Στην εξάρθρωση μιας πολυμελούς οργάνωσης διακίνησης παράνομων μεταναστών προχώρησαν οι Αρχές.

Όπως προέκυψε από την αστυνομική έρευνα, η εγκληματική οργάνωση προωθούσε στην ελληνική επικράτεια και σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έναντι χρηματικής αμοιβής, αλλοδαπούς από τη Γεωργία, τους οποίους εφοδίαζε με πλαστά έγγραφα διαμονής.

Για την υπόθεση αυτή συνελήφθησαν χθες, στο πλαίσιο παράλληλων αστυνομικών επιχειρήσεων, ευρείας κλίμακας, σε περιοχές της Αττικής, της Θεσσαλονίκης και του Έβρου, συνολικά 22 άτομα, μεταξύ των οποίων ο αρχηγός της οργάνωσης και τέσσερις αστυνομικοί (τρεις αρχιφύλακες και ένας υπαρχιφύλακας), που υπηρετούν στον Έβρο.

Σε βάρος των συλληφθέντων σχηματίστηκε δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα, κατά περίπτωση, για συγκρότηση, ένταξη και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης από κοινού, διευκόλυνση παράνομης εισόδου και εξόδου από τη χώρα, παράνομη μεταφορά υπηκόων τρίτων χωρών, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες κατ’ επάγγελμα και εντός εγκληματικής οργάνωσης, πλαστογραφία κατ’ επάγγελμα, υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης, δωροδοκία, δωροδοκία υπαλλήλου κατ’ εξακολούθηση και παράβαση καθήκοντος.

Για τα παραπάνω αδικήματα κατηγορούνται – κατά περίπτωση – 21 επιπλέον άτομα, ενώ ακόμα 28 άτομα κατηγορούνται για συμμετοχή στην εγκληματική οργάνωση. Επιπλέον, άλλοι 44 αλλοδαποί κατηγορούνται για παράνομη είσοδο στη χώρα.
Όπως προέκυψε από την ενδελεχή αστυνομική έρευνα, η εγκληματική οργάνωση δρούσε συστηματικά τουλάχιστον τα τελευταία έξι χρόνια.

Επιπλέον, εξακριβώθηκε ότι εμπλέκεται σε 15 παλαιότερες περιπτώσεις παράνομης διακίνησης μεταναστών και σε πολλές περιπτώσεις διακίνησης αλλοδαπών, μέσω του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών και του λιμανιού της Ηγουμενίτσας.
Πέραν της διακίνησης παρανόμων μεταναστών, η εγκληματική οργάνωση ενέχεται και σε μεγάλο αριθμό κατάρτισης πλαστών εγγράφων, νόθευσης γνησίων αλλά και έκδοσης γνήσιων, με τη χρήση πλαστών δικαιολογητικών.

Η σπείρα είχε νοικιάσει διαμέρισμα, το οποίο λειτουργούσε ως «εργαστήριο» παραγωγής των πλαστών ταξιδιωτικών εγγράφων, όπου είχαν εγκαταστήσει τον απαραίτητο υλικοτεχνικό εξοπλισμό, για την επίτευξη του σκοπού τους.
Συνολικά καταγράφηκαν 216 περιπτώσεις κατάρτισης και παράδοσης πλαστών ή υφαρπαγμένων εγγράφων, με ποσό που ξεπερνά τις 38.470 ευρώ, ενώ καταγράφηκαν 110 περιπτώσεις, για τις οποίες δεν προέκυψε η παράδοση των εγγράφων, με ποσό που ξεπερνά τις 46.230 ευρώ.

Για την κατάρτιση των εγγράφων, εισέπρατταν από τους ενδιαφερομένους συγκεκριμένο χρηματικό αντίτιμο, με βάση άτυπο «τιμοκατάλογο», τον οποίο τα μέλη είχαν υιοθετήσει και εφάρμοζαν.

Ενδεικτικά, διέθεταν παράνομα και έναντι αμοιβής:

• πλαστό δελτίο αιτήσαντος άσυλο αλλοδαπού και πλαστή βεβαίωση απέλασης για τη Γεωργία έναντι πενήντα 50 ευρώ,

• βεβαίωση απόδοσης Αριθμού Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) έναντι του χρηματικού ποσού των 200 ευρώ,

• βεβαίωση απόδοσης Αριθμού Μητρώου Ασφαλισμένου (Α.Μ.Α.) και βεβαίωση απόδοσης Αριθμού Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (Α.Μ.Κ.Α.) έναντι 50 ευρώ,

• πλαστή βεβαίωση εργασίας έναντι και πλαστή άδεια ικανότητας οδήγησης των Γεωργιανών Αρχών έναντι χρηματικού ποσού 50 ευρώ,

• πλαστή άδεια ικανότητας οδήγησης των Ελληνικών Αρχών και πλαστή Ελληνική, Ρουμανική ή Βουλγαρική ταυτότητα έναντι 400 ευρώ,

• πλαστό διαβατήριο έναντι χρηματικού ποσού 800 ευρώ,

• πλαστές σφραγίδες εισόδου ή εξόδου που τίθενται σε διαβατήριο, έναντι 50 ευρώ έκαστη,

• πλαστή άδεια θεώρησης εισόδου (Visa) έναντι 400 ευρώ.

Από τα μέχρι στιγμής δεδομένα της έρευνας η εγκληματική οργάνωση από τις αρχές του 2008 έως το Μάρτιο του 2014, έχει πραγματοποιήσει περίπου 918 συναλλαγές, με χρηματικά εμβάσματα, μέσω εταιρειών μεταφοράς χρημάτων.

Ενδεικτικά, τέτοιου είδους εμβάσματα έχουν καταγραφεί από και προς την Τουρκία, την Ελλάδα, τη Γεωργία, την Αλβανία, τη Λευκορωσία, το Βέλγιο, τη Γαλλία, την Ουγγαρία, την Ιταλία, τη Μολδαβία, την Ολλανδία, τη Ρωσία, τη Σερβία, την Ισπανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

Χαρακτηριστικό του υψηλού επιπέδου οργάνωσης τους, αποτελεί το γεγονός ότι είχαν ενσωματώσει στην παράνομη δράση τους διάφορα ταξιδιωτικά γραφεία και καταστήματα μεταφοράς χρημάτων, με τα οποία διευκόλυναν την παράνομη δραστηριότητά τους.

Στο πλαίσιο των ερευνών, έχουν βρεθεί συνολικά και κατασχεθεί:

• 4 οχήματα,
• 15 ηλεκτρονικοί υπολογιστές και 10 σκληροί δίσκοι,
• 37 κινητά τηλέφωνα,
• συσκευές θερμικής κόλλησης μεμβρανών και ακτινοβολίας UV,
• 145 πλαστές σφραγίδες ελληνικών και ξένων Αρχών, μεταξύ των οποίων και σφραγίδες αστυνομικών, Δημοτικών και Περιφερειακών Αρχών,
• σφραγίδες εισόδου και εξόδου,
• 61 διαβατήρια,
• κενά δελτία αιτήσαντος ασύλου,
• πιστόλι των 9 mm με δύο γεμιστήρες και 17 φυσίγγια,
• το χρηματικό ποσό των 3.500 ευρώ,
• πέντε εκτυπωτές,
• αποδείξεις μεταφοράς εμβασμάτων και πλήθος άλλων εγγράφων, ατζέντες, ημερολόγια κ.λπ.

Με βάση τα έως τώρα στοιχεία εκτιμάται ότι η μηνιαία αμοιβή, που λάμβαναν οι αστυνομικοί για την «ασφαλή» είσοδο των αλλοδαπών στη χώρα μας, ανέρχεται τουλάχιστον σε 3.500 ευρώ, για κάθε έναν από αυτούς.
Το ρόλο του συνδέσμου, μεταξύ των αστυνομικών και μελών της οργάνωσης, είχε ένας 58χρονος Γεωργιανός, ο οποίος ενεργούσε για λογαριασμό του κυκλώματος, ως μεταφορέας των παράνομων αλλοδαπών.
Επιπλέον, είχε αναλάβει την καταβολή των ανάλογων χρηματικών ποσών στους αστυνομικούς, κάθε φορά που επέτρεπαν την παράνομη είσοδο αλλοδαπών στην ελληνική επικράτεια.

Από την άμεση και μεθοδική ανάλυση των στοιχείων της υπόθεσης, καθώς και τη δημιουργία ατομικού και γεωγραφικού «προφίλ» εξακριβώθηκε ως σημείο διέλευσης των μεταφερόμενων αλλοδαπών ο μεθοριακός Σταθμός Κήπων Έβρου.

Στο πλαίσιο αυτό, συνελήφθησαν χθες στην ευρύτερη του Έβρου οι αστυνομικοί, ενώ επιπλέον εντοπίστηκε και συνελήφθη ο 58χρονος από τη Γεωργία, καθώς επιχειρούσε να διέλθει από μεθοριακό σημείο ελέγχου, οδηγώντας λεωφορείο.

Από την έρευνα που διενεργήθηκε στο συγκεκριμένο λεωφορείο διαπιστώθηκε ότι έφερε ειδικά διαμορφωμένη κρύπτη στο χώρο των αποσκευών, για τη μεταφορά των μη νομίμων μεταναστών.

Οι συλληφθέντες, με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος τους, θα οδηγηθούν στην αρμόδια εισαγγελία.
Με Απόφαση του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, οι τέσσερις αστυνομικοί τέθηκαν σε διαθεσιμότητα και διατάχθηκε σε βάρος τους η διενέργεια Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης.