Η αναφορά και μόνο του ονόματος του Πόε είναι ικανή να φέρει ρίγη συγκίνησης στους αναγνώστες του έργου του, ανασύροντας εικόνες φονιάδων και ψυχικά διαταραγμένων, πρόωρων ενταφιασμών και μυστηριωδών γυναικών που επιστρέφουν από τον κόσμο των νεκρών.

Τα σκοτεινά έργα του αμερικανού πεζογράφου, ποιητή και κριτικού λογοτεχνίας που άρχισαν να κυκλοφορούν από το 1827 κατέχουν πια περίβλεπτη θέση στην ιστορία της γραφής, με έργα κλασικά όπως το «Κοράκι», η «Πτώση του Οίκου των Άσερ», ο «Χρυσός Σκαραβαίος», ο «Μαύρος Γάτος» κ.λπ. να στοιχειώνουν την παγκόσμια λογοτεχνία.

Ο πολυεπίπεδος Πόε σκάρωσε διηγήματα, λυρικά ποιήματα, αφηγήματα, αλλά και δοκιμιακά έργα και βιβλιοκριτικές, αποθεώνοντας το μακάβριο και το γκροτέσκο με τρόπο που σπάνια έχουν ξαναδεί τα ανθρώπινα λογοτεχνικά μάτια. Και βέβαια ο βίος του ακολούθησε τα ίδια ακριβώς μονοπάτια, κάνοντας τα όρια προσωπικής ζωής και δημιουργίας σχεδόν αξεδιάλυτα.

Μακάβριος, σκοτεινός και μυστηριώδης, ο κορυφαίος αμερικανός γραφιάς άντλησε έμπνευση από τη δραματική ζωή του, με τις τραγωδίες και τις προσωπικές σκιές να μην έχουν τέλος. Στο καθεστώς του θρύλου πια, πολλά από τα γεγονότα που ξέρουμε για τη ζωή του είναι ωστόσο ψεύτικα, καθώς πολλοί βιογράφοι του έβαλαν σκοπό να τον αποκαθηλώσουν από την περίβλεπτη θέση που κατείχε στο παγκόσμιο λογοτεχνικό στερέωμα. Κι έτσι μπορεί σε μόλις 40 χρόνια ζωής να πέρασε από τον απόλυτο έρωτα, στη μοναξιά, τις αυτοκαταστροφικές τάσεις και μοιραία στον θάνατο, ο αμερικανός ρομαντικός ήταν ωστόσο πολλά περισσότερα από όσα η κηλιδωμένη και κατάφωρα διαστρεβλωμένη βιογραφία του αποκαλύπτει.

Και βέβαια η διερεύνηση του ταραχώδους βίου και των ψυχικών τραυμάτων της παιδικής του ηλικίας δεν μπορούν να ερμηνεύσουν την πρωτοτυπία της καλλιτεχνικής δημιουργικότητάς του. Ο Πόε υπήρξε μια ιδιοφυΐα που άφησε ανεξίτηλη σφραγίδα στην αμερικανική και παγκόσμια λογοτεχνία. Πλάι στα λυρικά ποιήματα, όπως το μοναδικό «Κοράκι» με την πασίγνωστη πια επωδό «ποτέ πια», συνυπάρχουν κριτικές μελέτες σε λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες της εποχής, αλλά και δοκίμια ποιητικής όπως «Η Φιλοσοφία της Σύνθεσης» και η «Ποιητική Αρχή». Μέσα από την ποικιλομορφία των διηγημάτων του αναδύονται όμως και νέα αφηγηματικά είδη, όπως η λογοτεχνία τρόμου και η αστυνομική λογοτεχνία, των οποίων θεωρείται εν πολλοίς «πατέρας».

Φαίνεται πως είναι γεγονός ότι κανείς δεν απέδωσε με περισσότερη δεξιοτεχνία και ψυχολογική δεινότητα το γοτθικό κλίμα όσο ο Πόε, την έμφαση στη μυστηριώδη ατμόσφαιρα δηλαδή, τη σεξουαλικότητα που συχνά συνδέεται με την τρέλα και τον θάνατο αλλά και το εξωλογικό, εξωπραγματικό στοιχείο. Η λογοτεχνική μεγαλοφυΐα του έγκειται στην ικανότητά του να δίνει αληθοφανή υπόσταση στο φανταστικό, το ονειρικό, το εφιαλτικό. «Ο τρόμος δεν υπάρχει στη Γερμανία αλλά στην ψυχή», έγραφε ο Πόε, απαντώντας στις επικρίσεις που δεχόταν για τη νοσηρή εμμονή του στο μακάβριο αλλά και την υπερβολική ροπή του στο γκροτέσκο. Οι ήρωές του εξιστορούν με εξαιρετική ακρίβεια αλλά και ταυτόχρονη αποστασιοποίηση οριακές ψυχικές καταστάσεις.

Η πρωτοπρόσωπη γραφή που συνήθως υιοθετεί προσδίδει ψυχολογικό βάθος, αξιοπιστία αλλά και την αυθεντικότητα της βιωμένης εμπειρίας. Ακόμη πιο σπουδαία είναι η συμβολή του Πόε στην εξέλιξη της αστυνομικής λογοτεχνίας, αφού «Τα Εγκλήματα της Οδού Μοργκ» (1841) θεωρούνται το πρώτο ντετεκτιβίστικο διήγημα με πρωταγωνιστή τον αρχετυπικό ντετέκτιβ Ογκίστ Ντιπέν.

Ο Πόε ήταν ο πρώτος γνωστός αμερικανός συγγραφέας που ζούσε αποκλειστικά από τη γραφή, κάτι που κατέληξε φυσικά σε μια δύσκολη οικονομική και επαγγελματική ζωή. Ο άνθρωπος που αποθέωσε το γκροτέσκο, τη διαστροφή και το μακάβριο δεν έκρυβε ποτέ την πηγή της έμπνευσής του: «Η διαστροφή είναι ένα από τα αρχέγονα ορμέμφυτα της ανθρώπινης καρδιάς – μια από τις πιο αδιαίρετες πρωταρχικές δυνάμεις ή συναισθήσεις, που δίνουν μια κατεύθυνση στο χαρακτήρα του ανθρώπου. Ποιος δεν έπιασε τον εαυτό του, εκατό φορές, να ’χει κάνει μια ποταπή ή ανόητη πράξη, για το μόνο λόγο πως ήξερε πως δεν έπρεπε να την κάνει; Μήπως δεν έχουμε μια αιώνια τάση, όσο κι αν είμαστε άνθρωποι με κρίση, να παραβαίνουμε τον νόμο, μόνο και μόνο γιατί είναι ο νόμος;», γράφει στον σπουδαίο «Μαύρο Γάτο» του…

Πρώτα χρόνια

Η ζωή του Πόε καλύπτεται από μυστήριο, ηθελημένες βιογραφικές στρεβλώσεις αλλά και μύθους όταν άγγιξε πια το καθεστώς του θρύλου των παγκόσμιων γραμμάτων. Κι έτσι η διαχωριστική γραμμή μεταξύ πραγματικότητας και φανταστικών γεγονότων παραμένει δυσδιάκριτη, παρά τις τόσες συνεπείς απόπειρες να ακολουθηθεί ο μίτος της αλήθειας. Θα περιοριστούμε λοιπόν στα γεγονότα που μπορούν πράγματι να επιβεβαιωθούν μέσα από επίσημες πρωτογενείς πηγές ή έγγραφα, αφήνοντας τα στοιχεία που παραμένουν υπό καθεστώς αμφισβήτησης, όπως η ημερομηνία γέννησής του, τα αίτια του θανάτου του, η ημέρα ταφής του, οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις καθώς και άλλες σκοτεινές πλευρές της ζωής του, όπως η σχέση του με το ποτό και άλλες ναρκωτικές ουσίες, στη λήθη που τους αξίζει.

Ο Έντγκαρ Πόε φέρεται να γεννιέται στις 19 Ιανουαρίου 1809 (δεν υπάρχει ιστορική συναίνεση) στη Βοστόνη ως το μεσαίο από τα τρία παιδιά μιας φαμίλιας περιπλανώμενων ηθοποιών. Ο ίδιος δεν θα προλάβαινε βέβαια να γνωρίσει τους γονείς του, καθώς ο πατέρας εγκατέλειψε την οικογένεια αμέσως μετά τη γέννησή του (και πέθανε λίγους μήνες μετά), ενώ τρία χρόνια αργότερα πέθανε και η μητέρα του χτυπημένη από φυματίωση.

Ο μικρός βίωσε από την πρώτη στιγμή την εγκατάλειψη και την αρρώστια, με την ετοιμοθάνατη μητέρα του να σβήνει μέρα με τη μέρα και το παιδί να αισθάνεται μόνο και αβοήθητο. Η εικόνα της φιλάσθενης και χλωμής γυναικείας φιγούρας που τόσο επανέρχεται στο έργο του ενδέχεται να συνδέεται με τα γεγονότα της περιόδου και τον αργό θάνατο της μητέρας του.

Μετά τον θάνατό της, ο Έντγκαρ αποχωρίστηκε από τα αδέρφια του όταν δόθηκε για υιοθεσία σε μια ευκατάστατη οικογένεια που ζούσε στο Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια: η Φράνσις και ο Τζον Άλαν (απ’ όπου έλκει την καταγωγή του το «Άλαν» του ονόματός του), πλούσιος έμπορος καπνών, μεγαλώνουν το παιδί μέσα στις ανέσεις, αν και οι σχέσεις τους μαστίζονται από τον χαρακτήρα του μικρού. Με τη Φράνσις δένεται σχετικά ο Έντγκαρ, αν και με τον Άλαν οι σχέσεις τους παρέμειναν τεταμένες. Προτιμώντας την ποίηση από το εμπόριο, ο μικρός Έντγκαρ γράφει ποιήματα στο πίσω μέρος των επαγγελματικών εγγράφων του πατριού του, κάτι που δεν εκτιμά καθόλου ο επιχειρηματίας! Η οικογένεια πέρασε 5 χρόνια στην Αγγλία αυτή την περίοδο, αν και επέστρεψαν τελικά στις ΗΠΑ.

Όταν μάλιστα έχασε και τη δεύτερη μητέρα του, οι σχέσεις του με τον Άλαν διαταράχθηκαν σε ανεπανόρθωτο βαθμό. Κάτι που φάνηκε όταν ο Πόε έγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια το 1826, με τον πατριό του να καλύπτει χαιρέκακα τμήμα μόνο των διδάκτρων, μόνο και μόνο για να τον πικάρει και να τον κάνει να ξεχάσει τις λογοτεχνικές του ανησυχίες. Το εξαντλητικό οικονομικό κόστος των σπουδών ανάγκασε τον έφηβο Πόε να ξεχάσει τα πανεπιστημιακά έδρανα, καθώς η απόπειρά του να καλύψει τα έξοδα μέσω του τζόγου στέφθηκε από παταγώδη αποτυχία.

Τα χρέη ανάγκασαν τον 18χρονο Πόε να καταταγεί σε στρατιωτική ακαδημία μπας και τα καλύψει με τον μισθό του, αν και ήταν σαφές ότι δεν άντεχε την αυστηρή πειθαρχία του στρατιωτικού περιβάλλοντος, την ίδια στιγμή που στην προσπάθειά του να εκδικηθεί τον πατριό του που δεν τον βοηθούσε οικονομικά, προκαλούσε προβλήματα που τον οδήγησαν τελικά σε ένα καθόλου κόσμιο διαζύγιο με τον στρατό. Κι έτσι, όταν επιστρέφει στο σπίτι του, αντί τα πράγματα να πάνε καλύτερα, ήταν έτοιμος να ζήσει άλλη μια προσωπική τραγωδία: η γειτόνισσα και αρραβωνιαστικιά του Elmira Royster είχε αρραβωνιαστεί κάποιον άλλο. Πληγωμένος και απογοητευμένος, εγκαταλείπει το πατρικό του και δεν κοιτά ποτέ πια πίσω…

Η γέννηση της λογοτεχνικής του καριέρας

Αυτή την εποχή, το 1827, εκδίδει μέσα στις προσωπικές του περιπέτειες την πρώτη του ποιητική συλλογή, τον «Ταμερλάνο και άλλα ποιήματα», και στρατεύεται σε μια ύστατη προσπάθεια να επιβιώσει. Παρά το γεγονός ότι είναι μόλις 18, δηλώνει ψεύτικη ηλικία 22 ετών και υπηρετεί για δύο χρόνια ως επαγγελματίας οπλίτης, αν και δεν του ταίριαζε καθόλου η στρατιωτική ζωή. Κι έτσι κίνησε τις διαδικασίες για να απαλλαγεί από το υπόλοιπο της θητείας του (μέσω στρατοδικείου δηλαδή!).

Εγκαταλείποντας οριστικά πια τον στρατιωτικό βίο, συγκεντρώνει τις δυνάμεις του αποκλειστικά στη συγγραφή. Μετακινείται στις ΗΠΑ ψάχνοντας ευκαιρίες δουλειάς και γιατί όχι εύκολου πλουτισμού, καθώς ο τζόγος ήταν πάντα ένα αξιοπρεπές για τον ίδιο καταφύγιο: Νέα Υόρκη, Βαλτιμόρη, Φιλαδέλφεια και ξανά στο Ρίτσμοντ. Από το 1831-1835 ζει στο σπίτι της θείας του στη Βαλτιμόρη, Μαρία Κλεμ, αρχίζοντας να καλοβλέπει τη μικρή ξαδέλφη του Βιρτζίνια. Η μικρή τού δίνει λογοτεχνική έμπνευση και σύντομα θα βρει ερωτική θέση στην καρδιά του: το ζευγάρι παντρεύεται το 1836, με τη Βιρτζίνια να είναι μόλις 13 ετών (αν και στο πιστοποιητικού γάμου αναφερόταν ως 22)!

Επιστρέφοντας στο Ρίτσμοντ την ίδια χρονιά, ο Πόε βρίσκει δουλειά ως κριτικός λογοτεχνίας στην επιθεώρηση «Southern Literary Messenger». Εκεί ανέπτυξε τη φήμη του σκληροπυρηνικού κριτικού που δεν χαρίζεται σε κανέναν, γράφοντας βιτριολικές κριτικές για πολλούς συγχρόνους του. Στο ίδιο περιοδικό θα εμφανιστούν και αρκετά δικά του έργα, από ποιήματα και διηγήματα μέχρι και λογοτεχνικά δοκίμια. Εκεί θα κάνουν την εμφάνισή τους και τα δύο πρώτα κεφάλαια του μόνο μυθιστορήματός του, της «Αφήγησης του Άρθουρ Γκόρντον Πιμ».

Η πολεμική του ωστόσο κατά εγνωσμένης αξίας αμερικανών λογοτεχνών και οι συχνά πικρόχολες βιβλιοκριτικές του τον αποξένωσαν από τον εκδότη, ο οποίος τον έδιωξε κλοτσηδόν το 1837. Το πρόβλημα με τον αλκοολισμό έπαιξε σίγουρα τον δικό του ρόλο στην απόλυσή του, καθώς έχανε συνεχώς τις προθεσμίες υποβολής των κειμένων του. Η φήμη του ήταν πια τέτοια που του εξασφάλισε αμέσως δουλειά σε δύο ακόμα λογοτεχνικά περιοδικά, τα «Burton’s Gentleman’s Magazine» και «The Broadway Journal», στα οποία ακολούθησε την ίδια επαγγελματική πεπατημένη…

Κορυφαία έργα

Στα τέλη της δεκαετίας του 1830, ο Πόε δημοσιεύει τις «Ιστορίες του Γκροτέσκου και του Αραβουργήματος», μια συλλογή διηγημάτων που περιλαμβάνει μια σειρά από τις πιο ανατριχιαστικές ιστορίες του, όπως την «Πτώση του Οίκου των Άσερ» και τη «Λίγεια». Παρά το γεγονός ότι τα έργα του δεν έτυχαν θετικής εμπορικής αποδοχής, του εξασφάλισαν αρκετή φήμη στους λογοτεχνικούς κύκλους της Αμερικής.

Παραδέρνοντας μεταξύ λογοτεχνικών περιοδικών και ανέχειας, ο Πόε εκδίδει το 1841 τα «Εγκλήματα της Οδού Μοργκ», το βιβλίο που θεωρείται ότι γέννησε εν πολλοίς την αστυνομική λογοτεχνία. Πλέον είναι φέρελπις συγγραφέας και το λογοτεχνικό του μέλλον φαντάζει ευοίωνο, κάτι που προσυπογράφει ο «Χρυσός Σκαραβαίος» του 1843 που του εξασφαλίζει λογοτεχνικά βραβεία και διθυραμβικές κριτικές (αν και όχι εξίσου καλή εμπορική πορεία).

Ο Πόε μετατράπηκε σε βαρύ πυροβολικό των αμερικανικών γραμμάτων το 1845, όταν εξέδωσε το ανεπανάληπτο λυρικό ποίημα «Το Κοράκι», ορόσημο της παγκόσμιας ποίησης και ένα από τα καλύτερα πονήματα της καριέρας του. Ο θάνατος και η απώλεια, γνώριμα μοτίβα του έργου του, εξερευνούνται εδώ με ποιητική διάθεση και του εξασφαλίζουν τη συμπερίληψή του στο πάνθεο των λογοτεχνών του 19ου αιώνα! Δεν μπορεί όμως να κρατήσει το στόμα του κλειστό όταν πρόκειται για κριτικές συναδέλφων του κι έτσι εμπλέκεται στη δίνη περιπετειών: κατηγορεί τον πασίγνωστο αμερικανό ποιητή της εποχής Henry Wadsworth Longfellow για λογοκλοπή και συγκεντρώνει τη μήνη και την κατακραυγή σύσσωμης της λογοτεχνικής κοινότητας των ΗΠΑ.

Από το 1831 είχε επιδιώξει εξάλλου να ζει αποκλειστικά από τη συγγραφή και ήταν πράγματι ένας από τους πρώτους αμερικανούς λογοτέχνες που επιχείρησαν να ζήσουν μοναχά από το έργο τους. Η έλλειψη διεθνούς νομοθετικού πλαισίου για τα πνευματικά δικαιώματα δυσκόλευε βέβαια την κατάσταση, αφού οι εκδότες προτιμούσαν να κλέβουν έργα ευρωπαίων συγγραφέων παρά να πληρώνουν νέους Αμερικανούς. Σε ολόκληρη τη ζωή του αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα μέσα στο σαθρό πλαίσιο της εποχής, πόσο μάλλον που είχε κάνει πλέον ορκισμένους εχθρούς από τον χώρο των γραμμάτων.

Ήταν όμως όνομα πια για το προσωπικό ύφος της λογοτεχνικής κριτικής του και συνέχισε να εκδίδει έργα του με την οικονομική βοήθεια φίλων και θαυμαστών του, καθώς η ιδιαίτερη γραφή του έτυχε της προσοχής πολλών. Γράφει πλέον δοκίμια λογοτεχνίας και συγγραφικής μεθοδολογίας, εκδίδει νέες ποιητικές συλλογές και διηγήματα και είναι ένα από τα πιο ζωντανά μέλη του αμερικανικού λογοτεχνικού κατεστημένου…

Μυστηριώδης θάνατος

Αν και οι τραγωδίες δεν είχαν πει ακόμα τον τελευταίο τους λόγο: το 1847 ο Πόε έχασε τη λατρεμένη του γυναίκα Βιρτζίνια, η οποία χτυπήθηκε κι αυτή από φυματίωση, όμοια με τη βιολογική του μητέρα και τον αδερφό του. Συνέχισε βέβαια να γράφει, παρά την κακή του υγεία από το ποτό και τη φερόμενη κατάχρηση οπίου, αλλά και τα τεράστια οικονομικά προβλήματα. Ταυτοχρόνως, εμπλέκεται σε μια σειρά ακόμα από ειδύλλια, αν και πλέον ζούσε με τα φαντάσματα του παρελθόντος.

Ο Πόε λογαριάσει να εκδώσει δικό του λογοτεχνικό περιοδικό, δεν θα προλάβαινε όμως καθώς θα ερχόταν ο μυστηριώδης θάνατός του. Οι τελευταίες του μέρες παραμένουν μυστήριο και πολύ μελάνι έχει χυθεί για την αιτία του χαμού του. Ξέρουμε ότι έφυγε από το Ρίτσμοντ στις 27 Σεπτεμβρίου 1849 με κατεύθυνση τη Φιλαδέλφεια. Στις 3 Οκτωβρίου, ο εσωστρεφής, βίαιος και αντικοινωνικός πια συγγραφέας βρίσκεται αναίσθητος σε χαμαιτυπείο της Βαλτιμόρης, αφού περιφερόταν για μέρες στους δρόμους της πόλης σε άσχημη ψυχολογική και σωματική κατάσταση. Μεθυσμένος, εκστομίζοντας ασυναρτησίες και υποστηρίζοντας πως τα ρούχα που φορούσε δεν ήταν δικά του, καταλήγει στο μοιραίο μπαρ. Μεταφέρεται αργότερα στο νοσοκομείο, όπου και αφήνει την τελευταία του πνοή στις 7 Οκτωβρίου 1849. Οι τελευταίες του λέξεις έχουν σφραγίσει τη ζωή του: «Κύριε, βοήθησε τη φτωχή ψυχή μου».

Γιατροί και λιγοστοί συγγενείς (ανάμεσά τους και η μητέρα της Βιρτζίνια, Μαρία Κλεμ) πασχίζουν να βρουν τη λύση του μυστηρίου γύρω από τον θάνατο του, κανείς όμως ποτέ δεν μπόρεσε να αποφανθεί με βεβαιότητα γιατί ο Πόε χάθηκε αιφνιδίως στα 40 του χρόνια. Κάποιοι έριξαν το βάρος στα προβλήματα αλκοολισμού που αντιμετώπιζε, τις ναρκωτικές ουσίες και την επιληψία. Άλλοι πάλι θεώρησαν πως τον ποιητή τον σκότωσε η σύφιλη, η λύσσα και άλλες αρρώστιες του καιρού. Η δολοφονία και η αυτοκτονία ήταν κι αυτές μέσα στις πιθανές εξηγήσεις της άσχημης κατάστασής του. Ωστόσο ο ίδιος κατάφερε να διατηρήσει το σκοτάδι μέσα στο οποίο ζούσε ακόμα και στον θάνατό του. Κανείς δεν έμαθε ποτέ τι συνέβη. Θάφτηκε στη Βαλτιμόρη πλάι στην αγαπημένη του Βιρτζίνια.

Η κηδεία του πραγματοποιήθηκε βιαστικά και με ελάχιστα άτομα, αφού δεν υπήρξε επίσημη ανακοίνωση του γεγονότος. Αμέσως μετά τον χαμό του, η λογοτεχνική του φήμη κηλιδώθηκε από τους τόσους και τόσους πολέμιούς του και κυρίως τον Rufus Griswold, τον οποίο είχε κάνει λογοτεχνικό περίγελο ο Πόε με τις βιτριολικές βιβλιοκριτικές του.

Στον χαιρέκακο επικήδειο που συνέταξε ο Griswold για τον σπουδαίο συγγραφέα, πήρε εκδίκηση για τις κακές κριτικές παρουσιάζοντάς τον ως ψυχικά διαταραγμένο μέθυσο και εκμαυλιστή ανήλικων κοριτσιών. Ο ίδιος συνέταξε και την πρώτη βιογραφία του Πόε, που όπως καταλαβαίνουμε ήταν γεμάτη από πλαστά στοιχεία και ασύστολα ψεύδη, που θα γίνονταν όμως κοινός τόπος για τη ζωή του, παρά τις τερατώδεις ανακρίβειες.

Παρά το γεγονός ότι δεν βρήκε ποτέ οικονομική επιτυχία στη συγγραφική του καριέρα, ο Πόε έμελλε να θριαμβεύσει λογοτεχνικά μετά θάνατον: ο ποιητής του μακάβριου που τόσο επηρέασε τους κατοπινούς συγγραφείς αλλά και τόσο μάγεψε το παγκόσμιο κοινό στα χρόνια που θα έρχονταν συνεχίζει να μας θυμίζει πως «ό,τι βλέπουμε και με ό,τι μοιάζουμε δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα όνειρο μέσα σε όνειρο»…

Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr