Φαινόταν ότι το ποδόσφαιρο, τουλάχιστον στην ελίτ του, ήταν απρόσβλητο από τις οικονομικές κρίσεις. Ακόμη και εκείνη του 2008, απλώς το… άγγιξε. Κατά τ’ άλλα το άθλημα συνέχισε να αναπτύσσεται με απίστευτους ρυθμούς. Και δεν ήταν φούσκα: τα χρήματα κυκλοφορούσαν πραγματικά, τα έσοδα αυξάνονταν, αν και ένα μεγάλο ποσοστό αυτού του πλούτου προοριζόταν για τους μάνατζερ, συχνά πραγματικούς ιδιοκτήτες των παικτών.

Από το 2010 έως το 2019 ο κύκλος εργασιών όλης της ευρωπαϊκής ποδοσφαιρικής ελίτ διπλασιάστηκε: από 12,8 σε 23 δισεκατομμύρια ευρώ, με την πρόβλεψη να φτάσει τα 25 δισεκατομμύρια το 2021. Μετά, όμως, την… μπάλα σταμάτησε ο κορωνοϊός. Η πανδημία που έχει κατακλύσει τα πάντα και όλους, εξέθεσε τις αδυναμίες των τομέων της ψυχαγωγίας – των οποίων το οξυγόνο ονομάζεται κοινό. Το ποδόσφαιρο μπήκε επίσης σε καραντίνα. Αγώνες κεκλεισμένων των θυρών και μηδενισμός εισπράξεων στο ταμείο. Επαναδιαπραγμάτευση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων. Μείωση της αξίας των χορηγών. Όλες οι καταστάσεις που οδήγησαν σε απώλεια εσόδων σχεδόν 9 δισεκατομμυρίων στο ευρωπαϊκό στερέωμα, το οποίο, στο τέλος του έτους, θα βρεθεί στις αξίες του 2017. Μια τραγωδία, σε ένα οικονομικό σύστημα που αποφάσισε να ζήσει με τον τρελό ρυθμό της συνεχούς ανάπτυξης.

Κίνδυνος η μη βιωσιμότητα του συστήματος

Ο κίνδυνος είναι η μη βιωσιμότητα του συστήματος το οποίο σε αυτό το σημείο χρειάζεται επείγουσα βοήθεια, όπως και οι άλλοι τομείς ψυχαγωγίας στους οποίους οι κυβερνήσεις χορηγούν μέτρα στήριξης. Είναι εύκολο να απαντήσει κανείς ότι οι πλούσιοι (πρώην;) και σπάταλοι σύλλογοι δεν το αξίζουν, αφού χρωστούν σε μισθούς και προμήθειες. Δεν πρέπει να παραβλέπεται, όμως, ότι το ποδόσφαιρο είναι μια οικονομική (παράγει εισόδημα) και κοινωνική (διασκεδάζει και, θέλοντας και μη, προσφέρει σε κάποιον λόγο για ζωή) «βιομηχανία». Ατελής μεν, αλλά πληρώνει τους φόρους του και κρατά στα πόδια του σε πλείστες περιπτώσεις τον υπόλοιπο εθνικό αθλητισμό που διαφορετικά δεν θα επιβίωνε.

Δεν μιλάμε για ροή εκατομμυρίων με μη επιστρεπτέα κεφάλαια, αλλά για την παροχή φορολογικών ελαφρύνσεων, επιδοτούμενων δανείων και άλλων λογικών ενισχύσεων.

Ρύθμιση στα θέματα των συμβολαίων των παικτών

Μια σοβαρή λύση θα μπορούσε να είναι και η ρύθμιση στα θέματα των συμβολαίων των παικτών. Ποδοσφαιριστές με μη ανανεωμένα συμβόλαια που φεύγουν ως ελεύθεροι χωρίς οι ομάδες ν’ αποκομίζουν τίποτα απ’ αυτούς είναι πλέον ένα πολύ αποτελεσματικό όπλο που αυξάνει τη δύναμη των μάνατζερ έναντι των συλλόγων. Στα τελευταία μεταγραφικά «παράθυρα», αλλά και σ’ αυτά που θα έρθουν θα καταγραφούν πολλές μετακινήσεις ελεύθερων παικτών.

Ο λόγος είναι απλός: το μπόνους υπογραφής. Για παράδειγμα, ο Κιλιάν Εμπαπέ αν πάει ως ελεύθερος από την Παρί Σεν Ζερμέν στη Ρεάλ Μαδρίτης το καλοκαίρι του 2022, αναμένεται να πάρει μπόνους ως και 80 εκατομμύρια ευρώ. Αυτό σημαίνει περί τα οκτώ εκατομμύρια ευρώ σε προμήθεια προς τον πατέρα του Βιλφρίντ που είναι κι ο ατζέντης του. Παρόλο που δεν είναι λίγα χρήματα, είναι σαφώς λιγότερα απ’ όσα θα έδινε για τον πάρει με μεταγραφή.

Οι σύλλογοι κινδυνεύουν, λοιπόν, να μείνουν με χέρια αδειανά την παραμονή της λήξης των συμβολαίων. Σε μια τέτοια τραγική οικονομική κατάσταση, πιθανώς μόνο τα κλαμπ που έχουν τη στήριξη κρατών ή ισχυρών επενδυτών που δεν φοβούνται τα ελλείμματα, θα μπορούν να αντέξουν οικονομικά να είναι ιδιοκτήτες ενός συλλόγου. Το νέο Financial Fair Play, το ρυθμιστικό πλαίσιο της οικονομίας του ποδοσφαίρου, που ετοιμάζεται να παρουσιάσει η UEFA αν και κάπως πιο ευέλικτο, θα επιτρέπει περισσότερες επενδύσεις, αλλά ποντάρει στον αυτοπεριορισμό, ενώ απειλεί με πρόστιμα που τα «βαφτίζει» φόρο πολυτελείας.

Οι σύλλογοι, πλέον, ζητούν από την UEFA και τη FIFA αναπροσαρμογή στον τρόπο λειτουργίας των ατζέντηδων και κυρίως να μπει «ταβάνι» στις προμήθειες που είναι κι ο μόνος πραγματικός τρόπος περιορισμού της ισχύος τους. Όσο για τη σταθερότητα των συμφωνιών, οι ομάδες δεν μπορούν να επιστρέψουν στην προ – Μπόσμαν εποχή και ούτε στο υπάρχων σκηνικό μπορεί να δημιουργηθεί συλλογική σύμβαση σε επίπεδο UEFA ή FIFA, οπότε θα πρέπει να βρουν αλλιώς την ισορροπία για να έχουν στις τάξεις τους ταλαντούχους ποδοσφαιριστές που μπορούν να κάνουν τη διαφορά και εντέλει να τους αποφέρουν τεράστια έσοδα.