Η συντριπτική πλειοψηφία των Γερμανών εμφανίζεται δυσαρεστημένη από τη διαχείριση της υπηρεσιακής κυβέρνησης και των κρατιδίων σε αυτή τη φάση της πανδημίας του κορονοϊού και ζητά ακόμη αυστηρότερα μέτρα για τον περιορισμό της, ενώ αντίστοιχα υψηλό ποσοστό τάσσεται υπέρ της γενικής υποχρέωσης εμβολιασμού.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση «DeutschlandΤrend» για λογαριασμό του πρώτου καναλιού της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD, το 79% των ερωτηθέντων εκφράζει λιγότερη ή περισσότερη δυσαρέσκεια για τη διαχείριση της κρίσης, ενώ είναι ενδεικτικό ότι με τους χειρισμούς του υπηρεσιακού υπουργού Υγείας Γενς Σπαν εκφράζεται ικανοποιημένο μόνο το 26%, όταν τον Σεπτέμβριο το αντίστοιχο ποσοστό έφθανε το 37%.

Επιπλέον, την αντίστοιχη εποχή πέρυσι, χωρίς εμβόλια και με παρατεταμένα lockdown, δυσαρεστημένο δήλωνε το 56% των πολιτών. Η δυσαρέσκεια αυτή τη στιγμή αφορά το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν παίρνει «αρκετά αυστηρά» μέτρα για τον περιορισμό της πανδημίας, όπως δηλώνει το 60%.

Το 27% θεωρεί ότι το λιανεμπόριο θα έπρεπε να κλείσει και το 33% ότι θα έπρεπε να κλείσουν και τα σχολεία, το 64% ζητά να κλείσουν τα μπαρ και οι ταβέρνες και το 57% οι χριστουγεννιάτικες αγορές. Τη διεξαγωγή των ποδοσφαιρικών αγώνων χωρίς θεατές ζητά το 81%, μεταδίδει το ΑΠΕ ΜΠΕ, επικαλούμενο την ίδια δημοσκόπηση.

Σύριγγα και δοχείο με δόση εμβολίου

Εμβολιασμός

Το 71% των πολιτών τάσσεται υπέρ και της θεσμοθέτησης της γενικής υποχρέωσης εμβολιασμού των ενηλίκων. Το αντίστοιχο ποσοστό τον Νοέμβριο έφθανε το 57%.

Οι μεγαλύτερες ανησυχίες των πολιτών γύρω από την πανδημία αφορούν το γεγονός ότι οι ηλικιωμένοι νοσούν περισσότερο σοβαρά όταν μολυνθούν από κορονοϊό και το ενδεχόμενο να μην είναι εφικτή η σωστή νοσηλεία όλων των ασθενών με Covid-19.

Αξίζει να αναφερθεί πως τόσο η μελλοντική κυβέρνηση, υπό τον Όλαφ Σολτς, όσο και μία ευρεία πλειοψηφία ανά τα κοινοβουλευτικά κόμματα, εμφανίζονται να συμφωνούν, επίσης, με μία ρύθμιση για την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά του ιού.

Ο Όλαφ Σολτς

Πολιτικό σκηνικό

Σε ό,τι αφορά την απόδοση ευθυνών για τις ολιγωρίες στη διαχείριση του τέταρτου κύματος της πανδημίας, το 49% θεωρεί υπεύθυνη την απερχόμενη κυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) και Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), το 29% επιρρίπτει την ευθύνη στις κρατιδιακές κυβερνήσεις, ενώ το 10% «δείχνει» τον επόμενο κυηβερνητικό συνασπισμό, SPD Πρασίνων Φιλελευθέρων (FDP).

Ταυτόχρονα, μόνο το 45% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι η Προγραμματική Συμφωνία μεταξύ των νέων κυβερνητικών εταίρων δίνει «σωστές απαντήσεις στα προβλήματα του μέλλοντος», ποσοστό χαμηλότερο από τη συνολική δύναμη των τριών κομμάτων. Περισσότερο κερδισμένο από τις διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού θεωρείται το FDP από το 37% και ακολουθούν το SPD με 32% και οι Πράσινοι με 13%.

Στην ερώτηση πρόθεσης ψήφου, το SPD χάνει δύο μονάδες σε σχέση με το αποτέλεσμα των εκλογών της 26ης Σεπτεμβρίου και βρίσκεται στο 25%, ενώ το FDP χάνει μία μονάδα και πέφτει στο 12%. Αντιθέτως, οι Πράσινοι ενισχύονται κατά μία μονάδα και ανεβαίνουν στο 17%. Από την άλλη πλευρά, η Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) κερδίζει δύο μονάδες και φθάνει στο 23%. Μία μονάδα κερδίζει η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) και βρίσκεται στην 5η θέση με 11% και χωρίς μεταβολή εμφανίζονται τα ποσοστά της Αριστεράς, με 5%.

Στη δημοτικότητα του πολιτικού προσωπικού, η απερχόμενη Καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ παραμένει πρώτη με 68% θετικές απόψεις (-1) και ακολουθούν ο διάδοχός της, Όλαφ Σολτς με 51% (-7), ο Πρωθυπουργός της Βαυαρίας Μάρκους Ζέντερ με 45% (-2), ο επόμενος Αντικαγκελάριος από τους Πράσινους Ρόμπερτ Χάμπεκ με 42% (χωρίς μεταβολή), ο αρχηγός του FDP Κρίστιαν Λίντνερ με 38% (-6) και η συμπρόεδρος των πρασίνων και μέλλουσα υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ με 29% (-1).