Αν μας ζητούσαν ένα και μόνο χαρακτηριστικό στοιχείο που ξεχωρίζει το Λαύκο από τα υπόλοιπα χωριά του Πηλίου, αυτό αδιαμφισβήτητα είναι η φανταστική του θέα. Δεν είναι τυχαία, άλλωστε, γνωστό και ως το «μπαλκόνι» του Παγασητικού. Ωστόσο, το πανέμορφο αυτό χωριό ξεχωρίζει και για ακόμη έναν λόγο. Για το γεγονός ότι εδώ λειτουργεί το παλαιότερο καφενείο στη χώρα.

Στα κρυφά διαμαντάκια του βουνού των Κενταύρων, λοιπόν, το χωριό Λαύκος, είναι από τα λιγοστά χωριά της περιοχής, αλλά και της χώρας γενικότερα, που έχουν καταφέρει να διατηρήσουν αναλλοίωτο, ακόμα, από το μαζικό τουρισμό αυθεντικό χαρακτήρα του.

Ο Λαύκος βρίσκεται σε απόσταση περίπου πενήντα χιλιομέτρων από την πόλη του Βόλου και είναι χτισμένος σε υψόμετρο 310 μέτρων, μέσα σε ένα υπέροχο φυσικό τοπίο, στο νότιο Πήλιο. Διαθέτει άπλετη θέα προς τον Παγασητικό κόλπο, γι’ αυτό και το χαρακτηρίζουν και ως «μπαλκόνι του Παγασητικού». Για την ονομασία του χωριού υπάρχουν πολλές εκδοχές. Η επικρατέστερη αναφέρει πως προέρχεται από την λέξη «γλαύκος» που σημαίνει καθαρός, φωτεινός, όπως και ο ορίζοντας του Λαύκου.

Με καλοδιατηρημένα πέτρινα αρχοντικά με όμορφες αυλές, λιθόστρωτα σοκάκια, πέτρινες βρύσες και μια πλατεία σημείο αναφοράς για το χωριό, κερδίζει τις εντυπώσεις των επισκεπτών και με το παραπάνω.

Εδώ βρίσκεται και το πιο παλιό καφενείο στη χώρα

Η καρδιά του χωριού χτυπάει στην πλατεία του, κάτω από τον αιωνόβιο γεροπλάτανο όπου συναντά κανείς και το παλαιότερο καφενείο της χώρας, εκείνο του Μανώλη Φορλίδα, το οποίο λειτουργεί ασταμάτητα από το 1785. Το παραδοσιακό καφενείο Φορλίδα με τις ψάθινες καρέκλες και τα τραπέζια με μάρμαρο Πηλίου, μυεί στην αυθεντική, παραδοσιακή ατμόσφαιρα των καφενείων από τα παλιά.

Στον όροφο του καφενείου παλαιότερα λειτουργούσε χάνι, όπου διέμειναν προσωπικότητες όπως ο Παπαδιαμάντης και ο Βάρναλης, ενώ από τα τραπέζια του έχουν περάσει οι Σεφέρης και Δελμούζος.

Στους τοίχους του θα παρατηρήσει κανείς φωτογραφίες και εικόνες από την μακρόχρονη ιστορία του καφενείου, το οποίο κατά τα παλαιότερα χρόνια λειτουργούσε, ταυτόχρονα, ως κρεοπωλείο, ταβέρνα και κουρείο.