Τη δέσμη των έξι αξόνων της ΝΔ, με πρώτο άξονα την μείωση του κόστους απόκτησης παιδιού, με τη χορήγηση 2.000 ευρώ για κάθε παιδί και τη μείωση της φορολόγησης, παρουσίασε στην Ολομέλεια ο Μάξιμος Χαρακόπουλος, ως αντιπρόεδρος της διακομματικής επιτροπής για το Δημογραφικό.

Όπως υπογράμμισε στην ομιλία του, τα τελευταία χρόνια έχουμε δραματική μείωση των γεννήσεων και αύξηση των θανάτων, σε συνδυασμό με τη φυγή εκατοντάδων χιλιάδων νέων, το γνωστό «brain drain», ενώ το ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων το 2017 ήταν αρνητικό κατά τριάντα πέντε χιλιάδες.

«Η Ελλάδα, κατά κοινή ομολογία, είναι από τις πλέον γηρασμένες χώρες όχι μόνο της Ευρώπης, αλλά όλου του κόσμου. Ο δείκτης γονιμότητας έπεσε στο 1,3 ανά γυναίκα, όταν για να αναπαράγεται και να είναι τουλάχιστον στάσιμος ο πληθυσμός, θα πρέπει να είναι 2,1. Οι νέοι όλο και αναβάλλουν τη δημιουργία οικογένειας, όπως και οι γυναίκες αναβάλλουν όλο και προς τα πίσω το να γίνουν μητέρες. Η εικόνα είναι ζοφερή και αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα -χθες-, θα είναι μη αναστρέψιμη. Εύλογα, λοιπόν, θεωρούμε το δημογραφικό ως το υπ΄ αριθμόν ένα εθνικό ζήτημα» είπε ο κ. Χαρακόπουλος.

Καταθέτοντας επιπλέον στοιχεία για το μέγεθος του προβλήματος, ο κ. Χαρακόπουλος ανέφερε: «Στην απογραφή του 1928 στην Ελλάδα, βρεθήκαμε κοντά στα έξι εκατομμύρια και οι εξ ανατολών γείτονές μας στα δεκατρεισήμισι, κάτι παραπάνω από το διπλάσιο. Σήμερα η χώρα μας είναι δέκα-έντεκα εκατομμύρια με έναν πληθυσμό, όπως είπαμε, από τους πλέον γηρασμένους στην Ευρώπη και οι εξ ανατολών γείτονές μας είναι ογδόντα εκατομμύρια. Η προβολή όλων των δημογράφων για το 2050 είναι ότι θα είμαστε κάπου επτάμισι-οχτώ εκατομμύρια και, βεβαίως, οι εξ ανατολών γείτονες πολύ περισσότεροι. Άρα, οι συνέπειες θα είναι δραματικές σε όλους τους τομείς, από την εθνική ασφάλεια μέχρι το ασφαλιστικό σύστημα ή το σύστημα υγείας».

«Μια χώρα με περισσότερους παππούδες από εγγόνια δεν μπορεί να ατενίζει με αισιοδοξία το μέλλον. Μια χώρα που το ένα τρίτο του πληθυσμού θα είναι άνω των εξήντα πέντε, μια χώρα με μεγάλο ποσοστό υπερήλικων, για ποια οικονομία και για ποιες προοπτικές ανάπτυξης μπορεί να μιλά;», κατέληξε ο κ. Χαρακόπουλος.