Βροχή πέφτουν οι αποκαλύψεις για το τεράστιο κύκλωμα της οικογενειακής μαφίας στην Ελλάδα.

Όπως γράφει ο Ελεύθερος Τύπος ανώτερος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. συναντήθηκε με τρεις αρχηγούς εγκληματικών «φαμιλιών» της μαφίας των Ρομά, μία ημέρα πριν εξελιχθεί η αστυνομική επιχείρηση για τη σύλληψή τους, η οποία επισπεύστηκε εξαιτίας της κινητικότητας που παρατηρήθηκε στους δράστες μετά από αυτή τη συνάντηση.

Επτά από τους «αρχηγούς» έφυγαν από τα σπίτια τους παίρνοντας μαζί χρήματα και κλοπιμαία, αφήνοντας μάλιστα ανοιχτές τις… τηλεοράσεις και τις κρύπτες. Ο συγκεκριμένος αστυνομικός και δύο ακόμη κατηγορούνται για κατάχρηση εξουσίας και δωροδοκία ενώ για επτά ακόμη ένστολους υπάρχουν ενδείξεις εμπλοκής τους στη συγκεκριμένη υπόθεση. Στο διαβιβαστικό της δικογραφίας αναφέρεται χαρακτηριστικά: «…Διέφυγαν της σύλληψης και αρχηγικά μέλη τα οποία είναι βέβαιο ότι θα είχαν συλληφθεί εντός των οικιών τους αν δεν υπήρχε σχετική πληροφόρηση».

Ο 55χρονος αστυνομικός την 1η Νοεμβρίου, όπως περιγράφεται στην ογκωδέστατη δικογραφία, είχε τηλεφωνικές συνομιλίες και συναντήσεις με τρεις από τους «Κορλεόνε» των Ρομά. Στις 14.30 ο ίδιος ο αστυνομικός επικοινωνεί με έναν από τους «αρχηγούς» χωρίς εκείνος να απαντήσει, κάτι που κάνει στις 14.50, για να ακολουθήσει ο παρακάτω διάλογος:

Αστυνομικός: Πάρε και το φίλο σου και ελάτε να πιείτε έναν καφέ το απόγευμα.

Αρχηγός: Τι ώρα;

Αστυνομικός: Πεντέμισι με έξι.

Ακολούθησε επικοινωνία ανάμεσα στους δύο αρχηγούς με τον πρώτο να αναφέρει: «Με πήρε τώρα ο Γιάννης τηλέφωνο και μου είπε πεντέμισι να είμαστε εκεί. Μου είπε είναι ανάγκη, ότι είναι σοβαρό». Μετά τη συνάντησή τους, ένας αρχηγός κάνει επικοινωνίες με άλλα μέλη της εγκληματικής ομάδας, στις οποίες λέει μεταξύ άλλων: «Να σου πω κάτι πολύ σοβαρό που μου είχε ο “Ελληνας” (πληροφοριοδότης)».

Στις 21 Σεπτεμβρίου 2016, ένας 32χρονος αστυνομικός ενημερώνεται τηλεφωνικά από τον αρχηγό με το προσωνύμιο «ΣΕΦΚΗΣ» ότι έχει εμπλακεί σε περιπτώσεις κλοπών σε Κομοτηνή και Αλεξανδρούπολη, όπου κατάφερε να διαφύγει τη σύλληψη. Ο αστυνομικός ενημερώνεται για την υπόθεση από την Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Αλεξανδρούπολης και συναντά κατ’ ιδίαν τον «ΣΕΦΚΗ».

Ακολουθεί τηλεφωνική επικοινωνία του αρχηγού με τη σύντροφό του στη Βουλγαρία και την ενημερώνει: «Εχουμε πρόβλημα από το Μαρούσι (Τμήμα Ασφαλείας Αμαρουσίου). Δεν ξέρω, από τα τηλέφωνα λέει κάτι βρήκαν». Μετά τη συνάντησή τους ο «ΣΕΦΚΗΣ» έλαβε ακόμα περισσότερες προφυλάξεις. Ενας άλλος 29χρονος αστυνομικός μέσω του τηλεφώνου της συντρόφου του επικοινωνούσε και εκείνος με τον ίδιο αρχηγό και τον ενημέρωσε εάν αναζητείται από αστυνομικές αρχές.

Πληροφοριοδότης φέρεται κάποιος με το προσωνύμιο «Ελληνας» που όμως φαίνεται να αντιστοιχεί σε πολλά πρόσωπα που έδιναν πληροφορίες στο κύκλωμα. Η έναρξη της δράσης της φαμίλιας των μαφιόζων προσδιορίζεται χρονικά από τη δεκαετία του ‘90 επί εποχής Ρίγκο, ενός γνωστού Τσιγγάνου κακοποιού της εποχής. Πολλά από τα μέλη του παλιού «διευθυντηρίου» έχουν πεθάνει, ωστόσο η… προίκα της αρχηγίας πέρασε στα χέρια των απογόνων. Η εκδικητικότητα των δραστών σε βάρος των ιδιοκτητών κατοικιών που λεηλατούσαν ήταν πρωτοφανής. Οι διαρρήκτες επιδίδονταν σε βανδαλισμούς σπάζοντας έπιπλα, μπανιέρες, πλακάκια, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις άφηναν ανοιχτές τις βρύσες, όπως στην ταινία… «Μόνος στο σπίτι», με αποτέλεσμα να πλημμυρίζουν τα σπίτια των θυμάτων.

Στις περιπτώσεις που η δράση τους γινόταν αντιληπτή από αστυνομικούς και ακολουθούσαν καταδιώξεις, οι δράστες χρησιμοποιούσαν τον αφρό πυροσβεστήρων εναντίον μοτοσικλετιστών της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. προκειμένου να χάσουν την ορατότητά τους.