Αισιόδοξος ότι θα βρεθεί τελικά συμβιβαστική λύση μεταξύ της Ιταλικής Κυβέρνησης και της Ευρωπαικής Επιτροπής για το ύψος του δημοσιονομικού ελλείμματος, εμφανίστηκε επικεφαλής της Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Μάριο Ντράγκι. Ο κ. Ντράγκι στη διάρκεια συνέντευξης τύπου, εμφανίστηκε καθησυχαστικός για το ενδεχόμενο επέκτασης της κρίσης και εκτός Ιταλίας, αναφέροντας χαρακτηριστικά οτι το «περιθώριο μεταξύ ελληνικών και ιταλικών ομολόγων περιορίζεται όλο αυτό το διάστημα, παρόλο που η ΕΚΤ αγοράζει Ιταλικά και όχι Ελληνικά ομόλογα στο πλαίσιο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης. (QE). Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, εκτίμησε ότι η Ιταλία θα βοηθήσει τις τράπεζες της, καταθέτοντας έναν προϋπολογισμό που θα συμβάλει στη μείωση των αποδόσεών των κρατικών ομολόγων. «Τι μπορεί κανείς να κάνει σε ό, τι αφορά τις τράπεζες, δεδομένης της διεύρυνσης των σπρέντς που παρατηρήθηκε τους τελευταίους πέντε έως έξι μήνες; Μπορεί να υπάρχουν και άλλες απαντήσεις, αλλά η πρώτη απάντηση που έρχεται στο μυαλό είναι να ρίξουμε τους τόνους και να μην αμφισβητήσουμε το συνταγματικό υπαρξιακό πλαίσιο του ευρώ « υπογράμμισε χαρακτηριστικά ο κ. Ντράκγι. Ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας προειδοποίησε για τους κινδύνους που εγκυμονεί το ενδεχόμενο το να μην καταλήξουν σε συμφωνία Βρετανία και η Ευρωπαϊκή Ένωση για το Βrexit . Η αποτυχία επίτευξης συμφωνίας των δύο πλευρών όσο πλησιάζει η ημερομηνία για την οριστική έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε σημαίνει ότι «ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να προετοιμαστεί για ένα σκληρό Brexit», δήλωσε ο κ. Ντράγκι. Ο επικεφαλής της ΕΚΤ δήλωσε ότι αυτό θα προκαλούσε «ανησυχία» στις αγορές και στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Τέλος, όσον αφορά στο μέτωπο της ανάπτυξης, τα μηνύματα που λαμβάνει η ΕΚΤ οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ θα είναι πιο αδύναμος. Τούτο όμως – όπως διευκρίνισε ο ίδιος – δεν σημαίνει ότι η οικονομία της Ευρωζώνης έχει περιέλθει σε φάση ύφεσης. Ωστόσο ήδη οικονομικοί αναλυτές προβλέπουν οτι η ΕΚΤ, στην επόμενη συνεδρίαση του διοικητικού της Συμβουλίου, θα αναθεωρήσει επι τα χείρω τις προβλέψεις της για το ρυθμό ανάπτυξης της ευρωζώνης.