«Το συμπέρασμα εκ μέρους της ιατροδικαστικής είναι ξεκάθαρο, το παιδί ήταν όντως ζωντανό όταν μπήκε στο νερό», ήταν η εκτίμηση του ιατροδικαστή, Δημήτρη Γαλεντέρη, σχετικά με την τραγική υπόθεση της 3χρονης Τζένα, του κοριτσιού που βρέθηκε από λουόμενο να επιπλέει νεκρό σε παραλία του Παλαιού Φαλήρου.
«Η απάντηση είναι σαφέστατη, έχει δοθεί ήδη. Δεν μπορεί ο ιατροδικαστής να αναγνωρίσει ευρήματα πνιγμού, εάν το παιδί δεν είναι ζωντανό όσο βρίσκεται εντός του νερού. Επίσης, το στοιχείο που έχει αναφερθεί, ότι βρέθηκε και άμμος εντός του κατώτερου αναπνευστικού, δηλαδή εντός του πνεύμονα, συνάδει με το στοιχείο ότι το παιδί βρισκόταν σε ρηχά νερά», εξήγησε ο Δημήτρης Γαλεντέρης, μιλώντας στον ΑNT1.
«Έγινε ένα πρώτο πόρισμα, αλλά αυτό θα ολοκληρωθεί όταν είναι γνωστά τα αποτελέσματα της τοξικολογικής και ιστοπαθολογικής εξέτασης. Δεν νομίζω ότι μπορεί να ανατραπεί. Αυτό που μπορεί να γίνει είναι να συμπληρωθούν στοιχεία στην ιατροδικαστική έκθεση, όπως ποια ήταν αυτή η χρόνια παθολογία που είχε το παιδί και αναγνωρίστηκε κατά τη νεκροψία και τη νεκροτομή. (…) Δυστυχώς, νομίζω ότι θέλει ένα εξάμηνο τουλάχιστον για να έχουμε τα αποτελέσματα από αυτές τις εξετάσεις, δεν είναι κάτι το οποίο θα τελειώσει σήμερα ή αύριο. Πρέπει να βγει ένα πιστοποιητικό θανάτου, να προχωρήσουμε στην ταφή της σορού – είναι και διαδικαστικό το θέμα, δεν είναι μόνο ιατρικό, επιστημονικό».
Όπως ξεκαθάρισε ο ιατροδικαστής «ο πνιγμός -αν έχει δοθεί τέτοια διάγνωση- δεν μπορεί να ανατραπεί, δεδομένου ότι υπάρχουν πάρα πολύ ειδικά ευρήματα για να δοθεί μια τέτοια αιτία θανάτου. Συνεπώς, ο ιατροδικαστής θα πρέπει να είναι σίγουρος όταν μιλάει για πνιγμό, ότι έχει μπροστά του πνιγμό. Δεν θα το έλεγε διαφορετικά».
Αναφορικά με το πώς αξιοποιούνται τα ρούχα και τα αντικείμενα που βρέθηκαν μέσα σε σακούλα τη Δευτέρα, τα οποία ανήκουν στην κατηγορούμενη αλλά και στα παιδιά, απάντησε ότι «αρχικά θα πρέπει να γίνει διερεύνηση για το αν υπάρχει αίμα πάνω στα ρούχα, να δούμε αν υπάρχουν κηλίδες αίματος ή λεκέδες. Τα φάρμακα τα οποία βρέθηκαν στη σακούλα είναι πάρα πολύ σημαντικά, γιατί πρέπει να γίνει μια αντιπαραβολή με την τοξικολογική του παιδιού και να δούμε αν αυτά τα φάρμακα χορηγήθηκαν στο παιδί ή ήταν κάποια συνταγή ή τα έπαιρνε η μητέρα για κάποιο ιατρικό λόγο, γιατί πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι αυτά τα φάρμακα δεν πωλούνται, δεν μπαίνει δηλαδή απλά κάποιος στο φαρμακείο και τα παίρνει. Είναι ένα σκεύασμα, ένα φάρμακο για το οποίο οφείλουμε να έχουμε συνταγή, δεν είναι ένα απλό παυσίπονο».
Στη συνέχεια, όπως εξήγησε ο ίδιος: «Εκτός των αντικειμένων αυτών, πολύ σημαντική θεωρείται η διερεύνηση και του σπιτιού, για να δούμε αν υπήρξε και εκεί κάποια σωματική κακοποίηση που έχει προηγηθεί του θανάτου ή αν και στο παρελθόν έχει λάβει χώρα μια τέτοια πράξη εναντίον των παιδιών εκ μέρους κάποιου ενήλικα ή κάποιου φροντιστή».
Η 32χρονη είχε επικοινωνήσει με την πρεσβεία της Αλγερίας, έψαχνε τρόπο να φύγει
Όπως αναφέρει ρεπορτάζ του ANT1, η ίδια, επειδή ήταν σε καθεστώς παράνομης διαμονής στην Ελλάδα χωρίς τα απαιτούμενα έγγραφα, δεν προστατεύεται από κάποια αίτηση ασύλου. Σημειώνεται ότι η τελευταία της αίτηση για άσυλο έφτασε μέχρι την έφεση, αλλά η ίδια παραιτήθηκε από την εξέταση της έφεσής της για να αποκτήσει άσυλο στην Ελλάδα, ενώ η πρώτη της αίτηση είχε απορριφθεί.
Τα πρώτα τρία χρόνια ήταν προστατευμένη από τις αιτήσεις που έκανε για άσυλο, ήταν «υπό αναστολή» μέχρι να εξεταστούν οι αιτήσεις.
Η 32χρονη κατηγορούμενη είχε επικοινωνήσει με την πρεσβεία της Αλγερίας, αλλά επειδή δεν είχε νομιμοποιητικά έγγραφα την παρέπεμψαν στον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, ο οποίος «τρέχει» ένα πρόγραμμα σε συνεργασία με το υπουργείο Μετανάστευσης, με το οποίο άνθρωποι που επιθυμούν να επιστρέψουν στις χώρες τους, είτε επιθυμούν να λάβουν νομιμοποιητικά έγγραφα, μπορούν να απευθυνθούν εκεί, να γίνει η σχετική γραφειοκρατία και να λάβουν ένα χρηματικό ποσό ώστε να εκδοθούν εισιτήρια και να επιστρέψουν.
Κατά την πρώτη της επικοινωνία, η ίδια ανέφερε για δύο παιδιά και όχι για τρία, στέλνοντας το δικό της διαβατήριο και αυτά των δύο άλλων παιδιών της. Την Παρασκευή, την ημέρα που προσήχθη και μετά συνελήφθη, είχε βγει από το σπίτι της για να πάει σε ένα προγραμματισμένο ραντεβού με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης.
Αρνείται ότι σκότωσε το παιδί της
Η 32χρονη μητέρα αρνείται ότι σκότωσε τη μικρή Τζένα. Σύμφωνα με μία από τους δικηγόρους της, την Ειρήνη Βαρελά, «η εντολέας μας μας είπε κάποια στοιχεία, αλλά δεν ολοκληρώσαμε τη συζήτηση γιατί ήταν συντετριμμένη».
«Δεν συμφωνεί με την εκδοχή της ανθρωποκτονίας και δεν την αποδέχεται. Δεν ήξερε καν ότι την κατηγορούν για ανθρωποκτονία. Κατανοεί ότι οι ενέργειές της δεν ήταν σωστές, αλλά δεν δέχεται ότι έκανε φόνο», είπε χαρακτηριστικά η δικηγόρος της, μιλώντας στο Star.
«Αυτή η γυναίκα έχει πέσει θύμα ξυλοδαρμού πάρα πολλές φορές και έχει πάει στο νοσοκομείο», ανέφερε η ίδια χαρακτηριστικά, επαναλαμβάνοντας στη συνέχεια ότι η εντολέας της αρνείται κατηγορηματικά ότι διέπραξε φόνο.