Έχει χαρακτηριστεί ως το «Τσερνόμπιλ της Αυστραλίας». Το Γουίτενουμ, μια άλλοτε πολυσύχναστη πόλη με ορυχεία, αφαιρείται από τους χάρτες ύστερα από δεκαετίες αφότου οι άνθρωποι άρχισαν να πεθαίνουν εξαιτίας του τοξικού αέρα.

Εδώ και χρόνια η «πιο επικίνδυνη πόλη του κόσμου», όπως συχνά αποκαλείται, έχει ερημώσει από τη στιγμή που διαπιστώθηκε πως ο αέρας ήταν τόσο τοξικός εξαιτίας του αμίαντου, που μια ανάσα θα μπορούσε να αποβεί μοιραία.

Η κυβέρνηση της Αυστραλίας αποφάσισε πλέον να εξαφανίσει οριστικά την πόλη, αφαιρώντας όλες τις πινακίδες, κλείνοντας δρόμους που οδηγούν σε αυτή και αποσύροντάς την από τους χάρτες, ώστε ποτέ κανείς να μην μπορεί να τη βρει, όπως σημειώνεται σε δημοσίευμα της Sun. Κάθε ίχνος της έχει εξαφανιστεί.

Η αποκάλυψη ενός σιωπηλού δολοφόνου

Η κληρονομία του Γουίτενουμ είναι μια τραγική υπενθύμιση για την επικινδυνότητα ενός σιωπηλού δολοφόνου: Του αμίαντου. Κάποτε χρησιμοποιούνταν ευρέως για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και της πυραντοχής των οικοδομικών υλικών.

Η χρήση του απαγορεύτηκε οριστικά 2005, αλλά εντοπίζεται ακόμη σε πολλά παλαιότερα κτίρια και υποδομές. Οι ίνες αμιάντου μπορούν να εισπνευσθούν με τη μορφή σκόνης, που δημιουργείται από τον ενεργό χειρισμό ή τη φθορά αμιαντούχων υλικών, προκαλώντας σοβαρές και θανατηφόρες ασθένειες, όπως καρκίνο, με πολύ χαμηλά ποσοστά επιβίωσης.

Μπορεί να χρειαστούν έως και 30 χρόνια για την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων μιας νόσου που προκαλείται από αυτήν την εξαιρετικά τοξική ουσία. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για τις επαγγελματικές ασθένειες, το 78 % των αναγνωρισμένων κρουσμάτων επαγγελματικού καρκίνου στην ΕΕ συνδέονται με τον αμίαντο.

Η κοιλάδα του θανάτου

Περιτριγυρισμένη από 50.000 εκτάρια δηλητηριασμένης γης και μέσα σε μια ακραία τοξική ατμόσφαιρα, ο αριθμός των νεκρών αυξανόταν κάθε χρόνο. Ακόμη και σήμερα, άνθρωποι πεθαίνουν από αναπνευστικά προβλήματα που σχετίζονται με την πόλη – φάντασμα.

Δεκαετίες πίσω, το Γουίτενουμ υπήρξε μια πόλη με έντονη κοινωνική και οικονομική δραστηριότητα. Πολλοί επιθυμούσαν να πάρουν οικόπεδα στην περιοχή και η κατασκευαστική δραστηριότητα στην πόλη ανθούσε.

Η εξόρυξη του μπλε αμιάντου ήταν ένας βασικός παράγοντας για τη μετοίκηση στην περιοχή και η άνθηση της βιομηχανίας λειτούργησε ως κάλεσμα για χιλιάδες οικογένειες, οι οποίες άρχισαν να συρρέουν στην περιοχή για δουλειά. Το ορυχείο, στον κολοφώνα του, είχε εργατικό δυναμικό περίπου 7.000 ανθρώπων και οι κάτοικοι της πόλης ανέρχονταν σε 13.000.

Όμως αυτό που έφερε τον κόσμο στο Γουίτενουμ ήταν και αυτό που τον σκότωνε σιγά – σιγά, μέρα με την ημέρα, σαν μια παγίδα θανάτου. Επίσημα, περισσότεροι από 2.000 εργάτες και κάτοικοι έχουν πεθάνει μέχρι σήμερα λόγω των φονικών ινών του αμιάντου και τα ορυχεία έκλεισαν οριστικά το 1996.

Η κυβέρνηση κατεδάφισε κτίρια και σφράγισε τις στοές των ορυχείων, όμως παρά τις προσπάθειες, σύμφωνα με το δημοσίευμα της Sun, εκτιμάται πως σχεδόν τρία εκατομμύρια τόνοι αμιάντου διαχύθηκαν στον αέρα της περιοχής. Για την εκκένωση της πόλης, αρχικά, εκδόθηκαν σοβαρές προειδοποιήσεις συνοδευόμενες από επιστημονικές επισημάνσεις πως μια και μόνο ίνα αμιάντου θα μπορούσε να αποβεί μοιραία και πως η πόλη δεν θα ήταν ποτέ ξανά ασφαλής για να ζήσει κάποιος σε αυτή.

Οι κάτοικοι διαμαρτυρήθηκαν για την εκδίωξή τους και παρά τις προειδοποιήσει ορισμένοι αποφάσισαν να παραμείνουν. Επισήμως η πόλη έκλεισε οριστικά τον Δεκέμβριο του 2006. Μέχρι το 2015 στην περιοχή είχαν απομείνει έξι άτομα, τα οποία μειώθηκαν σε τέσσερα το 2016 και σε δύο έως το 2020. Η Λόρεν Τόμας ήταν η τελευταία γυναίκα που παρέμεινε στο Γουίτενουμ, όμως και αυτή αποχώρησε τελικά τον Μάιο του 2022.

Οι επιπτώσεις της φονικής χημικής ουσίας συνεχίζονται μέχρι και σήμερα. Μελέτες δείχνουν πως τουλάχιστον το ένα τέταρτο των ανθρώπων που εργάζονταν στο ορυχείο θα πεθάνει τελικά από μεσοθηλίωμα ή άλλη ασθένεια που σχετίζεται με τον αμίαντο.

Πόλος έλξης για τον «νοσηρό τουρισμό»

Το Γουίτενουμ μετά την εκκένωσή του εξελίχθηκε σε ένα πόλο έλξης για τους οπαδούς του «νοσηρού» – «μακάβριου» τουρισμού. Πρόκειται για μια τουριστική τάση που συνδέεται με ταξίδια σε μέρη, τα οποία έχουν συνδεθεί με το θάνατο και τις ανθρώπινες τραγωδίες.

Σύμφωνα με τη Sun, στο Διαδίκτυο έχουν αναρτηθεί εκατοντάδες φωτογραφίες με ανθρώπους που περιφέρονται στην πόλη-φάντασμα, καθώς ορισμένοι φαίνεται πως ενθουσιάζονται να ποζάρουν μπροστά σε προειδοποιητικές πινακίδες. Έχει χαρακτηριστεί ακόμη και ως τοποθεσία «bucket list», δηλαδή μια εμπειρία που κάποιος θα πρέπει να ζήσει πριν πεθάνει.

Σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει το φαινόμενο των επίδοξων επισκπετών, οι αυστραλιανές αρχές αποφάσισαν να καταστρέψουν οτιδήποτε θα μπορούσε να οδηγήσει ανθρώπους στην «πιο επικίνδυνη πόλη του κόσμου».