Δέκα χρόνια μετά το έντονο καλοκαίρι του 2015, η Άνγκελα Μέρκελ, πλέον απούσα από την κεντρική πολιτική σκηνή, δηλώνει απερίφραστα ότι δεν θα άλλαζε καμία από τις επιλογές που έκανε για τη διαχείριση της ελληνικής οικονομικής κρίσης, αν μπορούσε να ανατρέψει τον χρόνο. Η πρώην καγκελάριος της Γερμανίας παραχώρησε μια αποκαλυπτική συνέντευξη στον ΣΚΑΪ και τον Αλέξη Παπαχελά, όπου αναφέρθηκε εκτενώς στην εμπειρία της εκείνη την περίοδο.
Η πρώην καγκελάριος είπε ότι δεν θα ζητούσε συγγνώμη από τους Έλληνες πολίτες. Αντίθετα, θα τους έλεγε «ευχαριστώ» για την αντοχή που επέδειξαν και για το γεγονός ότι διατήρησαν τη χώρα εντός της ευρωζώνης, προσφέροντας έτσι μια σημαντική υπηρεσία σε ολόκληρη την Ευρώπη. «Παραμείναμε ενωμένοι σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση», τόνισε.
Η πρώην Γερμανίδα ηγέτιδα εξέφρασε τη δυσαρέσκειά της για το γεγονός ότι ελληνικές εφημερίδες την εποχή του δημοψηφίσματος τη συνέδεαν με τον ναζισμό. Ωστόσο, υπογράμμισε ότι «η πολιτική δεν είναι μια εκδήλωση για να περνάς ευχάριστα», και ότι το ουσιαστικό ήταν η ακλόνητη πεποίθησή της πως η Ελλάδα μπορούσε να υπερβεί τις δυσκολίες.
Η Άνγκελα Μέρκελ αναφέρθηκε στα δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου για «τεμπέληδες Έλληνες». «Δεν μπορείς να κρίνεις έναν λαό με βάση στερεότυπα», σημείωσε, προσθέτοντας πως μια τέτοια προσέγγιση εμποδίζει την κατανόηση και επίλυση των προβλημάτων. «Δεν υπάρχουν οι Έλληνες και οι Γερμανοί. Όπως υπάρχουν διεφθαρμένες γερμανικές εταιρείες έτσι πιθανώς να υπάρχουν και κάποιες ελληνικές. Αντίστοιχα υπάρχουν περισσότερο και λιγότερο εργατικοί Έλληνες και Γερμανοί. Αν κρίνω με κάποιο στερεότυπο ένα ολόκληρο Έθνος τότε έχω ήδη αποτύχει και δεν μπορώ να λύσω κανένα πρόβλημα», είπε χαρακτηριστικά.
Ανατρέχοντας στην αρχή της κρίσης, είπε «Μεταξύ 2009 και 2010, αντιλήφθηκα για πρώτη φορά ότι υπήρχε κρίση χρέους στην Ελλάδα». Η κατάσταση, όπως εξήγησε, επιδεινώθηκε όταν ο τότε πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου, γνωστοποίησε τη βαρύτητα του χρέους, γεγονός που οδήγησε στην ενεργοποίηση των διεθνών οίκων αξιολόγησης. « Ο Γιώργος Παπανδρέου γνωστοποίησε τη βαρύτητα του χρέους και έπειτα οι διεθνείς πιστοληπτικοί οργανισμοί ενεργοποιήθηκαν», είπε χαρακτηριστικά.