Νερό στο μύλο της νέας οξυνόμενης κόντρας μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας με αφορμή τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης δίνουν Αθήνα και Βερολίνο, με τον Σόιμπλε να καλύπτεται ωστόσο πλήρως τόσο από τη γερμανική Καγκελαρία, όσο και από την Κομισιόν.

Ο κοινοτικός επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Πιέρ Μοσκοβισί διαμήνυσε ότι δεν θέλει να δει «μια διαμάχη σχετικά με το ρόλο του ΔΝΤ στην Ελλάδα» και ξεκαθάρισε ότι «η παρουσία του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης είναι απαραίτητη».

Ο Γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέφεν Ζάιμπερτ, σε ερώτηση δημοσιογράφου για το κατά πόσο το Βερολίνο θεωρεί τη συμμετοχή του Ταμείου απαραίτητη, απάντησε: «Η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα βοήθειας για την Ελλάδα δεν είναι μόνο πρακτική που έχει αποδώσει, αλλά είναι θεμελιωμένη και στα σχετικά νομικά κείμενα για το πρόγραμμα του ESM και στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως στη δήλωση του Eurogroup τον Αύγουστο, η οποία στηρίχθηκε και από το ΔΝΤ και από την Ελλάδα».

Την ίδια ώρα, η εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών ερωτηθείσα κατά πόσο οι δηλώσεις Σόιμπλε για τη… στάμνα αποτελούσαν απειλές αρκέστηκε να απαντήσει πως «η θέση της κυβέρνησης είναι όπως έχει καταγραφεί στη δήλωση του Eurogroup στις 14 Αυγούστου -επιθυμούμε τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο τρέχον πρόγραμμα».

«Βρισκόμαστε τώρα στην πρώτη δόση του προγράμματος βοήθειας. Πρέπει να δεχτούμε ότι δεν θα ολοκληρωθούν όλα αυτό το χρόνο, ώστε να ξεκινήσει η επίσημη διαδικασία αξιολόγησης, αλλά θα πάμε στον επόμενο χρόνο. Το ίδιο το ΔΝΤ έχει καταστήσει απολύτως σαφές ότι θα ανακοινώσει τότε, με αυτή την αξιολόγηση, την απόφασή του. Δεν θέλω να μπω σε εικασίες τώρα, ας περιμένουμε» πρόσθεσε η εκπρόσωπος του Σόιμπλε.

Παράλληλα, το πρωί της Τετάρτης διά στόματος της κυβερνητικής εκπροσώπου, Όλγας Γεροβασίλη, η κυβέρνηση επανέλαβε – σε χαμηλότερους τόνους – το δόγμα που υιοθετεί απέναντι στο ΔΝΤ, τονίζοντας πως η Ευρώπη μπορεί να φροντίσει μόνη της τα ζητήματά της και δεν χρειάζεται η συμμετοχή του Ταμείου, αρνούμενη την ίδια ώρα πως η κυβέρνηση στήνει σκηνικό σύγκρουσης με τους δανειστές. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Δημήτρης Μάρδας, ο οποίος τόνισε πως η κυβέρνηση απάντησε στον Γερμανό υπουργό Οικονομικών «όπως του αρμόζει», υπογραμμίζοντας πως «η Ευρώπη πρέπει να ρυθμίζει τα ζητήματά της με τους δικούς της θεσμούς».

Στο κυβερνητικό επιτελείο την ίδια ώρα εκφράζουν έντονες ανησυχίες για κλιμακούμενη προβοκάτσια, την οποία επιχειρεί να στήσει ο Σόιμπλε σε βάρος της Ελλάδας για να επαναφέρει το σενάριο προσωρινού Grexit που αποτράπηκε το καλοκαίρι.

Μόνο τυχαία δεν είναι εξάλλου η επαναφορά του σεναρίου από τη Deutsche Welle, σύμφωνα με την οποία ο Σόιμπλε δεν αποκλείεται να ξαναρίξει στο τραπέζι το προσεχές διάστημα το ενδεχόμενο προσωρινού Grexit.

Αυτό υπαινίχθηκε εξάλλου και η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Ράνια Σβίγγου, τονίζοντας πως «δεν είναι η πρώτη φορά που ο κ. Σόιμπλε επιλέγει την πιο κρίσιμη φάση μιας διαπραγμάτευσης της ελληνικής πλευράς με τους δανειστές για να επιτεθεί στην ελληνική κυβέρνηση». «Το ότι αποφάσισε, χθες, ο κ. Σόιμπλε να παρέμβει προσωπικά για να σχολιάσει τη συνέντευξη του πρωθυπουργού στην ΕΡΤ και να μιλήσει ακόμη και για ισχνή πλειοψηφία της κυβέρνησης, δημιουργεί πολλά ερωτηματικά και για το χρόνο που επέλεξε να κάνει αυτές τις δηλώσεις» πρόσθεσε.

Το Βερολίνο, εξηγεί η σε άλλο ρεπορτάζ της η Deutsche Welle, θεωρεί απαραίτητη τη συμμετοχή του Ταμείου όχι μόνο για αμιγώς οικονομικούς λόγους, αλλά επίσης -και για ορισμένους είναι ίσως ο σημαντικότερος λόγος- για την τεχνογνωσία του, για τις πιέσεις που ασκεί και την εμμονή του στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, σε αντίθεση, για παράδειγμα, με την Κομισιόν, που θεωρείται ο πιο «ελαστικός» και ευπροσάρμοστος κρίκος των Θεσμών.

Σε μια περίοδο, που το ΔΝΤ , ιδιαίτερα στο ζήτημα της μείωσης του ελληνικού χρέους, εμφανίζεται ως σύμμαχος της Ελλάδας, σε πολλούς προξένησε μεγάλη απορία ο πόλεμος που ανοίγει το Μέγαρο Μαξίμου. Η θέση αυτή της ελληνικής κυβέρνησης υπαγορεύεται από το γεγονός ότι το ΔΝΤ εμφανίζεται με μια άκρως σκληρή στάση σε ζήτημα που αυτή τη στιγμή καίνε στην κυριολεξία την ελληνική κυβέρνηση. Στο ασφαλιστικό και στο εργασιακό.

Στο ασφαλιστικό το ΔΝΤ είναι ανένδοτο για την μεγάλη περικοπή των συντάξεων και αντίθετο σε οποιαδήποτε σκέψη για αύξηση εργοδοτικών εισφορών, ενώ δεν αποδέχεται και τις προτάσεις με διάφορα πολιτικά τρικ που προτείνονται από την κυβέρνηση για να μετατεθεί το πρόβλημα στις ελληνικές καλένδες. Αντίθετα οι Ευρωπαίοι δανειστές, προεξάρχοντος του κ. Ντέκλαν Κοστέλο εκπροσώπου της Κομισιόν, φαίνεται να κρατούν ηπιότερη στάση και να δέχονται κάποιες από τις προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης.

Σε ότι αφορά το εργασιακό, οι θέσεις του ΔΝΤ είναι γνωστές και ακόμη πιο σκληρά νεοφιλελεύθερες και εστιάζονται στην πλήρη αποδόμηση των εργασιακών σχέσεων, με δικαιολογία την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.

Έτσι, μετά και τις τελευταίες δηλώσεις των Ευρωπαίων εταίρων που πλέον δεσμεύονται χρονικά για την έναρξη της συζήτησης για το ζήτημα του ελληνικού χρέους στις αρχές του 2016, η κυβέρνηση αναπροσαρμόζει τα δεδομένα και επιχειρεί να αλλάξει τις ισορροπίες, επιτιθέμενη στην Ουάσιγκτον που πιέζει ασφυκτικά για «αιματηρά» μέτρα στη διακεκαυμένη ζώνη του Ασφαλιστικού και των εργασιακών.