Ένας πρωτοφανής αριθμός υποψηφίων ετοιμάζεται να συμμετάσχει αυτό το Σαββατοκύριακο στις ιδιαίτερα απαιτητικές εθνικές εξετάσεις του Δημοσίου στην Κίνα, γεγονός που αντανακλά την αυξανόμενη επιθυμία των Κινέζων εργαζομένων να «αποφύγουν» τον ιδιωτικό τομέα.

Περίπου 3,7 εκατομμύρια άτομα έχουν εγγραφεί για τις εξετάσεις του Σαββάτου και της Κυριακής, οι οποίες θα είναι οι πρώτες μετά την αύξηση του ηλικιακού ορίου για ορισμένες θέσεις. Το ανώτατο όριο ηλικίας για τους γενικούς υποψηφίους αυξήθηκε από τα 35 στα 38 έτη, ενώ για κατόχους μεταπτυχιακών τίτλων αυξήθηκε από τα 40 στα 43.

Οι υποψήφιοι θα διεκδικήσουν, σύμφωνα με τον Guardian, συνολικά 38.100 θέσεις εργασίας στον δημόσιο τομέα σε όλη τη χώρα – δηλαδή κατά μέσο όρο 97 άτομα θα ανταγωνιστούν για καθεμία θέση.

Το ποσοστό ανεργίας στην Κίνα φτάνει το 5,1% για το γενικό εργατικό δυναμικό, ενώ για τους νέους 16 έως 24 ετών, εξαιρουμένων των φοιτητών, αγγίζει το 17,3%. Το 2023 η κυβέρνηση είχε προσωρινά σταματήσει να δημοσιεύει στοιχεία για την ανεργία των νέων, η οποία είχε φτάσει σε ιστορικό 21,3%.

Παρόλο που οι θέσεις του δημόσιου τομέα στην Κίνα γενικά προσφέρουν χαμηλότερους μισθούς, είναι περιζήτητες, καθώς πολλοί θεωρούν πως αποτελούν μια πηγή ασφάλειας και σταθερότητας εντός ενός ολοένα και πιο «δύσκολου» οικονομικού περιβάλλοντος.

Η εθνική εξέταση για το Δημόσιο φημίζεται για τη δυσκολία της και την απαιτητική της φύση και έχει ερωτήσεις που καλύπτουν το δίκαιο, τη φυσική, τη βιολογία, την πολιτική και τη λογική σκέψη.

Από πέρυσι, υπάρχει και μια ενότητα για την πολιτική θεωρία, η οποία «επικεντρώνεται στην ικανότητα των υποψηφίων να αναλύουν και να λύνουν προβλήματα χρησιμοποιώντας τις καινοτόμες θεωρίες του Κόμματος». Οι ερωτήσεις της περσινής χρονιάς κάλυπταν τις σημαντικές ομιλίες του Σι Τζινπίνγκ κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, καθώς και τις Συνόδους του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Μια 35χρονη μητέρα που περιέγραψε την καθημερινή της ρουτίνα ενόψει των φετινών εξετάσεων ανέφερε πως η μέρα της ξεκινούσε πριν από την αυγή και περιλάμβανε εντατική μελέτη παράλληλα με τη φροντίδα των παιδιών, με αποτέλεσμα να κοιμάται μόλις τέσσερις έως πέντε ώρες κάθε βράδυ.