Μια ιστορία που θυμίζει τον μύθο του Δαίδαλου και του Ικάρου είναι η ιστορία των ιδιωτικών αεροπλάνων που διατηρούσαν ο Αριστοτέλης Ωνάσης και ο Σταύρος Νιάρχος.

Στη μια περίπτωση ο «Ίκαρος» του Αριστοτέλη Ωνάση βρίσκεται πλέον επί εδάφους, στο πάρκο που δημιουργήθηκε για να τον φιλοξενήσει, ενώ ο «Δαίδαλος» του Σταύρου Νιάρχου, συνεχίζει να πετά ακόμη και σήμερα και ας έχουν περάσει 56 χρόνια από τότε που αποδόθηκε στον ιδιοκτήτη του, έλληνα μεγιστάνα, που είχε φιλικές σχέσεις με την οικογένεια Ντασό, στην οποία έκανε και την παραγγελία.

Το Dassault Falcon 20D του 1969, με διακριτικά VR- BDK, αλλάζοντας αριθμό κυκλοφορίας στις ΗΠΑ με την ταυτότητα N724DS συνεχίζει όχι μόνο να είναι αξιόπιστο αλλά και να πετά με την τελευταία καταγεγραμμένη ιδιωτική πτήση να έχει γίνει στο Ορλάντο της Φλόριντα.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960, η Dassault Aviation είχε καθιερωθεί όχι μόνο ως ένα σημαντικό όνομα αλλά και ως μια υπολογίσιμη δύναμη όσον αφορά την παραγωγή γρήγορων αεριωθούμενων αεροσκαφών.

Με έδρα το Μπορντό είχε ξεκινήσει με το μοντέλο Ouragan το οποίο είχε μέγιστη ταχύτητα Mach 0,75 στα τέλη της δεκαετίας του 1940, πριν προχωρήσει στον τύπο «Mystere» και την εξαιρετικά επιτυχημένη οικογένεια «Mirage» και το ναυτικό μαχητικό «Etendard».

 Να υπογραμμίσουμε εδώ πως η εταιρεία είχε αρχικά ιδρυθεί από τον Μαρσέλ Ντασό το 1929 και κατά την διάρκεια των μεσοπολεμικών ετών κατασκεύασε με επιτυχία το επιβατικό αεροσκάφος Bloch MB.220.

H δημοτικότητα που απέκτησε ωστόσο ο τύπος «Mystere» και ο επόμενος «Mystere XX» ή αλλιώς Falcon 20 που αναπτύχθηκε σε συνεργασία με την Sud Aviation παραμένει ακόμη και σήμερα, εξήντα ένα χρόνια μετά, κάτι το ανεπανάληπτο, με ιδιωτικούς φορείς εκμετάλλευσης, εργολάβους άμυνας και εταιρείες μεταφορών να συνεχίζουν να χρησιμοποιούν τον συγκεκριμένο τύπο, που επέλεξε να αποκτήσει και ο αείμνηστος μεγιστάνας Σταύρος Νιάρχος το 1969.

Καθώς, ήταν και παραμένει μέχρι και σήμερα ένα κομψό αεροσκάφος με χαμηλά πτερύγια βασισμένα σε αυτά του μαχητικού «Mystere», με μεγάλη άνετη καμπίνα υπό πίεση και ένα διθέσιο θάλαμο διακυβέρνησης με εξοπλισμό που ήταν υπερσύγχρονος για την εποχή.

Το αεροσκάφος ήταν εξοπλισμένο με πίσω τουαλέτα, κουζίνα και ντουλάπι αποσκευών στην μπροστινή καμπίνα. Η είσοδος των επιβατών γινόταν μέσω μια πόρτας αεροσκαφών στην μπροστινή αριστερή πλευρά.

Το πρωτότυπο πραγματοποίησε την πρώτη του πτήση στις 4 Μαΐου 1963, και μετά από αντικατάσταση των πρώτων κινητήρων ξαναπέταξε στις 10 Ιουλίου του 1964.

Ταυτόχρονα η καμπίνα του αεροσκάφους επιμηκύνθηκε κατά 18 ίντσες, το «άνοιγμα» των φτερών αυξήθηκε για να προσφέρει μειωμένες ταχύτητες προσέγγισης και το κάτω μέρος τροποποιήθηκε με μονάδες διπλών τροχών.

Σε αυτή την τροποποιημένη μορφή, το πρώτο αεροσκάφος παραγωγής πέταξε την 1η Ιανουαρίου του 1965 και η παραγωγή επιταχύνθηκε ραγδαία με ατράκτους που κατασκευάστηκαν από την Sud Aviation.

Το τυπικό Falcon 20 είχε εμβέλεια 1900 μιλίων και μέγιστη ταχύτητα 834χλμ των ώρα. Τα περισσότερα δε από τα αεροσκάφη που κατασκευάστηκαν θα πήγαιναν στη Βόρεια Αμερική και έπειτα στο Λιτλ Ροκ του Αρκάνσας για βαφή και εσωτερική ολοκλήρωση.

Στους εξέχοντες πελάτες περιλαμβάνονταν εκτός του Έλληνα μεγιστάνα Σταύρου Νιάρχου, ο Πρίγκιπας Καρίμ Αγά Χαν, ο οποίος είχε την βάση του αεροσκάφους του με διακριτικά F-BOON (αριθμός 25) στο Λε Μπουρζέ του Παρισιού, όπως και η εταιρεία Philips η οποία παρήγγειλε τέσσερα αεροσκάφη αυτού του τύπου.

Οι πελάτες εκτίμησαν την ποικιλία του εξοπλισμού της καμπίνας που προσφερόταν εκείνη την εποχή. Υπήρχε μια πολυτελή διάταξη οκτώ θέσεων για executive άτομα, με δυο μικρότερες ομάδες των τεσσάρων θέσεων να «βλέπουν» προς τα εμπρός.

Εναλλακτικά, οι πελάτες μπορούσαν να έχουν μια μικτή διάταξη με τέσσερις θέσεις executive, και έναν ξεχωριστό χώρο χαλάρωσης με δυο επιπλέον θέσεις και ένα τριθέσιο καναπέ που γινόταν κρεβάτι που «έβλεπε» προς τα πλάγια του αεροσκάφους.

 Οι θέσεις αυτές μπορούσαν να τοποθετηθούν είτε στο μπροστινό είτε στο πίσω μέρος της καμπίνας και παρείχαν συνολική χωρητικότητα για εννέα επιβάτες. Ωστόσο, το αεροσκάφος είχε σχεδιαστεί για να διαθέτει και καθίσματα υψηλής πυκνότητας για 12 επιβάτες, με έξι να «κοιτούν» προς τα εμπρός και έξι προς τα πίσω.

Ο τύπος αυτός υπήρξε περισσότερος διαδεδομένος στα 120 αεροσκάφη που αγόρασε η Pan Am. Τα αεροσκάφη αυτά μετονομάστηκαν σε «Falcon 20» και το πρώτο αεροσκάφος έλαβε την πιστοποίηση στις 9 Ιουνίου του 1965 για να εμφανιστεί στη συνέχεια στην έκθεση του «Εθνικού Συνδέσμου Επιχειρηματικής Αεροπορίας» στο Μπέρμπανκ της Καλιφόρνια, τον Οκτώβριο του ίδιου έτους.

Η μέση τιμή για την απόκτηση ενός τέτοιου αεροσκάφους εκείνη την εποχή, σύμφωνα με τις πρώτες παραδόσεις που έγιναν στην «Pan Am» έφθασε το 1,4 εκατομμύρια δολάρια για κάθε μονάδα.