Ένας καφές πρωινός, μετά το ταρακούνημα του πλοίου στη βεράντα του σπιτιού της Βαλεντίνης Ποταμιάνου στη Σύρο σε γαληνεύει. Στη βεράντα του σπιτιού που βρίσκονται τα προσωπικά αντικείμενα της μεγάλης ηθοποιού Κυβέλης, στην ίδια βεράντα που η επίσης μεγάλη ηθοποιός και κόρη της Μιράντα Μυράτ διάβασε Ίψεν και στην ίδια ακριβώς βεράντα που η εγγονή της Κυβέλης, η μικρή Κυβέλη, η αξέχαστη αριστοκρατική ηθοποιός Κυβέλη Θεοχάρη – Ζωγραφίδη που πρωταγωνίστησε στον «Ηλία του 16ου» του Σακελλάριου αλλά και δίπλα στον Βασίλη Λογοθετίδη ανέβαζε μικρές θεατρικές παραστάσεις για τους φίλους που την επισκέπτονταν.
Η Βαλεντίνη Ποταμιάνου είναι κατά σειρά η δισεγγονή, η εγγονή και η κόρη των τριών Ελληνίδων ηθοποιών που όλοι λίγο πολύ γνωρίζουμε. Παντρεύτηκε από έρωτα, αγάπησε την ελληνική ιστορία, ταξίδεψε με το πλοίο του άνδρα της, εργάστηκε ως ξεναγός και σήμερα έχει αφοσιωθεί στη Σύρο και στο Ινστιτούτο Κυβέλη. Ένα ινστιτούτο γεμάτο από σπαράγματα και θύελλες όπως η ίδια φροντίζει να λέει! Εγώ απλά θα πω μαγεία!
Με προγιαγιά την Κυβέλη, γιαγιά τη Μιράντα Μυράτ και μητέρα την Κυβέλη Θεοχαρη- Ζωγραφίδη πως εσείς κα Ποταμιάνου δεν ασχοληθήκατε με το θέατρο;!;
Η απάντηση είναι ότι δεν με ενθάρρυναν. Έχουμε πολύ λίγα χρόνια μεταξύ μας διαφορά και έτσι κάθε φορά που συναντιόμασταν και μιλούσαμε για τη ζωή μας, την Ελλάδα, για τα πράγματα που αγαπούμε, το πιο ενδιαφέρον στις συζητήσεις μας ήταν ο έρωτας. Δεν ήταν η καριέρα! Άλλωστε η προγιαγιά μου, όταν εγώ ήμουν κοπέλα, τη δεκαετία του 1960, δεν είχε πλέον τις δυνάμεις, να με στηρίξει στο θέατρο και επιπλέον θα έπρεπε να ήμουν σε θιάσους με άλλες καλύτερες πρωταγωνίστριες.
Παντρεύτηκα τον παιδικό μου έρωτα και έκανα οικογένεια. Και σε αυτό το βήμα μου ήταν όλες εκεί, μαζί μου και γύρω μου! Ήταν μια εποχή που χορέψαμε πολύ, που άλλαζε ο κόσμος, τη δεκαετία του 1960, και θέλαμε και εμείς να αλλάξουμε με τον κόσμο που άλλαζε!
Θα σας πάω πίσω στο 1999 και θα σας ρωτήσω να μας πείτε πώς προέκυψε το Ινστιτούτο Κυβέλη στη Σύρο

Με τον σύζυγο μου, Γιώργο Ποταμιάνο ζήσαμε μαζί δέκα υπέροχα χρόνια. Αλλά επειδή ήμασταν παιδιά, εικοσάρηδες, εξελιχθήκαμε στη συνέχεια σε άλλους ανθρώπους. Εμένα το ενδιαφέρον μου εξακολουθούσε να είναι η Ιστορία της Ελλάδος και του Ελληνισμού, και έτσι, δούλεψα για παρά πολλά χρόνια ως ξεναγός σε όλη την Ελλάδα.
Ταυτόχρονα με τον Ποταμιάνο είχα ταξιδέψει παρά πολύ, σε όλη τη Μεσόγειο. Η Μεσόγειος, μάλιστα, μπορώ να πω ότι είναι η «δασκάλα» μου. Τα ταξίδια μου με το πλοίο του Γιώργου Ποταμιάνου σε Ιταλία ( είχε μάλιστα ανοίξει και τη γραμμή Ελλάδος – Ιταλίας το εν λόγω πλοίο μετά τον πόλεμο), Κύπρο, Χάιφα, Ισραήλ, Αίγυπτο και σε όλη γενικά τη λεκάνη της Μεσογείου ήταν ο θησαυρός της ζωής μου! Όπως και η Μεσόγειος. Σε μια εποχή που ωρίμαζα και με ένα μικρό παιδί. Τα χρόνια περνούν και φθάνουμε στη δεκαετία του 1990, όπου πια έχω κουραστεί να ταξιδεύω τόσο πολύ και έρχομαι στη Σύρο για να δω αν μπορεί να παίξει η ορχήστρα του Αλεξάνδρου Μυράτ στο θέατρο «Απόλλων» της Ερμούπολης.
Έξω από το θέατρο είναι ο Δήμαρχος του νησιού, ο Δεκαβάλας, μαζί με τον Μάνο Ελευθέριου και οι δυο τους αρχίζουν να μου μιλούν και να εγκωμιάζουν το Θέατρο, την πλούσια ιστορία του, το «πώς» είχαν περάσει από εκεί: Κυβέλη, Κοτοπούλη, πριμαντόνες, όπερες, ένας άλλος Ελληνισμός, αυτός της Διασποράς. Όταν λοιπόν μου λέει ο Μάνος Ελευθέριου ότι το 1904 σε αυτό το θέατρο έπαιξαν ο προπάππους μου μαζί με την προγιαγιά μου, ανύπαντροι ακόμη, κόπηκε η ζωή μου στα δυο. Γυρίζω στην Αθήνα, το συζητώ με την οικογένεια μου, τους θεατρίνους όλους, και αποφασίζουμε να πουλήσουμε ένα σπίτι «Κυβελαιίκο» στην Αθήνα και να αγοράσουμε ένα σπίτι στη Σύρο. Το σπίτι που πουλήσαμε στην Αθήνα ήταν ένα σπίτι που είχε αγοράσει η Κυβέλη στην εγγονή της, και μητέρα μου, την Κυβέλη.
Όλοι μάλιστα νομίζουν πως το σπίτι αυτό στη Σύρο ήταν της Κυβέλης αλλά δεν ήταν. Μόνο το περιεχόμενο του, τα πράγματα, οι βούρτσες από τα καμαρίνια της, οι ωραίοι καθρέπτες, κάποια μικροέπιπλα που χρησιμοποιούσε δίπλα στο κρεβάτι της. Άλλωστε ούτε εγώ ούτε κανείς δεν γνωρίζει που έμενε η Κυβέλη στα ταξίδια που πραγματοποίησε. Έτσι και κανείς δεν γνώριζε που έμενε στο νησί. Παρά φυσικά και την διεξοδική έρευνα που έχει γίνει για τη ζωή και τη θεατρική πορεία της Κυβέλης. Με το αντίστοιχο ντοκτορά που βγήκε πρόσφατα. Μια έρευνα που κράτησε επτά χρόνια. Αποδελτιωθήκαν εφημερίδες σχεδόν εκατό ετών για να βρεθεί το υλικό και να συνδεθεί ο βίος όλος, αυτής της συναρπαστικής γυναίκας.
Ζητήσατε ποτέ την βοήθεια του Κράτους και του Υπουργείου Πολιτισμού για το Ίδρυμα;!
Θα σας πω! Καταρχήν δεν επεδίωξα να είμαι «κομμάτι» του υπουργείου Πολιτισμού. Είναι μια ιδιωτική συλλογή, σπαραγμένη αλλά και σπαρακτική, όπως είναι όλη η ιστορία της οικογένειας μας. Από την άλλη όταν δηλώνεις τις συλλογές σου στο υπουργείο Πολιτισμού, μετά δεν μπορείς να πουλήσεις. Εμείς, πουλήσαμε παρά πολλές φορές! Και πίνακες, κοσμήματα, και αλλά πολλά. Και πουλήσαμε για να διατηρήσουμε την ενιαία φυσιογνωμία της συλλογής που φιλοξενείται στο σπίτι στη Σύρο. Το Θέατρο, η Ιστορία, ο Ελληνισμός, η Διασπορά, η γλώσσα, οι πρωταγωνίστριες, τα έργα τα ελληνικά, το διεθνές ρεπερτόριο. Όλο αυτό είναι το ενιαίο που βρίσκεται μέσα στο Ινστιτούτο Κυβέλη.
Ας πούμε, μέσα σε μια από τις βιτρίνες είναι μια φωτογραφία της Κοτοπούλη, πάνω σε μια καμήλα. Είχε πάει στην Αίγυπτο μαζί με τον Μυράτ, παρά πολλές φορές! Στην απέναντι ακριβώς βιτρίνα είναι μια φωτογραφία της Κυβέλης τη δεκαετία του 1930. Φοράει ένα ωραίο καπέλο της εποχής και μπροστά της έχει τα ποιήματα που της αφιέρωσε ο Καβαφης. Αυτό είναι το περιεχόμενο του σπιτιού και αυτά είναι τα σπαράγματα που σας λέω. Ωστόσο, σας διαβεβαιώνω ότι όλοι μπαίνουν στο νόημα και όλοι καταλαβαίνουν, μόλις πατήσουν το μισό φαγωμένο από τη μια μεριά χαλί στην είσοδο του σπιτιού, που κουβαλά μια ιστορία που φθάνει μέχρι και το πέρασμα του ελληνικού στρατού από τη Σμύρνη.
Είχατε αναγνωρίσει αυτή την ιδιαίτερη φυσιογνωμία και την συμπεριφορά των Κωνσταντινοπολιτών και των Σμυρναίων αντίστοιχα στα πρόσωπα της γιαγιάς σας, Μιράντας Μυράτ, αλλά και στο πρόσωπο της μητέρας σας, Κυβέλης Θεοχαρη- Ζωγραφιδη, αλλά και της προγιαγιάς σας, Κυβέλης;
Η νοοτροπία υπήρχε! Πρόκειται για έναν άλλο τρόπο να αγαπάς, να δέχεσαι στο σπίτι σου. Η προγιαγιά μου η Κυβέλη, είχανε με την κόρη και την εγγονή της παρά πολύ λίγα χρόνια διαφορά. Έτσι η μια επηρέασε την άλλη. Να σας πω, πως η προγιαγιά μου είχε στο σπίτι της μια Μικρασιάτισσα μοδίστρα που είχε έρθει πρόσφυγας το 22. Την κυρία Κούλα. Η κυρία Κούλα λοιπόν άπλωνε τα ραφτικά της και τα υφάσματα πάνω στο τραπέζι της τραπεζαρίας για να φτιάξει τα φορέματα της Κυβέλης. Όχι απαραίτητα μόνο για το θέατρο αλλά και για τις καθημερινές της εμφανίσεις. Το μεσημέρι η Κυβέλη της έλεγε : «Κούλα τρώμε! Μάζεψε!» Και έτρωγαν η κυρία Κούλα, ο Γεώργιος Παπανδρέου και η Κυβέλη. Δεν υπήρχε ταξικότητα! Η μοδιστρούλα η κατατρεγμένη, ένας Παπανδρέου και η Κυβέλη σαν οικογένεια.
… Η Κυβέλη δεν έζησε στη Μικρασία, ούτε με Μικρασιάτης γονείς. Δεν τους γνώρισε ποτέ, ούτε τους είδε. Ένας τσαγκάρης την ανέθρεψε που δεν είχε καν σπίτι. Είχε ένα δωμάτιο σε αυλή. Εκεί μεγάλωσε η Κυβέλη με δυο αγράμματους γονείς που την υιοθέτησαν και την ανάστησαν με πολύ μεγάλη αγάπη.
Το άλλο, της συμπεριφοράς, είναι κύτταρο. Είναι βιωμένο σε μια άλλη ζωή. Το να θες να τα «δώσεις όλα» στο τραπέζι σου, το να ανοίγεις την αγκαλιά σου, το σπίτι σου, και να φροντίζεις όλους με ένα «βασιλικό» τρόπο. Αυτό είναι dna. Δεν μαθαίνεται!
Ήταν τελικά ένας μεγάλος έρωτας, αυτός με τον Γεώργιο Παπανδρέου
Ήταν μεγάλος! Εκείνη γύριζε το 1920 από τη Σμύρνη. Όπου τα πλήθη την είχαν αποθεώσει. Και μέσα σε αυτή τη χαρά, σταμάτησε με το θίασο στη Χίο. Όπου ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν διοικητής των Νήσων. Ήταν η εποχή που μόλις είχε γεννηθεί ο Ανδρέας, το πρώτο του παιδί και η γυναίκα του δεν πήγε στο θέατρο μαζί του. Τότε άρχισε ένας έρωτας θυελλώδης που στη συνέχεια δεν μπόρεσαν τον κρατήσουν και κρυφό. Αναγκάστηκαν και τον φανέρωσαν. Και ύστερα ξεκίνησε μια αλληλογραφία: 350 γράμματα ερωτικά. Τα περισσότερα ήταν από εκείνον, γιατί η Κυβέλη τα διαφύλαξε.
Χρόνια αργότερα τα γράμματα αυτά αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τον συνάδελφο και συγγραφέα Στέφανο Δανδόλο ώστε να γράψει το βιβλίο.
Ήταν ευτυχισμένη στιγμή! Εγώ ήμουν πρόθυμη να μιλήσουμε αλλά εκείνος ήρθε με τόση ανοιχτή καρδιά. Και ταυτόχρονα δεν έκανε καμία προσπάθεια να πλασαριστεί ως μεγάλος συγγραφέας. Ήθελε όσο πιο κοντά να πάει στη φλόγα και να αφουγκραστεί τους παλμούς μια δισεγγονής. Φυσικά τον βοήθησε πολύ στην έρευνα του για τη συγγραφή του βιβλίου και το ντοκτορά της θεατρολόγου Μαίρης Καπή, για τη ζωή και την θεατρική πορεία της Κυβέλης.
Πως σας φάνηκε η σειρά που ακολούθησε του βιβλίου και αφορούσε την ζωή της προγιαγιάς σας;
Νομίζω ότι δεν έφθασε το μεγαλείο του βιβλίου! Έδωσαν μεγάλη σημασία στα ντεκόρ!
Κυβέλη, Κοτοπούλη και το μπλε βάζο στην τραπεζαρία του Ινστιτούτου Κυβέλης…

Καταρχήν να σας πω πως υπήρχε μια πολύ βαθιά εκτίμηση ανάμεσα τους! Κάποτε στην Αίγυπτο σε μια δεξίωση μια θαυμάστρια της Κυβέλης της είπε μπροστά σε όλο τον κόσμο: «Εσείς κυρία Παπανδρέου είστε ανώτερη από την κυρία Κοτοπούλη!». Ακούγοντας αυτό η Κυβέλη της απάντησε: «Η Κοτοπούλη είναι η μεγαλύτερη Ελληνίδα ηθοποιός! Και θα σας παρακαλούσα όταν μου μιλάτε για το θέατρο να μην με προσφωνείτε κυρία Παπανδρέου!». Είχε πολύ μεγάλη εκτίμηση η Κυβέλη για την Κοτοπούλη. Άλλωστε την εποχή που η Κυβέλη γύρισε τσακισμένη από τον χωρισμό της με τον Παπανδρέου η Κοτοπούλη την στήριξε με τον τρόπο της. Θα σας αφηγηθώ γι’ αυτό ένα περιστατικό που μου το μετέφερε η αείμνηστη ηθοποιός Άννα Συνοδινού. Έκαναν πρόβα σ’ ένα έργο με τον θίασο της Κοτοπούλη και όταν έφθασε η Συνοδινού είδε να έχει «στηθεί» ένας μπουφές με εδέσματα και κρασί. Ρώτησε λοιπόν τους υπόλοιπους συναδέλφους της αν θα ερχόταν και κάποιος άλλος για να δει την πρόβα και τότε της απάντησαν πως θα έρθει η Κυβέλη μετά από πρόσκληση της Κοτοπούλη. Εκείνη αγχωμένη αναφώνησε «ωχ! Δεν μας φθάνει η Κοτοπούλη θα δει και την πρόβα και η Κυβέλη!».
Όταν τελείωσε η πρόβα και η Κυβέλη παίνεψε τόσο την πρόβα, το έργο αλλά και τους ηθοποιούς στην Κοτοπούλη εκείνη γύρισε και της είπε: «Τι το θέλω εγώ αυτό το έργο ! Εγώ δεν έχω και παιδιά! Παρ’ το να το παίξεις εσύ!». Και της έδωσε έναν έτοιμο θίασο για να ξαναμπεί στο θέατρο, μετά από ένα μεγάλο διάστημα αποχής από αυτό, και φυσικά με ένα άρρωστο παιδί που γεννήθηκε!
Θα τολμήσω να πω και μετά από αυτό που δεν μπορούσε η μια χωρίς την άλλη!
Όχι, όχι! Δεν είναι αλήθεια! Εδώ είχαν φθάσει και οι δυο να έχουν κατασκόπους ώστε να μαθαίνουν για το τι έργο θα ανεβάσει η μια και τι έργο επέλεξε η άλλη για να ανεβάσει. Έστελναν κατασκόπους για να μάθουν τα πάντα! Έστελνε η Κυβέλη κατάσκοπο για να μάθει τι έργο ανέβαζε η Κοτοπούλη και όταν ήρθε να ενημερώσει είπε πως δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί είχαν φροντίσει οι του θιάσου Κοτοπούλη να αλλάξουν τα ονόματα των πρωταγωνιστών! Είχε όμως δει μια μοδίστρα να ράβει κόκκινα υφάσματα. «Α, Μουλέν Ρουζ! Να προλάβουμε να το ανεβάσουμε εμείς πρώτοι!» φώναζαν παρορμητικά οι ηθοποιοί του θιάσου της Κυβέλης με την ίδια. Όσο για το μπλε βάζο;! Θυμίζει μέχρι και σήμερα που μιλάμε την αποδοχή της μιας για την άλλη!
Ολοένα και περισσότερο μένετε πλέον στη Σύρο. Πείτε μας το γιατί

Είναι πραγματικότητα το ότι μένω πλέον από το Πάσχα σχεδόν μέχρι και τον Νοέμβριο στη Σύρο. Το σπίτι είναι βιοκλιματικό και έτσι ανάλογα με τον καιρό και χάριν στα παράθυρα και την εσωτερική αυλή φτιάχνει ένα περιβάλλον που αξίζει να ζεις.
Μετά μου αρέσει το γεγονός ότι στο νησί δραστηριοποιούνται παρά πολλές μουσικές ομάδες. Με όργανα, με λαούτα, με το μπουζούκι, ωραίες φωνές, ωραία παιδιά. Ο μουσικός Όμιλος του νησιού έχει δίπλα του τη νεότερη γενιά, υπάρχουν σπουδαίοι πιανίστες και τα ωδεία είναι γεμάτα με νέα και μικρά παιδιά όλων των ηλικιών. Έχει μια φοβερή κουλτούρα η Σύρος και οι κάτοικοι της θέλουν με μεγάλες θυσίες να την εξασφαλίσουν αυτή την κουλτούρα στα παιδιά τους!
Σήμερα που έχω περάσει τα ογδόντα, η υγεία μου είναι καλή, αντέχω να πηγαίνω στα πανηγύρια, αντέχω να ξενυχτάω.
Το σπίτι στη Σύρο άλλωστε είναι και ένα σπίτι που έζησε η μητέρα μου. Ερχόντουσαν ηθοποιοί να την δουν και στη ταράτσα του κάναμε πολλές φορές θέατρο και μουσικές βραδιές μικρής κλίμακας.
Εν ολίγοις η Σύρος με τα ωραία περιβόλια είναι το μοιραίο νησί αυτής της οικογένειας! Αλλά και το σπίτι αυτό εδώ που αγοράσαμε το έχτισε ένας Χιώτης που λεγόταν Φραντζέσκος και η σφαγή στη Χίο τον πέτυχε δέκα εννιά μόλις χρόνων. Μάλιστα για να χτίσει αυτό το σπίτι ταξίδεψε στα ιστιοφόρα, σαράντα χρόνια! Άρα αυτό το σπίτι, είναι γεμάτο από σπαράγματα και θύελλες! Το σπίτι μας!
*Πηγή φωτογραφίας εξωφύλλου: ΕΡΤ