Η Χομς ήταν κάποτε ρωμαϊκή πόλη. Εδώ οι σταυροφόροι διέπραξαν τον πρώτο τους κανιβαλισμό: έφαγαν τους νεκρούς μουσουλμάνους αντιπάλους τους. Κατελήφθη από τον Σαλαντίν το 1174. Επί γαλλικής κυριαρχίας, μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, έγινε θέατρο εξέγερσης.

Και μετά την ανεξαρτησία, έγινε ο πυρήνας της μπααθικής αντίστασης στις πρώτες συριακές κυβερνήσεις. Στις αρχές του 1964, γίνονταν μάχες εδώ μεταξύ Σουνιτών και Αλεβιτών. Ενα χρόνο αργότερα, ο νεαρός μπααθικός στρατιωτικός διοικητής της Χομς, ο αντισυνταγματάρχης Μούσταφα Τλας, συλλάμβανε τους φιλοκαθεστωτικούς συντρόφους του.

Ο Τλας, ένας από τους πλούσιους σουνίτες που υποστήριξε το αλεβίτικο καθεστώς, έγινε υπουργός Αμύνης στην κυβέρνηση του Χαφέζ αλ-Ασαντ. Οι Γάλλοι είχαν συγκροτήσει μια μονάδα «Ειδικών Δυνάμεων» όπου οι αλεβίτες είχαν προνομιούχες θέσεις. Ένα από τα προπύργιά τους ήταν η στρατιωτική ακαδημία της Χομς. Κι ένας από τους πιο λαμπρούς φοιτητές της ακαδημίας επί θητείας του Χαφέζ αλ-Ασαντ ήταν ο γιος του, ο Μπασάρ.

Αργότερα, ο Μπασάρ έγινε γιατρός στο στρατιωτικό νοσοκομείο Τισρίν της Δαμασκού, το ίδιο νοσοκομείο όπου μεταφέρονται τώρα χιλιάδες θύματα του συριακού στρατού για νεκροψία. Ο Μπασάρ δεν ξέχασε τη Χομς. Η γυναίκα του, που γεννήθηκε στη Βρετανία, κατάγεται από μια οικογένεια της Χομς. Από εκεί κατάγεται ένας από τους πιο στενούς του συμβούλους, ο Μπουτάινα Σαμπαάν.

Η πόλη αυτή βρίσκεται στην καρδιά όλων των Σύρων, τόσο των σουνιτών όσο και των αλεβιτών. Δεν είναι περίεργη λοιπόν η εκτίμηση των συριακών αρχών ότι αν την ανακαταλάμβαναν, θα έσπαγαν τη σπονδυλική στήλη της επανάστασης.

Λίγο πιο βόρεια, πριν από 30 χρόνια, ο Χαφέζ Ασαντ δημιούργησε πάνω από 10.000 «μάρτυρες» στη Χάμα. Την περασμένη εβδομάδα, η Χομς έγινε μια μικρή Χάμα.

Γιατί λοιπόν εκπλαγήκαμε τόσο πολύ όταν οι μαχητές του Ελεύθερου Συριακού Στρατού έφυγαν από τη Χομς; Περιμέναμε πραγματικά το καθεστώς του Ασαντ να υποχωρήσει μπροστά σε μερικούς εκατοντάδες άνδρες με Καλάσνικοφ που ήθελαν να στήσουν μια μικρή εξέγερση της Βαρσοβίας στη Χομς;

Πιστεύαμε πραγματικά ότι οι θάνατοι παιδιών και γυναικών – όπως και δημοσιογράφων – θα εμπόδιζε τους θεματοφύλακες του αραβικού εθνικισμού να συντρίψουν την πόλη;

Ήταν το παλιό, γνωστό αμερικανικό όνειρο, γράφει ο Ρόμπερτ Φισκ στον «Independent». Όταν ένα αστυνομικό κράτος είναι αδίστακτο, κυνικό και διεφθαρμένο, τότε οι αντίπαλοί του θα νικήσουν, όσο φτωχό οπλισμό κι αν έχουν. Όσο πιο δυνατά όμως ο Σαρκοζί, ο Κάμερον και η Χίλαρι Κλίντον καταδίκαζαν τις ακρότητες του καθεστώτος, τόσο πιο καθαρά απέκλειαν τον εξοπλισμό των ανταρτών.

Υπήρχαν πάντοτε κάποιοι όροι. Η αντιπολίτευση έπρεπε πρώτα να ενωθεί. Έπρεπε να μιλήσει με μια φωνή – λες και είχε ζητηθεί κάτι τέτοιο και από τους αντιπάλους του Καντάφι προκειμένου να επέμβει το ΝΑΤΟ στη Λιβύη. Η υποκρισία του Σαρκοζί ήταν κατάφωρη.

Η αγωνία του να αυξήσει τα ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις ήταν τόσο μεγάλη, ώστε έστειλε εκατοντάδες διπλωμάτες και «ειδικούς» να «σώσουν» τη δημοσιογράφο Εντίτ Μπουβιέ – θέτοντας έτσι σε κίνδυνο τις προσπάθειες των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων να τη μεταφέρουν σε ασφαλή τοποθεσία.

Γαλλικές εκλογές, ρωσικές εκλογές, ιρανικές εκλογές, συριακά δημοψηφίσματα – και, φυσικά, αμερικανικές εκλογές: είναι απίστευτο πόσο πολύ η «δημοκρατία» μπορεί να εκτροχιάσει τη σώφρονα πολιτική στη Μέση Ανατολή. Ο Πούτιν υποστηρίζει έναν άραβα ηγέτη (τον Ασαντ), που δηλώνει πως έκανε ό,τι μπορούσε για να προστατεύσει τον λαό του. Κάτι ανάλογο θα είπε και ο ίδιος ο Πούτιν όταν ο στρατός του έσφαξε τους Τσετσένους.

Η αλήθεια είναι ότι οι Σύροι κατείχαν τον Λίβανο επί 30 χρόνια και εξακολουθούμε να βρίσκουμε τα πολιτικά τους νύχια βαθειά στο κοκκινόχωμα της Βηρυτού.

Τι μας έκανε να πιστέψουμε λοιπόν ότι θα παραιτούνταν από την ίδια τη Συρία τόσο εύκολα; Όσο ο Ασαντ ελέγχει τη Δαμασκό και το Χαλέπι, γράφει ο Ρόμπερτ Φισκ, θα διατηρεί την εξουσία. Οι άνδρες της ασφάλειας και οι μπααθικοί παραστρατιωτικοί θα πολεμήσουν μέχρι θανάτου για τον Ασαντ, γιατί γνωρίζουν ότι η ανατροπή του θα οδηγήσει στο θάνατό τους.

Τι θα απογίνει λοιπόν ο πρόεδρος της Συρίας; Είναι σαφές ότι εκείνος παίρνει τις αποφάσεις. Όμως ο πατέρας του ανέλαβε την εξουσία το 1970 με μια «διορθωτική» επανάσταση.

Τέτοιες «διορθώσεις» θα μπορούσαν να γίνουν και πάλι. Στο όνομα του μπααθισμού. Στο όνομα του αραβικού εθνικισμού. Στο όνομα της συντριβής του σιωνιστο-ισλαμικο-τρομοκρατικού κινδύνου. Στο όνομα της ιστορίας.