Η Ισπανία ίσως να μην βρίσκεται πλέον σε οικονομική ή χρηματοπιστωτική κρίση, αλλά το δημόσιο χρέος που είναι σε επίπεδα ρεκόρ και η ικανότητα –καθώς και η προθυμία– της νέας κυβέρνησης να επιδιώξει «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» αποτελούν λόγους για να είναι επιφυλακτικοί οι επενδυτές ενόψει των βουλευτικών εκλογών της Κυριακής.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν προς την κατεύθυνση σχηματισμού της πρώτης κυβέρνησης συνασπισμού από τότε που επέστρεψε η δημοκρατία στη χώρα πριν από 40 χρόνια, κάτι που θα μπορούσε να επιβραδύνει και να επηρεάσει τη διαδικασία καθορισμού πολιτικής ακόμα και αν ο συντηρητικός και φιλικός προς τις αγορές πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι επιστρέψει για μια δεύτερη θητεία.

Στις ισπανικές αγορές επικρατεί σχετική ηρεμία ενόψει των εκλογών. Οι μετοχές μπορεί να έχουν υποαποδόσει έναντι των αντίστοιχων ευρωπαϊκών φέτος και οι αποδόσεις των ομολόγων και τα spread να έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες, αλλά αυτές οι κινήσεις είναι στον απόηχο της πορείας της ευρύτερης αγοράς που καθορίζεται από διεθνείς παράγοντες όπως η νομισματική πολιτική στις ΗΠΑ και στην ευρωζώνη και οι αλλαγές στην οικονομία και στην πολιτική της Κϊνας.

Οι επενδυτές λένε ότι το βασικό θέμα για τη νέα κυβέρνηση, ανεξάρτητα από το ποιοι θα συμμετέχουν σε αυτήν, είναι η κατάσταση των δημόσιων οικονομικών.

«Η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους παραμένει σημαντική ανησυχία», έγραψαν σε σημείωμά τους αυτή την εβδομάδα αναλυτές της Societe Generale.

«Δεδομένου του περιορισμένου δημοσιονομικού περιθωρίου, υπάρχει ο πραγματικός κίνδυνος το χρέος να οδηγηθεί αρκετά πάνω από το ήδη υψηλό επίπεδο του 100% του ΑΕΠ. Ένα εξωτερικό σοκ θα μπορούσε να οδηγήσει το χρέος πολύ υψηλότερα, πάνω από το 130%».

Το καθαρό δημόσιο χρέος της Ισπανίας είναι υψηλότερο από ποτέ. Ο οίκος Standard & Poor’s αναβάθμισε τον Οκτώβριο την αξιολόγηση του αξιόχρεου της χώρας, αλλά προειδοποίησε ότι θα χρειαστεί ακόμα αυστηρότερη δημοσιονομική πολιτική για να μην αυξηθεί περαιτέρω το χρέος και να μειωθεί ακόμα περισσότερο το δημοσιονομικό έλλειμμα που τώρα βρίσκεται μόλις κάτω από το 6%.

Το κυβερνών Λαϊκό Κόμμα έχει το προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις αλλά φαίνεται ότι δεν θα εξασφαλίσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο συνεργασιών. Το αντιπολιτευόμενο κόμμα των Σοσιαλιστών και δύο νεοκοποι, οι φιλελεύθεροι Ciudadanos (Πολίτες) και οι αριστεροί Podemos (Μπορούμε), ακολουθούν σε κοντινή απόσταση.

Ο Φρανσουά Σαβαρί, επικεφαλής επενδύσεων στην εταιρία Prime Partners, συνόψισε την άποψη πολλών επενδυτών, λέγοντας ότι η έκβαση που θα προτιμούσε ο ίδιος είναι το Λαϊκό Κόμμα είτε να είναι ο νικητής είτε να σχηματίσει συνασπισμό με τους Ciudadanos για να αντικρούσει τους Podemos που τάσσονται κατά της λιτότητας.

«Εάν ο Ραχόι λάβει 30%, θα μπορούσε να σκεφθώ το ενδεχόμενο αγοράς ισπανικών μετοχών και ομολόγων, καθώς ο Ραχόι τα έχει πάει καλά σε επίπεδο μεταρρύθμισης της οικονομίας», σχολίασε ο Σαβαρί.

Παρότι η ισπανική οικονομία έχει καταγράψει ανάπτυξη τα τελευταία εννέα τρίμηνα, οι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι περαιτέρω μεταρρυθμίσεις, όπως η μείωση των δημοσίων δαπανών καθώς και το να γίνει η αγορά εργασίας πιο ευέλικτη, χρειάζονται για να παραμείνει σε τροχιά ανάκαμψης η χώρα.

«Οι πολιτικές της επόμενης κυβέρνησης θα μπορούσαν να καθορίσουν εάν οι προοπτικές ανάπτυξης της Ισπανίας θα προσεγγίσουν αυτές της Ιρλανδίας ή θα παραμείνουν κοντά σε αυτές των νότιων γειτόνων της», ανέφεραν σε χθεσινό τους σημείωμα οικονομολόγοι της Barclays.