είναι πολύ νωρίς για να πούμε εάν η σουηδική προσέγγιση αποδεικνύεται επιτυχής. Από την άλλη, σε πρόσφατη συνέντευξή του το Σάββατο 4 Απριλίου στην σουηδική εφημερίδα dn.se ο πρωθυπουργός της χώρας παραδέχτηκε ότι «θα μετρήσουμε χιλιάδες νεκρούς και είμαστε προετοιμασμένοι γι αυτό. Άλλες χώρες είχαν ταχύτατη εξάπλωση του ιού, εμείς προσπαθήσαμε με άλλον τρόπο να τον περιορίσουμε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα έχουμε λιγότερους σοβαρά ασθενείς ή λιγότερους νεκρούς. Δίνουμε έτσι τη δυνατότητα στο υγειονομικό σύστημα να προετοιμαστεί κατάλληλα», χωρίς να ανακοινώνει νέα αυστηρότερα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Στην εξήγηση της τρέχουσας στρατηγικής της Σουηδίας, οι ειδικοί επισημαίνουν άλλους παράγοντες. Κατά τον ιστορικό Lars Tragardh η χώρα, για παράδειγμα, διαθέτει υψηλά ποσοστά εμπιστοσύνης και ένας αυστηρός νόμος στο Σύνταγμα απαγορεύει στην κυβέρνηση να παρεμβαίνει στις υποθέσεις των διοικητικών αρχών, όπως ο Οργανισμός Δημόσιας Υγείας, αναφέρουν οι New York Times. «Ως εκ τούτου δεν χρειάζεται να μικροδιαχειριστούν ή να ελέγξουν οι σουηδικές αρχές τη συμπεριφορά των κατοίκων της χώρας μέσω απαγορεύσεων ή απειλής κυρώσεων ή προστίμων ή φυλάκισης», εξήγησε ο Lars Tragardh. Κλείνοντας ανέφερε ότι «μ’ αυτόν τον τρόπο η Σουηδία ξεχωρίζει ακόμη και από τη Δανία και τη Νορβηγία».

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι η σουηδική κυβέρνηση επέλεξε να προκαλέσει τη λεγόμενη «ασυλία αγέλης», όπως και οι στρατηγικές που υιοθετήθηκαν στο παρελθόν από το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ολλανδία. Έκτοτε, ωστόσο, και οι δύο χώρες ακολούθησαν τα βήματα άλλων ευρωπαϊκών χωρών με την εισαγωγή πολύ αυστηρότερων μέτρων.

Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία ο Claude Le Pen ανέφερε συγκεκριμένα σε ένα ποστ του εκ μέρους του Institut Montaigne, ότι ένα επαρκώς μεγάλο μερίδιο του πληθυσμού θα πρέπει να μολυνθεί από τον ιό, ώστε να γίνει ολόκληρος ο πληθυσμός άτρωτος στην πανδημία -μέχρι να υπάρξει εμβόλιο. Παρόλα αυτά η συγκεκριμένη στρατηγική «ανοσίας της αγέλης», η οποία εγείρει πολλά ηθικά ζητήματα και ανησυχίες, δεν έχει ανακοινωθεί επισήμως από την πλευρά της σουηδικής κυβέρνησης, καθώς δεν έχει υπάρξει καμία επίσημη δήλωση από την πλευρά της, σε αντίθεση με την επίσημη δήλωση του Μπόρις Τζόνσον στο Ηνωμένο Βασίλειο πριν από δύο εβδομάδες.

Σε κάθε περίπτωση η στάση της Σουηδίας έχει προκαλέσει προβληματισμό, με τον βρετανικό Guardian να επιστίει την προσοχή σε αυτή την ανησυχία αναφέροντας σε άρθρο του την έκφραση «ρώσικη ρουλέτα», μια ιδέα που χρησιμοποιήθηκε από κάποιους ειδικούς προκειμένου να περιγραφεί το ρίσκο που παίρνει η Σουηδία αυτήν την στιγμή. Οι επόμενες ημέρες θα είναι κρίσιμες για το αν η σουηδική κυβέρνηση και οι σύμβουλοί της «αγοράζουν» επιπλέον χρόνο ή αν η Σουηδία αποφάσισε πραγματικά να γράψει μια πολύ διαφορετική ιστορία από τον υπόλοιπο κόσμο.