«Κεντρικό σχεδιασμό» εντοπίζει στην υπόθεση των δομημένων ο Ανδρέας Βγενόπουλος, εκτιμώντας –σύμφωνα με βουλευτές του ΠΑΣΟΚ- ότι ο Σ. Τσιτουρίδης, το οικονομικό επιτελείο αλλά και η ΤτΕ «δεν υπάρχει περίπτωση να μην γνώριζαν» ότι τα ταμεία ήταν οι τελικοί αποδέκτες των τοξικών προϊόντων.
Ο κ. Βγενόπουλος ήρθε μάλιστα «εξοπλισμένος» με μια απάντηση του κ. Τσιτουρίδη σε ερώτηση του Χρ. Βερελή τον Ιούνιο του 2006.
Ο τότε βουλευτής του ΠΑΣΟΚ ρωτούσε για τις επενδύσεις των ταμείων και ο Σ. Τσιτουρίδης διαβεβαίωνε ότι το ΤΑΞΥ αγόρασε αποκλειστικά και μόνο Κρατικά Ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου και όχι αγορά δομημένων ομολόγων. Δήλωνε επίσης ότι οι τοποθετήσεις έγιναν χωρίς την ανάληψη επενδυτικού κινδύνου.
Τόσο ο πρόεδρος της Marfin όσο και οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ σχολίαζαν ότι και οι δύο αυτοί ισχυρισμοί του τότε υπουργού Απασχόλησης είναι αναληθείς.
Επιπρόσθετα, ο κ. Βγενόπουλος φέρεται να υπογράμμισε ότι «εκείνη την εποχή, 24 ταμεία έψαχναν ταυτόχρονα να πάρουν δομημένα», γεγονός που δεν θεωρεί τυχαίο.
Για το συγκεκριμένο ομόλογο που πούλησε η Marfin στο ΤΑΞΥ φέρεται να κατέθεσε ότι «με πήραν τηλέφωνο και μου ζήτησαν το συγκεκριμένο προϊόν. Εγώ το πούλησα ακριβά γιατί είχα πολύ μεγάλο ρίσκο».
Σύμφωνα πάντα με το ΠΑΣΟΚ, δήλωσε ότι ο ίδιος επέμεινε να επαναγοράσει η Marfin το τοξικό προϊόν, με επανειλημμένα τηλεφωνήματα και γραπτή επιστολή στον πρόεδρο του Ταμείου Ξενοδοχοϋπαλλήλων, «για να διαφυλάξω την υπόληψη της τράπεζάς μου».
Αίσθηση προκάλεσε η αποστροφή που φέρεται να διατύπωσε, ότι «στο τέλος της ημέρας, ξέρω ότι υπάρχουν βαλίτσες με λεφτά σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Όταν υπάρχουν και βαλίτσες, κάτι δεν πάει καλά».
Φέρεται πάντως να παραδέχθηκε ότι είχε κέρδος γιατί «αυτή είναι η δουλειά μας», αλλά όταν ρωτήθηκε αν ήταν θύμα στην υπόθεση, σχολίασε: «Πάντως δεν θα το έκανα αν ήξερα τα αποτελέσματα».
Μετά τον Α. Βγενόπουλο επρόκειτο να καταθέσει ο κ. Αποστολίδης της «Ακρόπολις ΑΧΕΠΕΥ», ο οποίος όμως γνωστοποίησε ότι δεν θα προσέλθει γιατί έχει εισαχθεί στο νοσοκομείο.