Μια μέρα στα τέλη του 2021, ο Arne Semsrott ξεκίνησε με 20.000 ευρώ στις τσέπες του. Κάποια ήταν δικά του, κάποια τα είχε δανειστεί από φίλους. Παραδέχεται ότι ήταν λίγο νευρικός.

«Δεν είχα ιδέα αν αυτό θα λειτουργούσε», λέει στο BBC.

Προορισμός του ήταν η φυλακή Plötzensee στα βορειοδυτικά του Βερολίνου. Το σχέδιό του ήταν να… εξαγοράσει όσους κρατούμενους του επέτρεπαν τα μετρητά στις τσέπες του.

Ο Arne, ένας 35χρονος δημοσιογράφος και ακτιβιστής, είχε ανακαλύψει ένα κενό στο γερμανικό νομικό σύστημα.

Κάποιος που καταδικάζεται να πληρώσει πρόστιμο δεν χρειάζεται να το πληρώσει ο ίδιος. Εκμεταλλευόμενος το κενό ήλπιζε να επιστήσει την προσοχή σε αυτό που έβλεπε ως κραυγαλέα αδικία: τον νόμο που επιτρέπει στους δικαστές να στέλνουν ανθρώπους στη φυλακή επειδή δεν αγόρασαν εισιτήριο στα μέσα μαζικής μεταφοράς.

«Απελευθερώσαμε 12 άνδρες από το Plötzensee εκείνη την ημέρα και εννέα γυναίκες από τη φυλακή Lichtenberg την επόμενη μέρα», λέει.

Από τότε, ο Arne και η οργάνωσή του Freiheitsfonds (Το Ταμείο Ελευθερίας) επέτρεψαν σε περίπου 850 άτομα να βγουν από τη φυλακή με κόστος άνω των 800.000 ευρώ.

Ο Arne λέει ότι πιστεύει ότι ο νόμος είναι άδικος. «Κάνει μεγάλες διακρίσεις σε ανθρώπους που δεν έχουν χρήματα, σε ανθρώπους που δεν έχουν στέγη, σε ανθρώπους που βρίσκονται ήδη σε κρίση.

«Πιστεύουμε ότι αυτός ο νόμος πρέπει να αλλάξει γιατί δεν είναι κάτι που θέλετε σε μια δημοκρατική και δίκαιη κοινωνία».

Υπολογίζεται ότι περίπου 7.000 άνθρωποι κρατούνται σε γερμανικές φυλακές επειδή δεν πλήρωσαν το ναύλο τους σε τρένο, τραμ ή λεωφορείο. Οι περισσότεροι από αυτούς έχουν καταδικαστεί αρχικά σε πρόστιμο και δεν μπορούν να πληρώσουν.

Εκτίουν αυτό που ονομάζεται Ersatzfreiheittsstrafe – μια υποκατάστατη ποινή στερητική της ελευθερίας. Κάποιοι όμως έχουν πάει κατευθείαν στη φυλακή.

Η Gisa März ανήκει στη δεύτερη κατηγορία. Μια μικρή, εύθραυστη γυναίκα στα 50 της, για χρόνια συντηρούσε εν μέρει τον εαυτό της πουλώντας το περιοδικό δρόμου του Ντίσελντορφ fiftyfifty.

Η Γκίσα πέρασε τέσσερις μήνες στη φυλακή από τον περασμένο Νοέμβριο μέχρι τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους. Την είχαν πιάσει δύο φορές σε τρένα στο Ντίσελντορφ χωρίς εισιτήριο.

«Ήμουν με μεθαδόνη», εξηγεί στο BBC, «το φάρμακο που σου δίνουν όταν ξεκολλάς από την ηρωίνη. Και πρέπει να πηγαίνεις στην κλινική κάθε μέρα.

Δεν είχα χρήματα. Έπαιρνα επίδομα ανεργίας, αλλά ήταν τέλος του μήνα και δεν μου έμειναν χρήματα».

Η Γκίσα καταδικάστηκε αρχικά σε έξι μήνες φυλάκιση με τριετή αναστολή. Όμως δεν κατάφερε να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις που όρισε το δικαστήριο και τελικά βρέθηκε πίσω από τα κάγκελα.

Η Fiftyfifty εργάστηκε σκληρά για να ευαισθητοποιήσει την περίπτωσή της. Υπήρχαν διαδηλώσεις έξω από κυβερνητικά κτίρια. Δημοσιογράφοι σε ένα εθνικό περιοδικό ειδήσεων την επισκέφτηκαν στη φυλακή. Η περίπτωσή της συζητήθηκε ακόμη και στην Bundestag.

Οι περισσότεροι άνθρωποι που ταξιδεύουν με λεωφορείο χωρίς εισιτήριο δεν καταλήγουν στη φυλακή. Πληρώνουν το πρόστιμο των 60 ευρώ και αυτό είναι το τέλος.

Αλλά οι εταιρείες δημόσιων μεταφορών υιοθετούν πιο σκληρή στάση με τους κατά συρροή παραβάτες. Είναι αυτοί που παραπέμπονται για δίωξη, ανεξάρτητα από το αν έχουν πληρώσει ή όχι το πρόστιμο.

Η Γκίσα ήταν μία από αυτούς. Συνελήφθη άλλες επτά φορές χωρίς εισιτήριο στο διάστημα που μεσολάβησε από την καταδίκη της και τελικά τη φυλακή. Και είχε προηγούμενες καταδίκες για το ίδιο αδίκημα.

Ο Arne Semsrott δεν μπόρεσε να βοηθήσει την Gisa επειδή δεν είχε καταδικαστεί σε πρόστιμο. Ωστόσο, πιστεύει ότι άνθρωποι σαν αυτήν δεν πρέπει ποτέ να οδηγηθούν στη φυλακή και λέει ότι πολλοί διοικητές των φυλακών σκέφτονται το ίδιο πράγμα.

«Οι φυλακές αγαπούν το Ταμείο Ελευθερίας», λέει.

«Γιατί; Γιατί οι άνθρωποι που καταλήγουν στη φυλακή επειδή μετακινούνται χωρίς εισιτήριο απλά δεν ανήκουν εκεί. Είναι άνθρωποι με ψυχολογικά προβλήματα, άνθρωποι που δεν έχουν στέγη, που χρειάζονται βοήθεια από τις κοινωνικές υπηρεσίες. Οι φυλακές είναι το λάθος μέρος για αυτούς».

Λέει ότι πολλές φυλακές δίνουν το έντυπο αίτησης του Ταμείου Ελευθερίας καθώς οι άνθρωποι φτάνουν για να ξεκινήσουν τις ποινές τους.

«Έτσι, από τη μια το κράτος ποινικοποιεί τους ανθρώπους για αυτό το αδίκημα και μετά, από την άλλη, το ίδιο κράτος έρχεται στην κοινωνία των πολιτών και ζητά βοήθεια για να το διορθώσει. Σου δείχνει πραγματικά τον παραλογισμό όλων αυτών».

Ο Arne υπολογίζει ότι εξαγοράζοντας την ποινή 850 ατόμων μέχρι στιγμής, η οργάνωσή του έχει εξοικονομήσει από το κράτος περίπου 12 εκατομμύρια ευρώ, με βάση το εκτιμώμενο κόστος ανά ημέρα κράτησης κάποιου στη φυλακή.

Οι δημόσιες συγκοινωνίες στη Γερμανία αντιστάθηκαν σε οποιαδήποτε αλλαγή του νόμου. Σε δήλωση που διαβιβάστηκε στο BBC, ο επικεφαλής του VDV, της οργάνωσης που εκπροσωπεί περισσότερες από 600 εταιρείες σιδηροδρόμων και λεωφορείων, είπε ότι είναι «επειγόντως απαραίτητο» να διατηρηθεί η απειλή της φυλακής ως αποτρεπτικός παράγοντας για τους κατά συρροή παραβάτες.

Ένας εκπρόσωπος είπε ότι οι άνθρωποι που δεν πληρώνουν ναύλο κοστίζουν στη βιομηχανία περίπου 300 εκατομμύρια ευρώ ετησίως.

Δεν είναι σαφές εάν ο νόμος θα αλλάξει πριν από τις επόμενες κοινοβουλευτικές εκλογές στη Γερμανία το 2025. Όμως η υπόθεση Gisa März υπήρξε ο καταλύτης για την αλλαγή στο Ντίσελντορφ.

Το δημοτικό συμβούλιο εκεί διέταξε τώρα την τοπική αρχή μεταφορών, Rheinbahn, να μην ασκήσει δίωξη σε όσους πιάστηκαν χωρίς εισιτήριο.

Η Rheinbahn επιβεβαίωσε στο BBC ότι θα συμμορφωθεί με αυτήν την οδηγία «μέχρι νεωτέρας».