Ανεπαρκή θεωρεί η πλειονότητα των Αυστριακών την εκπροσώπηση των συμφερόντων της χώρας τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση από την αυστριακή κυβέρνηση συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών και συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος, όπως διαπιστώνεται σε δημοσκόπηση τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιοποιήθηκαν σήμερα.

Ένας στους δύο Αυστριακούς φέρεται ότι θεωρεί κακή την εκπροσώπηση των συμφερόντων της Αυστρίας στις Βρυξέλλες. Την άποψη αυτή εκφέρουν σε πολύ μεγάλο ποσοστό οι ψηφοφόροι του μεγαλύτερου των δύο ακροδεξιών κομμάτων της αντιπολίτευσης, του Κόμματος των Ελευθέρων.

Γενικά, ένα ποσοστό 22% –από 16% πριν από τέσσερα χρόνια σε ανάλογη δημοσκόπηση– δηλώνει πως δεν εκπροσωπούνται καθόλου τα συμφέροντα της χώρας και ένα 28% (από 19% πριν τέσσερα χρόνια) πως εκπροσωπούνται ελάχιστα.

Σύμφωνα με τους υπεύθυνους της δημοσκόπησης, έντονη επιρροή στις απαντήσεις της έρευνας είχε ο αυτοπροσδιορισμός των ερωτηθέντων, ο οποίος υπήρξε επίσης αντικείμενό της, με το σχετικό ερώτημα να είναι, αν αυτοί αισθάνονται «περισσότερο Αυστριακοί ή Ευρωπαίοι».

Μόλις ένα ποσοστό 3% απάντησε πως αισθάνονται αποκλειστικά Ευρωπαίοι, 35% Ευρωπαίοι και Αυστριακοί , ενώ η μεγάλη πλειονότητα, σε ποσοστό 58% απάντησε πως αισθάνονται μόνον Αυστριακοί και από αυτούς οι περισσότεροι είναι ψηφοφόροι του Κόμματος των Ελευθέρων.

Στην ίδια έρευνα και σε σχέση με άλλη χώρα που θα μπορούσε ως εταίρος της Αυστρίας να συνεργαστεί για την κοινή προώθηση πολιτικών προγραμμάτων, η πλειονότητα τοποθετεί στην πρώτη θέση τη Γερμανία, με την Γαλλία να ακολουθεί σε απόσταση και την Κύπρο να βρίσκεται στην προτελευταία θέση, με τελευταία την Ελλάδα.

Ένα ποσοστό 39% θεωρεί την προεδρεύουσα της ΕΕ, Κύπρο, μη κατάλληλη ως εταίρο για την προώθηση κοινών ευρωπαϊκών στόχων, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για την Ελλάδα είναι στο 67%.

Το γεγονός αυτό πρέπει βέβαια να αναχθεί, ως προς μεν την Ελλάδα, στην πολύμηνη αρνητική, ως και ανθελληνική, ειδησεογραφία, κυρίως στα λαϊκίστικα ΜΜΕ, ως προς δε την Κύπρο, στην αμφισβήτηση, τις τελευταίες εβδομάδες –από τα ίδια Μέσα Ενημέρωσης– της ικανότητάς της να ανταποκριθεί στα καθήκοντά της ως προεδρεύουσα της ΕΕ εξαιτίας των προβλημάτων με τις τράπεζές της.