Κάθε Ιανουάριο το ίδιο σκηνικό. Μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων «το ταμείον είναι μείον». Ο τραπεζικός λογαριασμός έχει αδειάσει και το ερώτημα είναι πάντα το ίδιο και πάντα εκνευριστικό: Πώς την «πάτησα» και φέτος, είχα σχέδιο, είχα πειθαρχία;

Ωστόσο και πάλι όλα τα «σχέδια» κατέρρευσαν. Δώρα, στολισμοί, τραπέζια, βόλτες… Συνήθως η σπατάλη αποδίδεται σε αδύναμη θέληση, παρορμητισμό και ένα σύστημα γεμάτο επιθετικές διαφημίσεις.

Όμως όλα αυτά δεν μπορούν να εξηγήσουν γιατί η «λογική» υποχωρεί τόσο εύκολα και γιατί το φαινόμενο επαναλαμβάνεται με τέτοια ακρίβεια κάθε χρόνο. Η απάντηση δεν είναι σύγχρονη, αλλά πηγάζει από την πλατωνική θεωρεία, φωτίζοντας με εντυπωσιακή ακρίβεια τι ακριβώς συμβαίνει μέσα μας όταν οι γιορτές μετατρέπουν την κατανάλωση σε ζήτημα ταυτότητας, αγάπης και αξίας.

Η «συμμαχία» που η λογική δεν μπορεί να νικήσει

Όπως εξηγεί ειδικός της πλατωνικής ψυχολογίας στο Psychology Today, στην Πολιτεία, ο Σωκράτης περιγράφει τρία βασικά μέρη της ανθρώπινης ψυχής: το λογιστικό (λογική/νους), το θυμοειδές (συναίσθημα/θάρρος) και το επιθυμητικό (βασικές ορμές/απολαύσεις).

Οι περισσότεροι υποθέτουν ότι αυτά λειτουργούν ιεραρχικά: η λογική υπολογίζει το καλύτερο, το θυμικό στηρίζει φυσικά τη λογική και μαζί ελέγχουν την κατώτερη επιθυμία.

Ο Πλάτων όμως ήξερε καλύτερα και ο Σωκράτης σημειώνει ξεκάθαρα ότι το θυμοειδές δεν συμμαχεί αυτόματα με τη λογική. Μπορεί να ενωθεί είτε με τη λογική είτε με την επιθυμία. Και όταν το θυμοειδές συμμαχεί με την επιθυμία, η λογική δεν έχει καμία τύχη.

Αυτό ακριβώς συμβαίνει κάθε Χριστούγεννα. Δείτε πώς ξετυλίγεται: Η επιθυμία θέλει κάτι – το τέλειο δώρο, τον εντυπωσιακό στολισμό, το καινούργιο γκάτζετ. Η λογική ξέρει ότι ο προϋπολογισμός δεν το σηκώνει. Είναι μια απλή σύγκρουση που κανονικά η λογική θα έπρεπε να κερδίσει.

Και μετά μπαίνει στο παιχνίδι το θυμοειδές. Ξαφνικά το ερώτημα δεν είναι πια «τι μπορώ να αντέξω οικονομικά;» αλλά «τι άνθρωπος είμαι;». Τι γονιός δεν φτιάχνει μαγικά χριστουγεννιάτικα πρωινά; Τι θα σκεφτούν αν εμφανιστώ με μικρότερο δώρο; Δεν θα είμαι εγώ αυτός που θα απογοητεύσει τους πάντες, που θα φανεί τσιγκούνης, που δεν θα αποδείξει σωστά την αγάπη του.

Προσέξτε τι συνέβη: Το ζήτημα δεν αφορά πια πρακτικούς υπολογισμούς. Αφορά ταυτότητα, τιμή, αποδοχή, όλα δηλαδή θέματα του θυμοειδούς μέρους. Και μόλις το θυμοειδές συμμαχήσει με την επιθυμία, η λογική βρίσκεται αντιμέτωπη με δύο ισχυρές δυνάμεις ταυτόχρονα. Κανένας λογικός προϋπολογισμός δεν μπορεί να ανταγωνιστεί αυτή την πίεση.

Πώς η καταναλωτική κουλτούρα οπλίζει το θυμοειδές

Το σύγχρονο μάρκετινγκ ανακάλυψε αυτό που η ακαδημαϊκή ψυχολογία μόλις αρχίζει να καταλαβαίνει: οι άνθρωποι δεν αγοράζουν κυρίως για λογικούς λόγους. Αγοράζουν για να εκφράσουν και να ενισχύσουν την ταυτότητά τους.

Η χριστουγεννιάτικη διαφήμιση στοχεύει κατευθείαν στη συμμαχία επιθυμίας και θυμοειδούς. Για παράδειγμα το δώρο στη/στον σύντροφο μετατρέπεται διαφημιστικά σε μια υλική έκφραση της θυμικής προσκόλλησης, της ταυτότητας της αφοσίωσης. Η επιθυμία θέλει κάτι λαμπερό και ακριβό. Το θυμοειδές θέλει να αποδείξει αγάπη και δέσμευση. Μαζί συντρίβουν τον λογικό υπολογισμό.

Σκεφτείτε επίσης τις χριστουγεννιάτικες καμπάνιες της Coca-Cola με τα φορτηγά και τις πολικές αρκούδες. Δεν προωθούν ζαχαρούχο αναψυκτικό. Συνδέουν το προϊόν με νοσταλγία, παράδοση, συναισθηματική ζεστασιά, αίσθηση του ανήκειν. Όλα αυτά είναι ζητήματα του θυμοειδούς. Η επιθυμία θέλει κάτι γλυκό. Το θυμοειδές θέλει να ανήκει σε αυτόν τον φωτεινό, ζεστό κόσμο.

Η πραγματική ιδιοφυΐα βρίσκεται στη δημιουργία συναισθηματικής επείγουσας ανάγκης. «Προσφορά για περιορισμένο χρόνο», «μέχρι εξαντλήσεως των αποθεμάτων», «κάνε αυτά τα Χριστούγεννα αξέχαστα». Δεν είναι εκκλήσεις στη λογική. Είναι σκανδάλες του θυμοειδούς. Ενεργοποιούν το αίσθημα σπανιότητας, τον ανταγωνισμό, τον φόβο μήπως απογοητεύσεις τους άλλους και την επιθυμία να είσαι ο «MVP» των Χριστουγέννων.

Γιατί η δύναμη της θέλησης αποτυγχάνει

Αυτή η συμμαχία εξηγεί γιατί οι πρωτοχρονιάτικες αποφάσεις για λιγότερα έξοδα στις γιορτές αποτυγχάνουν τόσο σταθερά. Το «του χρόνου θα ξοδέψω λιγότερα» είναι στρατηγική θέλησης: η λογική προσπαθεί με δύναμη να καταστείλει τη συμμαχία επιθυμίας και θυμοειδούς. Αυτό απαιτεί συνεχή προσπάθεια, γιατί πρόκειται για μια μάχη ενάντια σε δύο ισχυρές ψυχολογικές δυνάμεις ταυτόχρονα. Μόλις χαλαρώσει η προσοχή ή αυξηθεί το στρες, η συμμαχία επανεμφανίζεται.

Η εναλλακτική δεν είναι περισσότερη θέληση. Είναι αυτό που ο Πλάτων ονόμαζε «πολιτεία» στην ατομική ψυχή: ένα θεμελιώδες καθεστώς τάξης που όλα τα μέρη του εαυτού το αναγνωρίζουν και μέσα στο οποίο λειτουργούν. Μπορούμε να το πούμε «αυτοδιακυβέρνηση», για να ξεχωρίζει από τον απλό αυτοέλεγχο.

Η διαφορά είναι κρίσιμη. Κάποιος που έχει αναπτύξει τέτοια αυτοδιακυβέρνηση δεν αντιστέκεται στις γιορτινές υπερβολές με βία. Απλώς δεν είναι το είδος του ανθρώπου που εκφράζει την αγάπη του μέσω της κατανάλωσης ή του οποίου η ταυτότητα εξαρτάται από εντυπωσιακές επιδείξεις. Αυτό δεν είναι καταπίεση, είναι τάξη. Η επιθυμία υπάρχει, το θυμοειδές νοιάζεται βαθιά για τις σχέσεις, αλλά και τα δύο λειτουργούν μέσα σε ένα πλαίσιο που η λογική έχει βοηθήσει να στηθεί και που όλα τα μέρη αναγνωρίζουν.

Η αρμονία της αυτοκυριαρχίας

Για τους περισσότερους από εμάς, το βαθύτερο έργο, το χτίσιμο αυτής της συνταγματικής αυτοκυριαρχίας που αντέχει σε στιγμές μεγάλης πίεσης, γίνεται μέσα από εξάσκηση όλο τον χρόνο. Στόχος δεν είναι η καταστολή της επιθυμίας ούτε η άρνηση του θυμοειδούς. Είναι συνταγματική τάξη, μια κατάσταση όπου και τα τρία λειτουργούν σύμφωνα με τη φύση τους, αλλά μέσα σε ένα πλαίσιο που υπηρετεί το σύνολο.

Η καταναλωτική κουλτούρα θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί εξελιγμένες στρατηγικές για να κατακερματίζει την ψυχή και να εκμεταλλεύεται τη συμμαχία επιθυμίας και θυμοειδούς. Το ερώτημα είναι αν θα τα αντιμετωπίσεις όλα αυτά ως συγκροτημένος εαυτός, ενοποιημένος, τακτοποιημένος, κυβερνώμενος από κάτι βαθύτερο από την προσωρινή συμμαχία δύο μερών εναντίον του τρίτου.

Όπως λέει ο Σωκράτης «ο άνθρωπος που έχει εναρμονίσει τα τρία μέρη μέσα του θα μπορούσε δικαίως να ονομαστεί σώφρων και δίκαιος». Όχι καταπιεσμένος. Όχι ασκητικός. Αλλά με ένα είδος αυτογνωσίας που οδηγεί στην πραγματική ελευθερία.